Γενοκτονία των Ποντίων: Η σφαγή και ο ξεριζωμός του ποντιακού ελληνισμού.

Στοιβάχτηκαν με κτηνώδη τρόπο σαν πρόβατα σε σφαγή. Μέσα σε ένα πανδαιμόνιο από σπαραχτικές κραυγές, θρήνους και κοπετούς. σπαραξικάρδιες κραυγές, απελπισμένο κλάμα καί βοερές ικεσίες για έλεος και βοήθεια, σχημάτιζαν μιαν άγριας τραγικότητας «μουσική συναυλία». Που ξέσκιζε τον ουρανό κι αντιβούιζε στα γύρω βουνά και δάση. Από ένα σύνολο 750.000 περίπου Ποντίων, υπολογίζονται σε 350.000 εκείνοι που εξολοθρεύτηκαν από τούς Νεοτούρκους κατά την περίοδο 1916-1923. Το σχέδιο οργάνωσαν οι Εμβέρ και Ταλαάτ και προέβλεπε «Άμεση εξόντωση μόνον των ανδρών των πόλεων από 16 έως 60 ετών και γενική εξορία όλων των ανδρών και γυναικόπαιδων των χωριών στα ενδότερα της Ανατολής με πρόγραμμα σφαγής και εξόντωσης»Οι Νεότουρκοι έβγαλαν και πολλές φωτογραφίες γύρω από τα πτώματά των Ελλήνων του Πόντου. Σε κάποιες φαίνονται να χαμογελούν. Τα φωτογραφικά ντοκουμέντα αποδεικνύουν αυτό που οι Τούρκοι αμφισβητούν. Ότι έγινε οργανωμένη γενοκτονία των Ποντίων.Οι εκκαθαριστικές επιχειρήσεις ξεκίνησαν με εντολή του Κεμάλ από τις περιοχές της Σαμψούντας και της Πάφρας.

Η 19η Μαΐου 1919 αποτελεί μια άκρως σημαντική επέτειο για ολόκληρο τον Ελληνισμό αφού κατά τη διάρκεια τής Μικρασιατικής Εκστρατείας, ο Κεμάλ Ατατούρκ με τη βοήθεια μελών του Νεοτουρκικού Κομιτάτου συγκροτεί τη μυστική οργάνωση «Mutafai Milliye» και υπό την καθοδήγηση Γερμανών και Σοβιετικών συμβούλων του, αποβιβάστηκε στή Σαμψούντα τού Πόντου και δρομολόγησε τη δεύτερη καί σκληρότερη φάση τής γενοκτονίας τού ποντιακού ελληνισμού. Αυτού τοὐ εκλεκτού τμήματος τού Ελληνισμού που ζούσε στο βόρειο τμήμα της Μικράς Ασίας, στην περιοχή του Πόντου, μετά τη διάλυση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Μέλος του «Mutafai Milliye» ήταν κι ο διαβόητος Τοπάλ Οσμάν, που θεωρειται ο μεγαλύτερος δήμιος των Ελλήνων του Πόντου. Ο Μουσταφά Κεμάλ, όρισε τον Τοπάλ Οσμάν γενικό του αντιπρόσωπο στην παραλιακή ζώνη του Πόντου, με απεριόριστο δικαίωμα ζωής και θανάτου πάνω στον ελληνικό πληθυσμό. Η άλωση της Τραπεζούντας το 1461 από τους Οθωμανούς δεν είχε αλλοιώσει το φρόνημα και την ελληνική συνείδηση των κατοίκων της εν λόγω περιοχής, παρότι αυτοί ζούσαν αποκομμένοι από τον εθνικό κορμό κι αυτό τούς ενοχλούσε. Οι πόντιοι, μολονότι αποτελούσαν μειονότητα (περί το 40% του πληθυσμού), είχαν καταφέρει να κυριαρχήσουν στην οικονομική ζωή της περιοχής, ζώντας κυρίως στα αστικά κέντρα. Η οικονομική τους ανάκαμψη συνδυάστηκε με τη δημογραφική και πνευματική τους άνοδο. Υπήρχαν 1.400 σχολεία, ανάμεσά τους και το περίφημο Φροντιστήριο της Τραπεζούντας. Οι πόντιοι διέθεταν επίσης τυπογραφεία, περιοδικά, εφημερίδες, λέσχες και θέατρα, που τόνιζαν το υψηλό πνευματικό τους επίπεδο.Το 1908 ήταν μια χρονιά-ορόσημο για τους λαούς της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Τη χρονιά εκείνη εκδηλώθηκε και επικράτησε το κίνημα των Νεοτούρκων, που έθεσε στον περιθώριο το σουλτάνο. Πολλές ήταν οι ελπίδες που επενδύθηκαν στους νεαρούς στρατιωτικούς για μεταρρυθμίσεις στο εσωτερικό της καταρρέουσας Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Σύντομα, όμως, οι ελπίδες τους διαψεύστηκαν. Οι Νεότουρκοι έδειξαν το σκληρό εθνικιστικό τους πρόσωπο, εκπονώντας ένα σχέδιο διωγμού των χριστιανικών πληθυσμών και εκτουρκισμού της περιοχής, επωφελούμενοι της εμπλοκής των ευρωπαϊκών κρατών στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Το ελληνικό κράτος, ''απασχολημένο'' με το Κρητικό Ζήτημα, δεν είχε τη διάθεση να ανοίξει ένα ακόμη μέτωπο με την Τουρκία. Οι Τούρκοι, με πρόσχημα την «ασφάλεια του κράτους», προέβησαν στον εκτοπισμό ενός μεγάλου μέρους του ελληνικού πληθυσμού στην αφιλόξενη μικρασιατική ενδοχώρα μέσω των λεγομένων «Ταγμάτων Εργασίας» («Αμελέ Ταμπουρού»). Στα «Τάγματα Εργασίας» αναγκάζονταν να υπηρετούν οι άνδρες που δεν κατατάσσονταν στο στρατό. Δούλευαν σε λατομεία, ορυχεία και στη διάνοιξη δρόμων, κάτω από εξοντωτικές συνθήκες. Οι περισσότεροι πέθαιναν από πείνα, κακουχίες και αρρώστιες. Ό,τι δεν είχε καταφέρει ο σουλτάνος σε 5 αιώνες, το πέτυχε ο Κεμάλ σε 5 χρόνια. Αντιδρώντας στην καταπίεση των Τούρκων, τις δολοφονίες, τις εξορίες και τις πυρπολήσεις των χωριών τους, οι πόντιοι, ανέβηκαν αντάρτες στα βουνά για να περισώσουν ό,τι ήταν δυνατόν.Η πιο κορυφαία πτυχή της πολεμικής ιστορίας του Ποντιακού Ελληνισμού, η υπέρτατη στιγμή ηρωισμού και αυτοθυσίας. Χωρίς την παρουσία ελληνικού στρατού και την βοήθεια συμμαχικών δυνάμεων, δίχως οπλισμό και επιμελητεία. Οι συγκρούσεις ανάμεσα σε Πόντιους και Τούρκους εντοπίζονται κυρίως στην περιοχή της Σάντας, με αρχηγό των Σανταίων τον ξακουστό Ευκλείδη. Ανυπότακτοι και ατίθασοι οι Σανταίοι αποτελούσαν πάντα το «κόκκινο πανί» για τους Τούρκους τοπικούς άρχοντες. Όσο, μάλιστα, δυσκολεύονταν να τους υποτάξουν, τόσο φούντωνε το μένος εναντίον τους. Οι Σανταίοι έγραψαν σελίδες ηρωισμού, τόσο οι άντρες όσο και οι γυναίκες, οι οποίες διακρίνονταν για το θάρρος και την τόλμη τους. Ωστόσο, το αντάρτικο του Πόντου «φούντωνε» στον Δυτικό Πόντο, όπου διεξήχθησαν σκληρότερες συγκρούσεις με εκατέρωθεν εκατόμβες νεκρών. Ο Γερμανός Καραβαγγέλης, μητροπολίτης Αμισού, υπολογίζει τους αντάρτες σε 20.000. Η πρώτη φάση της γενοκτονίας γράφτηκε στον Δυτικό Πόντο την περίοδο 1916-1918. Μία από τις πρώτες ήταν του Βασίλειου Ανθόπουλου  η οποία δημιουργήθηκε τον Ιούλιο του 1916 στην περιοχή της Σεβάστειας. Ο σημαντικότερος Έλληνας οπλαρχηγός της περιόδου 1916-1918 αποδείχθηκε κατά κοινή ομολογία ο Αντών Πασάς από την Πάφρα. Υπήρξε ο μόνος καπετάνιος που έχαιρε γενικής αποδοχής και μπορούσε να ενοποιήσει τις ποικίλες αντάρτικες ομάδες. Οι τουρκικές αρχές τον επικήρυξαν για 5.000 λίρες, όμως, τον Αύγουστο του 1917 ο Αντών πασάς δολοφονήθηκε από συμπατριώτες του δολίως.  Η Πελαγία Οξύζογλου. Ο Στυλιανός Κοσμίδης (Ιστύλ –αγάς) στην περιοχή της Σαμψούντας, Τσαρσαμπά και Κοτζά Νταγ, ο οποίος κατηύθυνε τις εκεί ομάδες. Ο Δημήτριος Χαραλαμπίδης στην περιοχή Σαμψούντας, στο σώμα του οποίου συμμετείχε ο Παντελής Αναστασιάδης. Σήμερα θεωρείται βέβαιο, πως εάν δεν υπήρχε η ένοπλη αντίσταση -κυρίως στον Δυτικό Πόντο- ο αριθμός των θυμάτων θα ήταν ακόμη μεγαλύτερος.



Ο καταγόμενος από την Πάφρα συγγραφέας Αντώνιος Γαβριηλίδης σε έργο του για την τραγωδία των κατοίκων:

 «Την 3ην Ιουνίου 1921 πολιορκείται η ελληνική συνοικία υπό οργάνων της τοπικής διοικήσεως και συλλαμβάνονται άπαντες οι άρρενες από ετών 15 έως 70 –εν συνόλω 570–, και φυλακίζονται. Οι 570 ούτοι άνδρες αποστέλλονται συνοδευόμενοι υπό δημίων του Τοπάλ Οσμάν εις τρίωρον από την Πάφραν απόστασιν. Αφού δε εληστεύθησαν εκεί άπαντες, παρά την εκκλησίαν του Αγίου Χαραλάμπους του χωριού Κιόβτσε Σου εσφάγησαν ανηλεώς, πλην δύο ως εκ θαύματος διασωθέντων, οίτινες και κατέφυγαν εις τα όρη. Την 8ην Ιουνίου 1921 η αιμοχαρής τίγρις Τοπάλ Οσμάν συλλαμβάνει και άλλους 250 άνδρες πάσης ηλικίας και τους οδηγεί εις την εν Σελαμελίκ εκκλησίαν του Αγίου Γεωργίου, 4 ώρας απέχουσαν της πόλεως, μετά πολλών ύβρεων και προπηλακίσεων, συνοδεία πολλών Τούρκω και χωροφυλάκων. Εκεί, αφού ελήστευσαν και έσφαξαν αυτούς, έθεσαν πυρ εντός της εκκλησίας και κατέκαυσαν όλουςΤην 11ην Ιουνίου 1921 άλλοι 670 άνδρες συλλαμβάνονται και μετά τριήμερον φυλάκισιν εκτοπίζονται καταδιωκόμενοι καθ΄ οδόν, υβριζόμενοι και δερνόμενοι αγρίως διά μαστιγίων και των κοπάνων των τουφεκίων. Παρά δε τα περίχωρα της πόλεως, απογυμνούνται από παντός ό,τι είχαν και τους μεν περισσοτέρους εισάγουν εντός εκκλησίας και κατακαίουν αυτούς ζωντανούς, τους δε άλλους αφού κατακρεούργησαν, αφήκαν γυμνούς εν μέση οδώ βοράν των αγρίων θηρίων και των αρπακτικών ορνέων. Κατά τας πρώτας αποστολάς είχον διαφύγει την εξορίαν και τη σφαγήν 33 νέοι. Και ούτοι συλληφθέντες βραδύτερον την 17-30 Ιουνίου 1921 εξορίσθησαν. Καθ’ οδόν τέσσαρες εξ αυτών κατόρθωσαν να δραπετεύσουν, οι άλλοι δε 29 κατόπιν περιπετειώδους και επιπόνου πεζοπορίας, έφθασαν εις Μαλάτειαν. Εάν δε δεν εφόνευον αυτούς, όπως των τριών αποστολών, τούτο οφείλεται εις το γεγονός ότι από της 12/25 Ιουνίου 1921 έφθασεν εις Άγκυραν διαταγή όπως παύσουν αι σφαγαί και αρκεσθούν μόνον εις την εξορίαν».


Μια συγκλονιστική μαρτυρία για τη Γενοκτονία περιγράφει πώς οι Πόντιοι ρίχτηκαν ζωντανοί στο καζάνι πλοίου.

Γράφει ο Μαχμούτ Σακίρ: «Ο Οσμάν ρώτησε τον αρχιμηχανικό του πλοίου: 

- Έχεις θέση να βάλεις αυτούς στο μηχανοστάσιο;

Ο αρχιμηχανικός δεν κατάλαβε. Όταν ο Οσμάν αγάς ζήτησε να μάθει αν υπάρχει θέση μέσα στο καζάνι του πλοίου, εκείνος αναστατώθηκε. Ο εβραίος Τζελάλ μπέης άρχισε να τρέμει, και ρώτησε: 

- Τι θα γίνει ενδοξότατε αγά; 

- Θα καούν

Τότε ο Οσμάν αγάς έδωσε εντολή στους συμμορίτες του. Οι Πόντιοι με τη σειρά, ένας-δύο-τρεις, ρίχτηκαν μέσα στο καζάνι του πλοίου. Στο τέλος έμεινε ένας Αρμένιος. Σαν ήλθε η ώρα του, επειδή ήταν σίγουρος ότι θα πεθάνει, βρίζοντας τον Οσμάν αγά πήδηξε μέσα στο καζάνι, τείνοντας το κεφάλι του μπροστά. Αργότερα, όταν ο Οσμάν αγάς ρώτησε τον αρχιμηχανικό αν το πλοίο πάει καλά στο δρόμο του, ο Τζελάλ μπέης δεν μπόρεσε να του απαντήσει από το τρέμουλο της σιαγόνας του. Βεβαίως το πλοίο έφτασε στα Κοτύωρα μία ώρα αρχύτερα.

(Τη μαρτυρία μετέφερε ο Σαίτ Τσενίκογλου κατά τήν ομιλία του στο διεθνές συνέδριο της Ευξείνου Λέσχης Ποντίων Νάουσας, τον Μάρτιο του 2021)


Ο Χ. Τσιρκινίδης (Κόκκινο ποτάμι) συμπεριέλαβε τη μαρτυρία του θείου του Ευριπίδη, στο βιβλίο «Η γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου» :

«Με πολλά βάσανα φτάσαμε στην Κερασούντα. Η πόλη ήταν γεμάτη από ρακένδυτους πρόσφυγες που έφυγαν από την τρομοκρατία των Τούρκων. Εκεί στην Κερασούντα μας προειδοποίησαν οι συμπατριώτες μας. Μαζεύουν όλους του Έλληνες και τους μεν μεγάλους τους κλείνουν στην εκκλησία του Αγίου Γεωργίου για να τους εξορίσουν, κάθε φορά που συμπλήρωνε ο αριθμός των 250 ατόμων, τους δε μικρούς τους οδηγούν με μικρά καύκια σε άγνωστα μέρη. Στην εκκλησία δεν συμπληρώθηκε ποτέ ο αριθμός 250, γιατί εκεί χωρίς φαγητό, νερό, μέσα στις ίδιες τους τις ακαθαρσίες, σε λίγες μέρες πέθαιναν οι περισσότεροι. Με τα ίδια μας τα μάτια είδαμε εγώ και ο αδελφός μου να μεταφέρουν τα παιδιά λίγο παρά έξω από την Κερασούντα και εκεί να τα παραδίδουν στους άγριους τσέτες αντάρτες. Αυτοί τα άρπαζαν από τα πόδια και χτυπούσαν τα κεφάλια τους πάνω στα μεγάλα βράχια της ακτής μέχρι να πεθάνουν».


Αλλη συγκλονιστική μαρτυρία

Ο Σάββας Κανταρτζής είχε περιγράψει στο βιβλίο του το 1975 την επίθεση των Τούρκων στο χωριό Μπεϊαλάν που καταστράφηκε από τις συμμορίες των Τούρκων:

“Τα χαράματα, στις 16 Φεβρουαρίου 1922, ημέρα Τετάρτη, μια εφιαλτική είδηση, ότι οι τσέτες του Τοπάλ Οσμάν έρχονται στο χωριό, έκανε τους κατοίκους να τρομάξουν και ν’ αναστατωθούν. Οι άντρες, όσοι βρίσκονταν τη νύχτα στο χωριό, βιάστηκαν να φύγουν στο δάσος. Άλλοι άντρες που είχαν κρυψώνες σε σπίτια και σε στάβλους, τρύπωσαν σ’ αυτές και καμουφλαρίστηκαν έτσι που να μην τους υποπτευθεί κανείς. Τα γυναικόπαιδα και οι γέροι κλείστηκαν στα σπίτια και περίμεναν με καρδιοχτύπι να δουν τι θα γίνει. Δεν πέρασαν παρά λίγα λεπτά κι’ οι τσέτες , περισσότεροι από 150 έμπαιναν στο χωριό κραυγάζοντας και πυροβολώντας. Τους ακολουθούσαν τούρκοι χωρικοί από τα γειτονικά χωριά. Αυτούς τους είχαν μυήσει στο εγκληματικό σχέδιο τους και τους κάλεσαν για πλιάτσικο. Μόλις μπήκαν οι συμμορίτες στο χωριό, η ατμόσφαιρα ηλεκτρίστηκε και ο ορίζοντας πήρε τη μορφή θύελλας που ξέσπασε άγρια. Με κραυγές και βρισιές, βροντώντας με τους υποκόπανους τις πόρτες και τα παράθυρα, καλούσαν όλους να βγουν έξω από τα σπίτια και να μαζευτούν στην πλατεία- αλλιώς απειλούσαν, θα δώσουν φωτιά στα σπίτια και θα τους κάψουν. Σε λίγο, όλα τα γυναικόπαιδα και οι γέροι, βρίσκονταν τρέμοντας και κλαίγοντας στους δρόμους. Οι συμμορίτες με κραυγές και απειλές υποπτεύθηκαν, από την πρώτη στιγμή, το μεγάλο κακό που περίμενε όλους και δοκίμασαν να φύγουν έξω από το χωριό. Οι τσέτες, πρόβλεψαν ένα τέτοιο ενδεχόμενο και είχαν πιάσει από πριν τα μπογάζια, απ’ όπου μπορούσε να φύγει κανείς. Έτσι, μόλις έφτασαν, τρέχοντας, οι κοπέλες στα μπογάζια, δέχτηκαν, από τσέτες που παραμόνευαν, πυροβολισμούς στο ψαχνό. Μερικές έμειναν στον τόπο σκοτωμένες, ενώ οι άλλες τραυματίστηκαν και γύρισαν πίσω. Όταν πια όλα τα γυναικόπαιδα κ’ οι γέροι μαζεύτηκαν στην πλατεία, οι τσέτες έβαλαν μπρος την δεύτερη φάση της σατανικής τους επιχείρησης. Διάταξαν να περάσουν όλοι στα δίπατα σπίτια, που βρίσκονταν στην πλατεία και τα είχαν διαλέξει για να ολοκληρώσουν τον εγκληματικό τους σκοπό. Η απροθυμία, που έδειξε το τραγικό αυτό κοπάδι των μελλοθανάτων να υπακούσει στην διαταγή, γιατί ήταν πια ολοφάνερο ότι όλους τους περίμενε ο θάνατος, εξαγρίωσε τους συμμορίτες που βιάζονταν να τελειώσουν γρήγορα την μακάβρια επιχείρηση. Και τότε, σαν λυσσασμένα θεριά, ρίχτηκαν στις γυναίκες, τα μωρά και τους γέρους, και με γροθιές, με κοντακιές και κλωτσιές έχωσαν και στρίμωξαν στα δύο σπίτια τα αθώα και άκακα αυτά πλάσματα, που ο αριθμός τους πλησίαζε τις τρεις εκατοντάδες.

Κι’ όταν, έτσι, ήταν σίγουροι πως δεν έμεινε έξω κανένας, σφάλισαν τις πόρτες, ενώ ο άγριος αλαλαγμός από τα παράθυρα, οι σπαραξικάρδιες κραυγές, το απελπισμένο κλάμα κι’ οι βοερές ικεσίες για έλεος και βοήθεια, σχημάτιζαν μια άγριας τραγικότητας μουσική συναυλία, που ξέσκιζε τον ουρανό κι’ αντιβούιζε στα γύρω βουνά και δάση. Και τώρα δεν έμενε παρά η τρίτη και τελική φάση της πατριωτικής… επιχείρησης των θλιβερών ηρώων-συμμοριτών του Τοπάλ Οσμάν. Δεν χρειάστηκαν παρά μια αγκαλιά ξερά χόρτα και μερικά σπασμένα πέταυρα (χαρτόματα) ν’ ανάψει η φωτιά. Και σε λίγο τα δύο σπίτια, έγιναν πυροτέχνημα και ζώστηκαν, από μέσα κι’ απ’ έξω, από πύρινες γλώσσες και μαυροκόκκινο καπνό. Το τι ακολούθησε την ώρα εκείνη δεν περιγράφεται. Οι μητέρες ξετρελαμένες, έσφιγγαν, αλαλάζοντας και τσιρίζοντας με όλη τη δύναμη της ψυχής τους, στην αγκαλιά τα μωρά τους, που έκλαιγαν και κραύγαζαν “μάνα, μανίτσα!”. Οι κοπέλες και οι άλλες γυναίκες με τους γέρους γονείς, τα παιδιά και τους αρρώστους, κραύγαζαν και αρπάζονταν μεταξύ τους σαν να ήθελαν να πάρουν και να δώσουν κουράγιο και βοήθεια, καθώς έπαιρναν φωτιά τα μαλλιά και τα ρούχα τους κι’ άρχισαν να γλύφουν το κορμί οι φλόγες. Κραυγές, που ξέσκιζαν το λαρύγγι και τ’ αυτιά, φωνές μανιακές και κλάματα βροντερά, άγρια ουρλιαχτά ανθρώπων, που έχασαν από τρόμο και πόνο τα μυαλά τους, χτυπήματα στα στήθη, στον πυρακτωμένο αέρα και στους τοίχους – χαλασμός κόσμου, ένα ζωντανό κομμάτι από την κόλαση στη γη! Αυτή την εφιαλτική εικόνα παρίσταναν, τα πρώτα λεπτά, τα δύο σπίτια που τα είχαν αγκαλιάσει οι φλόγες”.

Περιγραφή Αμερικανίδας δημοσιογράφου η οποία ήταν αυτόπτης μάρτυρας των γεγονότων: 

«Καθ’ οδόν συναντούσαμε ομίλους γερόντων, παιδιών, σε μια ατέλειωτη πορεία μαρτυρίου, όπου έπεφταν νεκροί από την εξάντληση και από τα χτυπήματα των συνοδών Τούρκων. Οι περισσότεροι εκλιπαρούν τον θάνατον. Στην πόλη Μεζερέχ ξαφνικά ακούσαμε φωνές περίπου τριακοσίων μικρών παιδιών, μαζεμένων σε κύκλο. Είκοσι τσανταρμάδες – χωροφύλακες που κατέβηκαν από τα άλογά τους- χτυπούσαν σκληρά και ανελέητα τα παιδιά με τα μαστίγια και τα τρυπούσαν με τα ξίφη τους για να μην κλαίνε. Το θέαμα ήτο πρωτοφανές, φρικώδες! Τα παιδάκια έσκυβαν κι έβαζαν τα χεράκια τους πάνω στο κεφάλι για ν’ αποφύγουν τα χτυπήματα. Μία μητέρα που όρμησε για να σώσει το παιδί της δέχτηκε το ξίφος στην καρδιά κι έπεσε κατά γης. Πάθαμε νευρική κρίση! Παντού βλέπαμε πτώματα γυναικών, παιδιών και γερόντων. Η Αμερικανική Υπηρεσία υπολογίζει τους Έλληνες που εξολόθρευσαν οι Τούρκοι στη Σεβάστεια σε τριάντα χιλιάδες!» Όσοι γλίτωσαν από το τουρκικό σπαθί κατέφυγαν ως πρόσφυγες στη Νότια Ρωσία, ενώ γύρω στις 400.000 ήλθαν στην Ελλάδα. Με τις γνώσεις και το έργο τους συνεισέφεραν τα μέγιστα στην ανόρθωση του καθημαγμένου εκείνη την εποχή ελληνικού κράτους και άλλαξαν τις πληθυσμιακές ισορροπίες στη Βόρεια Ελλάδα. 


Η σφαγή τών Νηπίων τής ΣΑΝΤΑ

Μητέρες αναγκάστηκαν να θυσιάσουν ότι πολυτιμότερο είχαν στη ζωή τους, τα ίδια τα μικρά τους, για να σωθούν τα μεγαλύτερα παιδιά και οι οικογένειες τους. Η επιλογή του θανάτου από το να πέσουν στα χέρια των Τούρκων-ειδικά τα μικρά κορίτσια όπου πολλαπλώς βιαζόταν πριν ξεψυχήσουν- γινόταν δύσβατος μονόδρομος που έπρεπε οι δόλιες οι μάνες να τον περάσουν ολομόναχες αλλά και να τον πληρώσουν με αβάσταχτο πένθος για την υπόλοιπη ζωή τους.

Ο Κώστας Κουρτίδης, θα γράψει στο ημερολόγιό του για την νύχτα της 10ης προς 11η Σεπτεμβρίου 1921:

Η νύχτα αυτή ήταν η πιο τρομακτική νύχτα που έζησα στη ζωή μου. Κάνοντας πρόχειρα προχώματα παραταχτήκαμε για μάχη. Γυναίκες και παιδιά (τριακόσιοι περίπου) μαζεύτηκαν λίγο πιο πάνω μέσα σε μια σπηλιά, τους οποίους φυλούσαν περίπου εκατόν είκοσι νέοι άοπλοι. Επί εννιά ώρες αγωνιζόμασταν ενάντια στον τουρκικό στρατό, που μας περικύκλωσε από παντού, εκτός από μια δίοδο προς το δάσος Βαϊβάτερε, για να έχουμε διέξοδο την τελευταία στιγμή. Τα μεσάνυχτα σταμάτησε το πανδαιμόνιο των πυροβολισμών και οι αντάρτες και τα γυναικόπαιδα αποσύρθηκαν στη θέση Μερτζάν Λιθάρ. Τότε έπρεπε, πριν ξημερώσει, να βρεθεί μια λύση: ν’ απομακρύνονταν εντελώς αθόρυβα από εκείνη τη θέση, γιατί αλλιώς θα γινόταν ο τάφος μικρών και μεγάλων, ενόπλων και αμάχων. Εκείνες τις τραγικές ώρες, μοιραίες, απελπισμένες μάνες αναγκάστηκαν να θανατώσουν βρέφη και μικρά παιδιά που έκλαιγαν, για να μην προδώσουν τις θέσεις τους. Όταν ξημέρωσε κι οι Τούρκοι ξεκίνησαν την επιχείρηση εναντίον των ανταρτών, αντίκρισαν επτά βρέφη σφαγμένα! Τότε ο ίδιος ο μέραρχος επικεφαλής έδωσε διαταγή στον τουρκικό στρατό να γυρίσει πίσω στη Σάντα λέγοντας: άνθρωποι που σκότωσαν τα παιδιά τους είναι αδύνατον να πιαστούν και άρα είναι περιττό να μείνουμε άλλο εδώ. 

Την ιστορία των νηπίων που θυσιάστηκαν από τις ίδιες τους τις μάνες ώστε μη μαρτυρήσουν άθελά τους το σημείο όπου κρύβονταν περίπου 300 Σανταίοι, αφηγείται στο παρακάτω βίντεο ο Τάκης Βαμβακίδης. Τη μουσική έγραψε ο Δημήτρης Πιπερίδης, ο οποίος παίζει και λύρα. Ενα συγκλονιστικό βίντεο πού το νιώθουν μόνο οι ξεριζωμένοι καί οι πατριωτικές καρδιές.


https://www.youtube.com/watch?v=xJaDaBDDn84


Ο δολοφονημένος Τοπάλ Οσμάν

Στο αρχηγείο της 2ης στρατιάς(ενν. τού κεμαλικού στρατού τής Εθνοσυνέλευσης τής Άγκυρας με έδρα το Άκσεχιρ) ο Αχμέτ Εμίν Γιαλμάν γνώρισε τόν (Τοπάλ) Οσμάν Αγά. Η διαταραγμένη ψυχοσύνθεση του Οσμάν και τα γενοκτονικά του ένστικτα επιβεβαιώνονται από τον ίδιο τον Γιαλμάν, ο οποίος κατά την περίοδο του ελληνοτουρκικού πολέμου εργαζόταν ως πολεμικός ανταποκριτής σε τουρκική εφημερίδα της Κωνσταντινούπολης. Η πρώτη εντύπωση που αποκόμισε από «αυτόν τον βάρβαρο», όπως ο ίδιος τον χαρακτηρίζει, προήλθε από ένα περιστατικό που συνέβη με τον οχτάχρονο γιο του. Επειδή ο Γιαλμάν καθυστέρησε λίγο να εμφανίσει μια φωτογραφία του παιδιού που είχε βγάλει, ο μικρός τράβηξε όπλο και απειλώντας τον, του είπε: «Τη φωτογραφία τώρα ή σε σκοτώνω». Ο πατέρας του, ο Τοπάλ Οσμάν, που ήταν παρών στη σκηνή, κοιτούσε το παιδί του με ικανοποίηση καί υπερηφάνεια. «Το μήλο κάτω από την μηλιά θα πέσει», προσθέτοντας ότι «η στόφα της μηλιάς φαίνεται από τα μήλα της». Ο ίδιος ο Οσμάν αφηγήθηκε στον Γιαλμάν ότι όταν το σώμα του παγίδεψε μια ομάδα Ποντίων ανταρτών σε ενέδρα και έπιασε αιχμαλώτους, οι Έλληνες απευθύνθηκαν σε έναν Βρετανό διπλωματικό αντιπρόσωπο για την απελευθέρωσή τους. Τήν ημέρα που ο Βρετανός απεσταλμένος έφτασε στην Κερασούντα για να εξετάσει την υπόθεση, ο Οσμάν επινόησε ένα μοχθηρό σχέδιο για να αποπροσανατολίσει τον διπλωμάτη και να συνεχίσει το εκτελεστικό του έργο.Υποδέχτηκε θερμά τον Βρετανό προσκαλώντας τον σε μια δεξίωση που θα διεξαγόταν προς τιμήν του στο δημαρχείο της πόλης. Εκείνο το βράδυ, του αφηγούταν ο Τοπάλ Οσμάν, «ενόσω οι εορτασμοί τελούνταν στη μεγάλη αίθουσα (δεξιώσεων), ένας από τους Έλληνες αρχηγούς της επανάστασης εκτελέστηκε με διαταγή μου στη διπλανή αίθουσα υποδοχής. Τον είχαμε συλλάβει και ανακρίνει την προηγούμενη νύχτα. Φρόντισα να ενημερώσω τους Έλληνες για την εκτέλεσή του, όντας σίγουρος ότι την επομένη θα απευθύνονταν στον Βρετανό, μαρτυρώντας στον ίδιο το περιστατικό της εκτέλεσης ενός δικού τους που έγινε στην αίθουσα υποδοχής του δημαρχείου. Ξέρεις, συνέχισε ο Οσμάν, η πίεση ενός δυνατού χεριού στο λαιμό είναι αρκετή για κάνει τη δουλειά. Υπολόγιζα ότι ο Βρετανός θα περίμενε μια δημόσια εκτέλεση που θα τραβούσε την προσοχή του και έπραξα ανάλογα. Φυσικά ο διπλωμάτης δεν ἐλαβε σοβαρά υπόψη του την μαρτυρία του, ατιθέτως την απέρριψε, θεωρώντας την ψευδή και ανυπόστατη.   Μετά το τέλος της ιστορίας του, ο Γιαλμάν ήταν πλέον βέβαιος για το κτηνώδες ποιόν του Οσμάν και αποφάσισε να αποδεσμευτεί από την «υπερβολικά εκδηλωτική φιλοξενία του. Η προαναφερθείσα ιστορία, που εξομολογήθηκε ο ίδιος ο Οσμάν στον Γιαλμάν, συνιστά μια άμεση παραδοχή της δράσης των άτακτων σωμάτων του πρώτου στο πλαίσιο του οργανωμένου τουρκικού στρατού, και έρχεται να προστεθεί στις πάρα πολλές γραπτές και προφορικές μαρτυρίες που επιβεβαιώνουν το οργανωμένο σχέδιο εξόντωσης του ελληνικού στοιχείου της περιοχής του Πόντου και κατάπνιξης οποιασδήποτε μορφής αντίστασης του με στόχο τη μεθοδευμένη γενοκτονία του.

(Το παρόν άρθρο αποτελεί ουσιαστικά μια δημοσίευση αποσπασμάτων της συνέντευξης του Τοπάλ Οσμάν όπως παρατίθενται στα απομνημονεύματα του Α.Μ. Γιαλμάν )


istorikathemata.com.


Η Βουλή των Ελλήνων αποφάσισε ομοφώνως στις 24 Φεβρουαρίου 1994 την ανακήρυξη της 19ης Μαΐου ως Ημέρας Μνήμης της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου. 

Το αίτημα όμως της αναγνώρισης της γενοκτονίας των Ποντίων κρατήθηκε χαμηλά για δεκαετίες, ώσπου άρχισε σταδιακά να τίθεται εντονότερα από την προσφυγική «Κοινωνία των Πολιτών», τους επιζήσαντες και τους απογόνους τους, κατά τις τελευταίες δεκαετίες του 20ου αιώνα. Τονίζεται ότι οι Τούρκοι δολοφόνησαν, βίασαν και εκτόπισαν χιλιάδες Πόντιους, εκ των οποίων πολλοί πέθαναν από τις κακουχίες καθώς αναγκάστηκαν να καλύψουν με τα πόδια τεράστιες αποστάσεις. Μάλιστα, οι Τούρκοι δεν τους επέτρεπαν να παραλάβουν ούτε τρόφιμα ούτε στρώματα και τους υποχρέωναν να διανυκτερεύουν σε έρημα μέρη που ήταν εκτεθειμένα στις χειμερινές συνθήκες. Πολλοί πέθαιναν από την πείνα ή τους αποτελείωναν οι Τούρκοι με τη λόγχηΤο δόγμα πάνω στο οποίο στηρίχτηκε η απόφαση και το σχέδιο Γενοκτονία των χριστιανών της Ανατολίας, ήταν ότι με δεδομένη και επερχόμενη τη διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, θα έπρεπε να εκκαθαριστεί η Ανατολία από τους χριστιανικούς πληθυσμούς, που αποτελούσαν το ένα τρίτο του συνόλου, και στη θέση τους να μεταφερθούν μουσουλμάνοι από τα Βαλκάνια, έτσι ούτως ώστε να ιδρυθεί η «νέα Τουρκία» η οποία θα στηρίζεται σε τέσσερις πυλώνες: Ένα κράτος, ένα έθνος, μια γλώσσα μια θρησκεία. Έτσι, άρχισαν να εφαρμόζουν το σχέδιο από τα Χριστούγεννα του 1913, εναντίον των Ελλήνων της ανατολικής Θράκης, για να επεκταθεί σταδιακά εναντίον όλων των Ελλήνων της Ανατολίας, των Αρμενίων και των Ασσυρίων. Ο όρος ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑ σημαίνει τη μεθοδική εξολόθρευση, ολική ή μερική, μιας εθνικής, φυλετικής ή θρησκευτικής ομάδας. Πρόκειται για ένα πρωτογενές έγκλημα, το οποίο δεν έχει συνάρτηση με πολεμικές συγκρούσεις. Ο γενοκτόνος δεν εξοντώνει μια ομάδα για κάτι που έκανε, αλλά για κάτι που είναι. Στην περίπτωση των Ελλήνων του Πόντου, επειδή ήταν Έλληνες και Χριστιανοί. Αποτελεί το βαρύτερο έγκλημα σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, για το οποίο μάλιστα ΔΕΝ υπάρχει παραγραφή. Η διεθνής κοινότητα αναγνώρισε άμεσα ή έμμεσα τις άλλες δύο γενοκτονίες του αιώνα μας, των Εβραίων και Αρμενίων. Η γενοκτονία των Ποντίων έχει τις ίδιες ηθικές αναλογίες με αυτές των Εβραίων και των Αρμενίων, δυστυχώς όμως αποτελεί τη λιγότερο μνημονευόμενη και περισσότερο λησμονημένη από τους εθνικούς και διεθνείς οργανισμούς. Ολοι εμείς λοιπόν πρέπει μπορούμε και οφείλουμε να το αναγάγουμε σε μείζον εθνικό και διεθνές θέμα, άσχετα με τις δικαιολογίες που επικαλέστηκαν τότε και συνεχίζουν να επικαλούνται μέχρι σήμερα, οι Τούρκοι. Πρέπει να γίνει Ενημέρωση της διεθνούς κοινής γνώμης συνεχώς.  Αναγνώριση της γενοκτονίας από ξένα κράτη. Διεκδίκηση αποζημιώσεων από το τουρκικό κράτος. Διεκδίκηση των πατροπαράδοτων εδαφών από την Τουρκία. Πρέπει να βοηθήσουμε όλοι όσους στηρίζουν το αίτημα να αναγνωριστεί η γενοκτονία του Μικρασιατικού Ελληνισμού και να καταδικαστεί η Τουρκία έτσι όπως καταδικάστηκε στην ιστορική συνείδηση της ανθρωπότητας και η ναζιστική Γερμανία. Δεν είναι συναισθήματα εκδίκησης που υπαγορεύουν την πρόταση αυτή. Μόνο ανάγκη απονομής Δικαιοσύνης στα θύματα, μα και στην ανθρωπότητα ολόκληρη. Είναι Ανάγκη να πάψει πια το φρικτό έγκλημα της γενοκτονίας να αποτελεί εύκολη λύση των διεθνών προβλημάτων. 


“Δεν υπάρχει γομολάστιχα που να σβήνει ότι έχει γραφτεί με αίμα. Κι η γενοκτονία των Ποντίων είναι γραμμένη με αίμα που δεν πρόκειται να σβήσει.”

Σαράντος Καργάκος


ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΤΗΣ ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑΣ ΤΩΡΑ ! ! !


https://www.pontosnews.gr/

https://thecaller.gr/xronomixani/


Δεν υπάρχουν σχόλια: