Ο Μέγας Αλέξανδρος και ο καταχραστής Άρπαλος




Η κατάχρηση είτε αφορά στην εξουσία, είτε αφορά στους θεσμούς, είτε αφορά την εμπιστοσύνη του ενός προς τον άλλον, είτε αφορά στα οικονομικά αγαθά, είναι ένα θέμα που αποτελεί από την αρχαιότητα ως τις μέρες μας, ως έννοια, ένα μεγάλο πρόβλημα στις σχέσεις των πολιτών με την κεντρική εξουσία.

Ένας από τους μεγάλους καταχραστές της αρχαιότητας ήταν ο Άρπαλος. Η υπόθεσή του επιλέχτηκε για να τονιστούν οι πολλές ομοιότητες της τότε κοινωνίας με τη σημερινή. Μιας κοινωνίας που, αν και απέχουμε 2.314 χρόνια από αυτήν, είχε και τότε ίδια περίπου προβλήματα με τη σημερινή. Προβλήματα διαφθοράς, ασυνέπειας, συναλλαγής, προδοσίας, λεηλασίας του δημοσίου πλούτου, μικροκομματικής λογικής, ιδίως από αυτούς που, λόγω θέσης, έπρεπε να είναι αμερόληπτοι, τίμιοι, αδέκαστοι, νομιμόφρονες, πατριώτες και, φυσικά, δεν ήταν.Ένα από τα μεγάλα σκάνδαλα λοιπόν ήταν και η κατάχρηση του Άρπαλου, προσωπικού φίλου του Μ. Αλεξάνδρου και θησαυροφύλακά του.

Ας κάνουμε όμως μια χρονολογική αναδρομή στην ιστορία μας. Ο Μέγας Αλέξανδρος ανέλαβε τον Μακεδονικό θρόνο, μετά τη δολοφονία του πατέρα του Φιλίππου από το σωματοφύλακά του Παυσανία, το 336 π.Χ., σε ηλικία 20 ετών. Στηρίχτηκε στους παιδικούς του φίλους αλλά και στους πιστούς στρατηγούς του πατέρα του, για να ενισχύσει τη θέση του και να εδραιωθεί στο θρόνο εξοντώνοντας τους εχθρούς και πιθανούς καταπατητές του θρόνου του.Από την ηλικία των 13 ετών, όπου μαθήτευσε στους μεγάλους δασκάλους-παιδαγωγούς της εποχής του, τον Λεωνίδα και τον Λυσίμαχο και από την ηλικία των 16 ετών, όπου μαθήτευσε κοντά στον Αριστοτέλη, είχε συμμαθητές πολλούς ευγενείς Μακεδόνες και Έλληνες, συνομήλικούς του, με τους οποίους τους συνέδεε μια ανυπόκριτη, δυνατή και διαρκής φιλία, μέχρι το τέλος της ζωής του. Αυτοί ήταν οι εξής: Ηφαιστίων, Λεοννάτος, Μαρσύας, Νικάνωρ (από την Πέλλα όλοι τους), ο Άρπαλος του Μαχάτα (Ελιμιώτης), Πτολεμαίος ο Λάγου (μάλλον ετεροθαλής αδελφός του από Εορδαία), Νέαρχος (Κρητικός, αλλά από την Αμφίπολη), Ερίγυος και Λαομέδων (Λέσβιοι), Αμύντας και Πευκέστας (αδέλφια), Θεσσαλός ο Κορίνθιος κ.α.Όλοι αυτοί πήραν μεγάλα πολιτικά και στρατιωτικά αξιώματα, ανάλογα με την αξία και τις ικανότητες που είχε ο καθένας τους. Ο Μ. Αλέξανδρος έδινε την εξουσία μόνο σε όσους την άξιζαν, ενεργώντας όχι ευνοιοκρατικά, αλλά ρεαλιστικά και αξιοκρατικά. (Το ίδιο έκανε και ο Μ. Ναπολέων που έπαιρνε ένα λοχία και τον έκανε στρατάρχη π.χ. το Λαν). Σχεδόν όλοι αυτοί ήταν ομοτράπεζοί του και μερικοί σωματοφύλακές του.Όλοι τους - πλην του Άρπαλου, που ήταν χωλός - ήταν δυνατοί και ατρόμητοι πολεμιστές και πάντοτε διακρίνονταν στη διοίκηση και ως πολεμικοί ηγέτες.Ο Άρπαλος. Λόγω του σωματικού του προβλήματος, όπως προανέφερα, ανέλαβε οικονομικό πόστο και όχι στρατιωτικό. Πριν από τη μάχη της Ισσού (Νοέμβριος 333 π.Χ.) , όντας διορισμένος θησαυροφύλακας της στρατιάς, παρασυρμένος από τον Ταυρίσκο, έφυγε μαζί του δυτικά, παίρνοντας μαζί του όλα τα χρήματα της στρατιάς και κατέφυγε στα Μέγαρα. Ο Μ. Αλέξανδρος δέχτηκε τη μετάνοιά του, τον ξανακάλεσε δίπλα του και τον όρισε γενικό διαχειριστή των θησαυρών του κράτους με έδρα τα Εκβάτανα (όπου αργότερα δολοφονήθηκε ο Παρμενίων, μετά την εκτέλεση του Φιλώτα).Οι θησαυροί αυτοί ήταν μυθώδους αξίας, γιατί εκεί βρίσκονταν συγκεντρωμένοι όσοι είχαν βρεθεί στις τέσσερις πρωτεύουσες του περσικού κράτους και σε άλλες μικρότερες πόλεις, αξίας περίπου 700.000 ταλάντων (430 δις δραχμές το 1968 ή 600 και άνω δις σημερινά ευρώ). Ακόμη, είχε εισπράξει άλλα 100.000 χρυσά τάλαντα κατά τα πέντε χρόνια της απουσίας του Μ. Αλεξάνδρου στην Ανατολή από φόρους.Με το να απομακρύνεται όμως όλο και μακρύτερα, προς Ανατολάς, ο Μ. Αλέξανδρος, ο Άρπαλος έγινε ανεξέλεγκτος. Επιδόθηκε σε παντός είδους ακολασίες και καταχρήσεις. Η φήμη του έφτασε μέχρι την Ελλάδα, όπου οι κωμωδιογράφοι τον διέσυραν για τα «κατορθώματά» του. Είχε ερωτικές σχέσεις με Ασιάτισσες και μετακάλεσε από την Αθήνα την εταίρα Πυθιονίκη. Όταν αυτή πέθανε προς τιμήν της έστησε μνημεία στην Αθήνα και τη Βαβυλώνα. Μετά το θάνατό της κάλεσε από την Αθήνα άλλη εταίρα, την περιβόητη Γλυκέρα, που την εγκατέστησε στα ανάκτορα της Ταρσού. Είχε πορωθεί τόσο πολύ, ώστε όταν του προσέφεραν χρυσό στεφάνι, απαιτούσε να δίδεται και στη Γλυκέρα ένα άλλο και να την προσκυνούν ως βασίλισσα.Αυτά είχαν καταγγελθεί στο Μ. Αλέξανδρο, ο οποίος τα θεώρησε υπερβολικά και όχι μόνο δεν κυνήγησε εγκαίρως τον Άρπαλο, αλλά θυμούμενος την παλιά του φιλία με αυτόν φυλάκισε αυτούς που τον κατάγγειλαν ως συκοφάντες. Όταν γύρισε ο Μ. Αλέξανδρος στα Σούσα (Άνοιξη 334 π.Χ.), δηλαδή μετά την επιστροφή του απʼ την εκστρατεία της Ανατολής στην Ινδία, πληροφορήθηκε ότι είχε ξαναφύγει με θησαυρούς (5.000 τάλαντα). Ο Άρπαλος, γνωρίζοντας ότι ο Αλέξανδρος πολεμούσε πάντα στην πρώτη γραμμή και ότι το μυαλό του ήταν πάντα στη δόξα και την κατάκτηση, πίστευε ότι ήταν αδύνατο να ξαναγυρίσει ζωντανός, ύστερα από τόσους αγώνες και μάχες στα βάθη της Ανατολής.Αυτό φυσικά το πίστευαν και πολλοί άλλοι που το πλήρωσαν με τη ζωή τους, όταν γύρισε απʼ την εκστρατεία της Ανατολής. Εκτέλεσε όλους τους παραβάτες που του καταγγέλθηκαν, δηλαδή τους καταχραστές, βιαστές, συλητές τάφων(π.χ. του Κύρου του Μεγάλου), τρεις στρατηγούς (Μενίδας, Σιτάλκης, Ήρων), τρεις σατράπες, που είχαν σηκώσει κεφάλι και ήταν ασύδοτοι, μαζί με τους συνεργούς στρατιώτες τους, περίπου 600 άτομα στη Βαβυλώνα.

Η υπόθεση του Άρπαλου αποδεικνύει ότι ο Μ. Αλέξανδρος από ένα σημείο και μετά δε μπορούσε να έχει εμπιστοσύνη ούτε σε πολύ στενά του πρόσωπα, γιατί ο πειρασμός της διασπάθισης του χρήματος και της κατάχρησης εξουσίας ήταν πολύ μεγάλος για όσους αναλάμβαναν υπεύθυνες θέσεις και αξιώματα.Η αυστηρή τιμωρία που επέβαλε ο Αλέξανδρος στους ποικιλώνυμους παραβάτες έδωσε σε όλους να καταλάβουν ότι σε ζητήματα σωστής και αδέκαστης διοίκησης ήταν απόλυτος. Άλλωστε ήταν και ο μόνος τρόπος για να διοικηθεί η απέραντη αυτοκρατορία του. Επικράτησε δηλαδή ένας απέραντος τρόμος σʼ όλους τους παραβάτες.Αυτά τα πληροφορήθηκε (τις 600 εκτελέσεις) ο Άρπαλος και τρομοκρατήθηκε. Πήρε μαζί του 5.000 τάλαντα, τη Γλυκέρα, την κόρη του από την Πυθιονίκη και κατέφυγε στα παράλια της Μ. Ασίας. Στρατολόγησε 6.000 μισθοφόρους και με 30 πλοία κατέπλευσε στο Σαρωνικό κόλπο, στη Μουνιχία. Οι Αθηναίοι δεν τον δέχτηκαν με τιμές, όπως ήλπιζε, γιατί φοβούνταν την αντίδραση του Μ. Αλεξάνδρου, παρόλο που τον είχαν κάνει επίτιμο δημότη τους παλιότερα, λόγω της προσφοράς του προς αυτούς σιταριού και άλλων δωρεών.Ύστερα από διαπραγματεύσεις του επιτράπηκε να αποβιβαστεί μόνος, οπότε πήγε στην εκκλησία του Δήμου και τους πρότεινε να τους δώσει μέρος του θησαυρού του και τους μισθοφόρους του. Παράλληλα όμως έφτασε στην Αθήνα και τελεσίγραφο του Φιλόξενου, που ήταν ο διάδοχος του Άρπαλου στη θέση του διαχειριστή των χρημάτων, που τους ζητούσε να τον εκδώσουν. Άρχισαν ατελείωτες συζητήσεις στην Πνύκα για το θέμα, όπου κυριαρχούσαν οι αντιμακεδονίζοντες με τον Υπερείδη, που στήριζαν τη θέση του Άρπαλου και οι Μακεδονίζοντες, οι οποίοι πρότειναν την έκδοση του καταχραστή.Ο Φωκίων και ο Δημοσθένης υποστήριζαν τη μέση λύση. Έτσι, αποφασίστηκε να φυλακιστεί στην Ακρόπολη ο Άρπαλος, εως ότου αποφασίσει ο Αλέξανδρος για την τύχη του. Ο Δημοσθένης ορίστηκε επίτροπος, για να παραλάβει τα χρήματα, στον οποίο ο Άρπαλος δήλωσε ότι είχε μαζί του 700 τάλαντα ( ο πλουσιότερος Έλληνας εφοπλιστής ή τραπεζίτης δεν είχε τότε περιουσία πάνω από 300 τάλαντα). Όμως, την επόμενη, όταν μετρήθηκαν τα τάλαντα, αντί για 700 βρέθηκαν μόνο 350 (πάλι εδώ οι μίζες για εξαγορά Αθηναίων). Αλληλοκατηγορούνταν πολλοί στην Πνύκα για δωροδοκία και ο Άρειος Πάγος πρότεινε να δηλώσουν οι ένοχοι ότι τα πήραν, πράγμα που δεν έγινε.Ο Μ. Αλέξανδρος έθεσε σε ετοιμότητα το στόλο του, έτοιμος να επιτεθεί στην Αθήνα και ύστερα από αυτά ο Άρπαλος δραπέτευσε και εξαφανίστηκε. Όλοι πείστηκαν ότι ο Άρπαλος είχε εξαγοράσει τους πάντες, για να δραπετεύσει, ανάμεσα σε αυτούς και ο Δημοσθένης, κανείς όμως δεν προσήλθε στο Δήμο για να απολογηθεί και να αποσείσει τις κατηγορίες.Έτσι, το θέμα παραπέμθηκε στις δικαστικές καλένδες.Ο Άρπαλος κατέφυγε στο Ταίναρο, όπου παρέλαβε τους υπόλοιπους θησαυρούς και μισθοφόρους του και έπλευσε στην Κρήτη. Εκεί δολοφονήθηκε από κάποιον Σπαρτιάτη Θίβρωνα, ίδιου φυράματος κι αυτός,ο οποίος κατέφυγε στην Αφρική, όπου άρχισε τις λεηλασίες. Όμως το 322 π. Χ. τον συνέλαβε ο Πτολεμαίος Αʼ και τον σταύρωσε στην Αλεξάνδρεια.Στη συνέχεια ένας δούλος του Άρπαλου, που τηρούσε τους λογαριασμούς του, από την Κρήτη, πήγε στη Ρόδο, παραδόθηκε στο Φιλόξενο και του αποκάλυψε τα σχετικά με τα κλοπιμαία.Αναφορικά τώρα με την εμπλοκή του Δημοσθένη. Επισκέφτηκε – κατά τον Πλούταρχο – τον Άρπαλο στη φυλακή, είδε ότι είχε μια χρυσή βασιλική κύλικα, του άρεσε, την πήρε στα χέρια του, την περιεργάστηκε και ρώτησε τον Άρπαλο πόσο μπορεί να στοιχίζει. Ο Άρπαλος χαμογελώντας του είπε ότι θα του κοστίσει 20 χρυσά τάλαντα.Την ίδια νύχτα του την έστειλε στο σπίτι του, μαζί με τα 20 τάλαντα (περίπου 600 κιλά χρυσάφι).



Έξι μήνες αργότερα άρχισαν οι δίκες περί των «Αρπαλείων χρημάτων», που υπήρξαν ολέθριες για την Αθήνα. Οι επιφανέστεροι Αθηναίοι αλληλοκατηγορούνταν για τα κλεμμένα, ενώ ο Δημοσθένης υποχρεώθηκε να πληρώσει το ποσό που ιδιωποιήθηκε στο πενταπλάσιο και επειδή δεν είχε να τα πληρώσει φυλακίστηκε. (Ας τα ακούνε οι βουλευτές και οι δικαστές μας, για να βγάλουν τα συμπεράσματά τους).

Όμως με τη βοήθεια φίλων του ο Δημοσθένης δραπέτευσε και πήγε στην Τροιζήνα και αργότερα στην Αίγινα, απʼ όπου ικέτευε τους Αθηναίους να του επιτρέψουν να ξαναγυρίσει. Παρόλα αυτά εξακολουθούσε να βυσσοδομεί κατά του Μ. Αλεξάνδρου και των Μακεδόνων.

Μετά το θάνατο του Αλεξάνδρου (13-6-323 π.χ.) οι Αθηναίοι ψήφισαν την επάνοδό του, αλλά αυτός εξακολούθησε την αντιμακεδονική του τακτική. Ακολούθησε ο Λαμιακός πόλεμος, όπου οι Αθηναίοι και οι σύμμαχοί τους συνετρίβησαν από τον Αντίπατρο και τον Κρατερό, που έιχε έλθει από τη Μ. Ασία και ο στόλος τους καταστράφηκε στην Άβυδο και την Αμοργό.

Η Αθήνα τιμωρήθηκε σκληρά. Πλήρωσε πολεμική αποζημίωση, δέχτηκε την εγκατάσταση Μακεδονικής φρουράς στην Ακρόπολη, ενώ καταδικάστηκαν σε θάνατο ο Δημοσθένης και ο Υπερείδης και άλλοι αντιμακεδονίζοντες δημαγωγοί.

Όλοι εκτελέστηκαν πλην του Δημοσθένη, ο οποίος δραπέτευσε και κατέφυγε στο ναό του Ποσειδώνα στην Καλαυρία (σημ. Πόρος), όπου αυτοκτόνησε με δηλητήριο (Οκτώβριος 322 π.χ.), για να μην συλληφθεί.

Αλλά και ο φίλος των Μακεδόνων Δημάδης καταδικάστηκε, γιατί ομολόγησε ότι πήρε και αυτός 20 τάλαντα, αλλά είχε το θράσος να ομολογήσει ότι στο μέλλον πάλι θα χρηματίζεται. Τα 100 τάλαντα με τα οποία τιμωρήθηκε, πληρώθηκαν από άλλους, γιατί αυτός δεν τα είχε. Όμως εξακολούθησε να παρανομεί και, επειδή δεν μπορούσε να εξοφλήσει τις ποινές που του επιβλήθηκαν, κηρύχτηκε άτιμος (δηλ. στερημένος πολιτικών δικαιωμάτων).

Αυτή ήταν η εικόνα της Αθηναϊκής Δημοκρατίας εκείνης της εποχής, εικόνας παραπλήσιας με τη σημερινή ελληνική πραγματικότητα. Μια πραγματικότητα πολύ ζοφερότερη από ό,τι βιώνομε.

Σήμερα ζούμε τη δυσκολότερη περίοδο της Ιστορίας μας, όπου είμαστε επικεντρωμένοι στα οικονομικά θέματα, που ταλανίζουν όλους μας, ξεχνώντας ή αδιαφορώντας για τη νεοοθωμανική επεκτατική πολιτική του Υπουργού Εξωτερικών της Τουρκίας Νταβούτογλου.

Είναι λάθος ο όρος ότι η «ιστορία επαναλαμβάνεται». Το σωστό είναι ότι η «Ιστορία αναπλάθεται σκόπιμα».





Μανὠλης Ιατράκης




Καπετάν Γκόνος Γιώτας



Ο καπετάν Γκόνος διέθετε μεγάλη και πολύτιμη πείρα από τη διεξαγωγή του ανταρτοπόλεμου στη Λίμνη, γνώριζε καλά τη νοοτροπία, τη συμπεριφορά και την τακτική των κομιτατζήδων και έδινε συχνά οδηγίες και συμβουλές στους συνήθως παρορμητικούς αρχηγούς των ελληνικών ομάδων, να ενεργούν με σύνεση και σκεπτικισμό, να υπολογίζουν τις τοπικές συνθήκες και να φυλάγονται από τα ύπουλα συναπαντήματα με τους κομιτατζήδες.Συχνά κατέληγε στη στερεότυπη συμβουλή του προς τους νεοφερμένους αρχηγούς, με την ιδιόρρυθμη προφορά που του αποδίδεται: «Εντώ τέλει υπομονή και μάτια ντέκα τέσσερα». Ο Καπετάν Άγρας, που του άρεσε ιδιαίτερα να πειράζει και να χαριεντίζεται με την απλοϊκότητα και τον αυθορμητισμό του Γκόνου, συμπλήρωνε την προτροπή του γελώντας: «Τότε να φορέσουμε γυαλιά, Γκόνε».Ο Γκόνος Γιώτας κέρδισε από την πρώτη στιγμή τη συμπάθεια και την εκτίμηση του Καπετάν Άγρα, για τον ευθύ και αυθόρμητο χαρακτήρα του, για τον πατριωτισμό του, για την πολύτιμη πείρα του, για τη σιδερένια υγεία και τη σωματική του αντοχή, αλλά και για τα ιδιόμορφα ελληνικά του.Όλοι οι αρχηγοί των ελληνικών σωμάτων και ανταρτικών ομάδων, αξιωματικοί ή υπαξιωματικοί, που καταφθάνανε από τη Νότια Ελλάδα, δεν άντεχαν περισσότερο από 4 έως 6 μήνες ζωής και πολεμικής δράσης μέσα στον Βάλτο. Η ανυπόφορη υγρασία από τη μια και οι θέρμες της ελονοσίας που θέριζαν την περιοχή από την άλλη, πολύ σύντομα κλόνιζαν την υγεία τους και τους υποχρέωναν, μετά από ολιγόμηνη παραμονή, να εγκαταλείπουν προσωρινά ή οριστικά τη Λίμνη και το Προξενείο Θεσσαλονίκης έπρεπε να είναι σε διαρκή ετοιμότητα για την αντικατάστασή τους.


Ο Γκόνος Γιώτας ήταν ο μόνος που άντεξε και στις θέρμες και στην υγρασία σ’ όλη τη διάρκεια της παραμονής του στη Λίμνη, από το 1904 μέχρι το 1908. Μπήκε από τους πρώτους μέσα στον υγρό της λαβύρινθο και την εγκατέλειψε τελευταίος, με την υποχρεωτική ανακωχή που επέβαλαν οι Νεότουρκοι τον Ιούλιο του 1908, όταν καταλύσανε το σουλτανικό καθεστώς με το νέο σύνταγμά τους. Δυόμισι χρόνια μετά την επιβολή του Χουριέτ, ο Γκόνος επέστρεψε πάλι στον αγαπημένο του Βάλτο (Νοέμβριος του 1910), αποφασισμένος να συνεχίσει τον αγώνα, αλλά έπεσε μαρτυρικά μέσα στους καλαμιώνες του (13 Φεβρουαρίου 1911), δολοφονημένος από τουρκικές σφαίρες και προδομένος από πρώην συντρόφους του.Ο Άγρας εκθείαζε συχνά την αδάμαστη αντοχή και το απρόσβλητο της υγείας του Γκόνου Γιώτα κι όταν αναφερόταν σ’ αυτόν έλεγε χαριτολογώντας: «Ο Γκόνος όχι μόνο δεν παθαίνει ελονοσία, αλλά και τα κουνούπια άμα τον τσιμπήσουν ψοφάνε».Τον συμβουλευόταν συχνά όχι μόνο για τις κακοτοπιές και τις παγίδες που έκρυβαν τα σκοτεινά περάσματα και οι καλαμιώνες του Βάλτου, αλλά ζήτησε και την ενεργό συμμετοχή του στην πρώτη πολεμική επιχείρηση που ανέλαβε εναντίον του Ζερβοχωρίου, που θεωρούνταν το κρησφύγετο και το ορμητήριο για πολλούς βοεβόδες της περιοχής, στα τέλη Οκτωβρίου του 1906. Ήταν ένα πολύ δύσκολο εγχείρημα και πέτυχε χάρη στις συντονισμένες ενέργειες και στη συνεργασία του Καπετάν Άγρα με τον Γκόνο Γιώτα.Δεν ήταν μόνο οι εδαφικές και οι κλιματολογικές συνθήκες που έκαναν τη ζωή σκληρή και ανυπόφορη στον Βάλτο.Το ίδιο και χειρότερες ήταν και οι συνθήκες διεξαγωγής του ανταρτοπόλεμου.Οι θηριωδίες της μορφής: «ο θάνατός σου η ζωή μου» και «οδόντα αντί οδόντος» ήταν καθημερινή πρακτική.Οι νεοφερμένοι αρχηγοί δεν ήταν εύκολο να προσαρμοστούν στη σκληρή πραγματικότητα και αντιδρούσαν, κατά περίσταση, ο καθένας με το δικό του τρόπο. Άλλοτε με υπερβολική ανοχή και ευαισθησία και άλλοτε με μεγαλοψυχίες που ούτε στο κλίμα ούτε στην πρακτική του ιδιόμορφου πολέμου άρμοζαν.

Ο Γκόνος Γιώτας τους πείραζε συχνά για τις υπέρμετρες ευαισθησίες και τον υπερβάλλοντα ζήλο τους. Είναι χαρακτηριστικός ο διάλογός του με έναν από τους αρχηγούς, που πιθανολογείται ότι ήταν ο Καπετάν Άγρας:
– Εσύ, όπως πας, μόνο για Ντεσπότης κάνεις. Εντώ ντεν είναι Άγιο Όρος, του είπε ο Γκόνος.
-Δεν είσαι καλός χριστιανός, Καπετάν Γκόνο, του απαντούσε με δικό του πείραγμα ο Άγρας.
-Εγκώ βαστάω νηστείες, εσείς ντεν βαστάετε.
-Και δεν είναι κρίμα και αμαρτία να σκοτώνουμε;
-Τι λες εσύ; Έχουμε ανοιχτά εσάπια (λογαριασμούς) με τους κομίτες.
-Και πότε θα κλείσουν οι λογαριασμοί σου Γκόνο;
-Όταν κλείσει τα μάτια του ο Αποστόλ και όλοι οι κομίτες.

Τον Φεβρουάριο του 1907 ο Καπετάν Άγρας διατάσσεται από το Κέντρο, για λόγους υγείας και ασφαλείας, να μεταβεί στη Νάουσα, όπου και θα αναρρώσει και θα αναλάβει από την περιπέτεια της υγείας του και τους δύο τραυματισμούς του.Φιλοξενείται στο σπίτι του εμπόρου και φίλου του Διαμαντή Μπίλλη. Την πορεία της υγείας του παρακολουθεί ο γιατρός και πρόεδρος της τοπικής επιτροπής του Αγώνα Χριστόδουλος Περδικάρης και ειδικότερα ο Φαρμακοποιός Φίλιππος Αρνής, που είχε περιθάλψει πολλούς άνδρες των ελληνικών σωμάτων.Δέχεται καθημερινά επισκέψεις φίλων και συνεργατών του από τη Νάουσα και τις γύρω περιοχές, επιτροπών του Αγώνα, αλλά και χωρικών που ζητούν να τους επιλύσει από σοβαρά προβλήματα έως και προσωπικές τους μικροδιαφορές. Δίνει συμβουλές και εντολές, στέλνει επιστολές προς τους κατοίκους χωριών στους οποίους συνιστά, με αυστηρές οδηγίες, να τηρούν δικαιοσύνη στις μεταξύ τους σχέσεις και να μένουν πιστοί στο Πατριαρχείο και στην ελληνική τους συνείδηση.Εκεί συναντιέται συχνά με οπλαρχηγούς της Λίμνης, μεταξύ αυτών και με τον Γκόνο Γιώτα από τον οποίο ενημερώνεται λεπτομερώς για την κατάσταση που επικρατεί στον αγαπημένο του Βάλτο.

Κάποια μέρα τον επισκέφθηκε ο πατέρας του Γκόνου, Βασίλειος Γιώτας, για να μάθει νέα της υγείας του. Ο Άγρας συγκινήθηκε πολύ από την επίσκεψη και το ενδιαφέρον του γέροντα και κατά τον αποχαιρετισμό τους του πρόσφερε, από ευγνωμοσύνη, τρεις χρυσές λίρες.Ο πατέρας του Γκόνου αρνήθηκε επίμονα να τις πάρει, γιατί δεν τις είχε ανάγκη και, όπως είπε στον Άγρα, τα χρήματα χρειάζονται για τον Αγώνα. Ο Άγρας όμως επέμεινε πολύ και τον παρακάλεσε να τις παραλάβει ως ένα μικρό και συμβολικό δώρο του για τις δύο αρραβωνιασμένες κόρες του και αδελφές του Γκόνου, που επρόκειτο σύντομα να τις παντρέψει και τότε μόνο ο σεβάσμιος γέροντας δέχτηκε το φιλοδώρημα του Καπετάν Άγρα.Όπως ο Γκόνος Γιώτας έτσι και ο Τέλλος Αγαπηνός, ο θρυλικός Άγρας, δεν πρόλαβε να δει την αγαπημένη του Μακεδονία ελεύθερη. Απαγχονίστηκε, ως γνωστόν, στις 7 Ιουνίου 1907, με τον πιστό σύντροφο Αντώνη Μίγκα, κοντά στο Τέχοβο (σημερινή Καρυδιά) προδομένος από τους βοϊβόδες Γκιόργκι Κασάπτσε και Βάνη Ζλατάν, για τους οποίους πίστεψε, οραματιστής και ιδεολόγος όπως ήταν, ότι μπορούσε να τους πλησιάσει, και να συνεργαστεί μαζί τους για το κοινό καλό και την ελευθερία της Μακεδονίας.


 

Ιωάννης Παπαλαζάρου

Εκπαιδευτικός και συγγραφέας

https://www.pellanews.gr/


Τραπέζι 3700 ετών από το Ακρωτήρι, τεκμήριο ενός πολιτισμού που ήταν πολύ μπροστά από την εποχή του!!



Ένα τραπέζι 3700 ετών από το Ακρωτήρι, τεκμήριο ενός πολιτισμού που ήταν πολύ μπροστά από την εποχή του

Η μινωική έκρηξη που αναστάτωσε το Αιγαίο και σίγησε τον σπουδαίο πολιτισμό της Θήρας, κάλυψε με ηφαιστειακή τέφρα την πόλη του Ακρωτηρίου "καταδικάζοντας" την να μείνει αιώνια. Στο Ακρωτήρι έχουμε μια μοναδική εικόνα της καθημερινότητας που δύσκολα κερδίζεται σε άλλα προϊστορικά κέντρα. Η έλλειψη οξυγόνου διατήρησε στοιχεία φθαρτών αντικειμένων μέσα από τα οποία αποκτούμε μια πλήρη εικόνα: Κρεβάτια, τραπέζια, καλάθια και άλλα αντικείμενα που δείχνουν έναν λαό εκλεπτυσμένο που διαρκώς εξελισσόταν. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ένα τραπέζι που βρέθηκε σε ένα από τα πλούσια σπίτια του οικισμού. Το φθαρτό ξύλο καταστράφηκε μεν, το αποτύπωμα όμως έμεινε και γέμισε γύψο με αποτέλεσμα ένα τέλειο εκμαγείο και ένα τραπεζάκι που είναι αδύνατο να πιστέψει κάνεις ότι έγινε σχεδόν 4000 χρόνια πριν.

Εκμαγείο ξύλινο τραπεζιού, υστεροκυκλαδική Ι 17ος αιώνας π. Χ. 

Μουσείο Προϊστορικής Θήρας, Φηρά
Φώτο: Kostis Talos 

Αθηνολόγιο

Η ιστορία της Ελένης της Ρωμιάς που έμεινε το '22 στην Τουρκία




(Lambo ustasının İstanbul'da doğan kızı Sofiya ile yıllar önce
Trabzon'da kaybettiği Eleni'sinin hikayeleri film olacak) aksam.com.tr


Η Maçkalı Ελένη είναι η ιστορία μιας Ελληνοπόντιας, της Ελένης, που στην ανταλλαγή των πληθυσμών δεν έφυγε μαζί με τους δικούς της στην Ελλάδα αλλά έμεινε στην Τουρκία και μετά από πολλά χρόνια.Κάποιοι τούρκοι την φέρνουν στο φως της δημοσιότητας για να γίνει κινηματογραφική ταινία που θα δείχνει και το μεγάλο δράμα χιλιάδων Ρωμηών κατά την διάρκεια της ανταλλαγής των πληθυσμών το 1922-23. Η προβολή αυτής της καταπληκτικής ιστορίας είναι και άλλο ένα δείγμα του πως κάποιες τύψεις από το μεγάλο εκείνο δράμα των Ελλήνων του Πόντου κατατρέχουν σήμερα πολλούς τούρκους, σε σημείο όχι μόνο να την δημοσιοποιήσουν, (εφημερίδα Akşam, 25/5/2013), αλλά και να τολμούν να την κάνουν κινηματογραφική ταινία που σίγουρα θα αποκαλύπτει πολλές πτυχές αυτού του δράματος. Να μην ξεχνάμε πως 2 χρόνια πριν απ αυτή είχε προβληθεί η τουρκική ταινία, «Yüreğine Sor», που αποκάλυπτε το μεγάλο δράμα των κρυπτοχριστιανών του Πόντου και η οποία δυστυχώς στη συνέχεια «εξαφανίστηκε» στην Τουρκία.

Η ιστορία της Ελένης έχει ως εξής:

Το 1920 ζούσε σε ένα χωριό έξω από την Τραπεζούντα ο μεταλλουργός Χαράλαμπος Χρυσοστομίδης με το παρατσούκλι, Lampo Usta, (δηλαδή Μάστορα Λάμπη), με την γυναίκα του Αναστασία και την μικρή τους κόρη την Ελένη.Η ζωή τους κυλούσε ήρεμα και ο μάστορας κέρδιζε αρκετά για να ζει η οικογένειά του χωρίς στερήσεις.Όλα αυτά όμως άλλαξαν με βίαιο τρόπο το 1923, (εδώ βέβαια οι Τούρκοι δεν κάνουν καμία αναφορά για την φρικτή γενοκτονία των Ποντίων που τότε έχει αποκορυφωθεί), καθώς είχε έρθει η ώρα της αναγκαστικής προσφυγιάς.Το ζευγάρι με την 13 χρονών κόρη τους Ελένη πήραν ό,τι μπορούσαν μαζί τους και κατευθύνθηκαν μαζί με πολλούς άλλους Ελληνοπόντιους προς την Τραπεζούντα για να αποβιβαστούν στο πλοίο που θα τους έφερνε στην Ελλάδα. Στον δρόμο όμως τους σταμάτησε ένα ένοπλο τμήμα.Οι Τσέτες συγκέντρωσαν κάποια κορίτσια που διακρίνονταν για την ομορφιά τους και τα απήγαγαν. Ο καημένος ο Χαράλαμπος χωρίς να μπορεί να κάνει κάτι έστειλε την σύζυγό του προς το λιμάνι της Τραπεζούντιας ενώ εκείνος έμεινε πίσω για να ψάξει για την κόρη του.Πέρασαν τέσσερις μήνες όμως χωρίς κανένα αποτέλεσμα και η Ελένη δεν είχε βρεθεί. Εν τω μεταξύ η γυναίκα του η Αναστασία έφυγε με το πλοίο της προσφυγιάς και έφτασε στην Καβάλα.Στον Πόντο ο Χαραλάμπης συνέχιζε να ψάχνει παντού για την κόρη του.Στο χωριό του όπου ξαναπήγε του είπαν πως δεν έμεινε κανένας Έλληνας καθώς όλοι είχαν φύγει και μάλιστα τον προειδοποίησαν ότι το αν παραμείνει εκεί υπήρχε μεγάλος κίνδυνος για την ζωή του.Τότε ήρθαν κάποιοι και του είπαν πως η Ελένη σκοτώθηκε από τους άτακτους και ότι είχαν δει το πτώμα της μαζί με άλλα πτώματα σε κάποιο ρέμα κοντά στην Τραπεζούντα.Ο καημένος ο Χαραλάμπης χωρίς να μπορεί να συγκρατήσει τα δάκρυά του αποφάσισε τελικά να φύγει από τον Πόντο.Μετά από περιπλανήσεις τριών μηνών έφτασε στο Καντίκιοϊ της Κωνσταντινούπολης (παλαιότερα γνωστή στα ελληνικά ως Χαλκηδόνα) Εκεί απελπισμένος, χωρίς την γυναίκα του που είχε φτάσει στην Ελλάδα και την κόρη του χαμένη, ο Χαράλαμπος γνωρίζεται με έναν επιφανή Τούρκο, τον Süreyya Paşa, ο όποιος τον εκτίμησε και θαύμασε την επιδεξιότητά του στην τέχνη του.Ο Τούρκος τότε του άνοιξε ένα μαγαζί στο Καντίκιοϊ και ο Χαράλαμπος με την μεγάλη του εργατικότητα απέκτησε πολλούς πελάτες και άρχισε να βγάζει πολλά χρήματα.Ο Λάμπης τότε εγκατέλειψε την ιδέα να φύγει στην Ελλάδα και αφού γνωρίστηκε μια κοντοχωριανή του, την Antusa, που είχε μείνει και αυτή στην Πόλη, την παντρεύεται και κάνει μια κόρη, την Σοφία. Η Σοφία αφού μεγάλωσε παντρεύτηκε και έκανε ένα γιο.Ο γιός της αγάπησε πολύ τον παππού του, τον Λάμπη, ο όποιος συνεχώς του μιλούσε για την χαμένη του θεία την Ελένη γιατί ποτέ δεν πίστεψε ότι είχε σκοτωθεί αλλά ότι ζούσε χαμένη κάπου στον Πόντο.


Ο γιός της Σοφίας μεγάλωσε έγινε χρυσοχόος και άνοιξε ένα μαγαζί κοντά στο Καπαλί Τσαρσί αλλά συνεχώς σκέφτονταν για την Ελένη που είχε χαθεί. Απευθύνθηκε τότε σε ένα δικηγόρο και του ανέθεσε να ψάξει για την χαμένη του θεία. Πριν περάσει πολύς καιρός, ένα τηλεφώνημα έκπληξη ήρθε από την Τραπεζούντα. Αυτοί που τηλεφωνούσαν τον ρώτησαν, «εσείς δεν είστε που ψάχνετε για την Εμινέ;», (δηλαδή την Ελένη) Σάστισε και τότε έμαθε ότι η Ελένη είχε βρεθεί από την οικογένεια του Abdülkadir Sümer που την είχαν υιοθετήσει και την ονόμασαν Εμινέ.Παράλληλα όμως καθώς έψαχνε για την χαμένη κόρη του παππού του ρωτούσε και για την χαμένη του γιαγιά την Αναστασία. Τότε μαθαίνει ότι η Αναστασία που βρίσκονταν στην Ελλάδα είχε παντρευτεί και αυτή και είχε κάνει δυο παιδιά. Τα παιδιά της Αναστασίας ήθελαν πολύ να έρθουν στην Τουρκία για να ψάξουν για τον Χαραλάμπη και την χαμένη κόρη της Αναστασίας και τελικά κατάφεραν να έρθουν σε επαφή με το γιο της Σοφίας.Εν τω μεταξύ από την Τραπεζούντα ο Sümer, δηλαδή ο θετός πατέρας της Ελένης, μόλις έμαθε για όλη αυτή την ιστορία της υιοθετημένης του κόρης ήρθε στην Κωνσταντινούπολη και προσκάλεσε όλους τους συγγενείς της Εμινέ στην Τραπεζούντα. Εδώ αντιλαμβάνεται κανείς τα συναισθήματα όλων αυτών καθώς μετά από πολλά χρόνια τα παιδιά της Αναστασίας και ο γιος της Σοφίας συναντήθηκαν στην Τραπεζούντα και βρήκαν την χαμένη κόρη του Χαραλάμπη, την Ελένη, που τώρα ήταν η Εμινέ. Αλλά το πιο ίσως εντυπωσιακό σε όλη αυτή την συγκλονιστική ιστορία είναι ότι όλοι μαζί πήγαν και προσκύνησαν το μοναστήρι της Βαζελώνας, ένα από τα πιο ιερά μέρη του ελληνορθόδοξου Πόντου. Η συγκλονιστική αυτή ιστορία, (την οποία όταν την διαβάσει κανείς στα τουρκικά πραγματικά συγκινείται), δείχνει για άλλη μια φορά το μεγάλο δράμα των Ελληνορθόδοξων Ποντίων.



Η μονή του Αγίου Ιωάννου Βαζελώνα
στην Τραπεζούντα που προσκύνησε η οικογένεια όταν επανενώθηκε μετά τον ξεριζωμό


Αλλά το εντυπωσιακό είναι ότι αποφασίστηκε να την κάνουν ταινία μια ομάδα «Τούρκων» οι οποίοι όταν την έμαθαν είχαν συγκλονιστεί καθώς είχαν γίνει και μάρτυρες της συνάντησης μετά από τόσα χρόνια όλων αυτών των χαμένων συγγενών από την φρίκη ενός πολέμου και μιας γενοκτονίας. Βέβαια το ποιοι είναι αυτοί οι «Τούρκοι» που θα γυρίσουν την ταινία δεν μας γίνεται γνωστό, ίσως για ευνόητους λόγους. Όμως και μόνο που στην σημερινή Τουρκία ένα τέτοιο μεγάλο δράμα των Ελληνοποντίων θα γίνει φιλμ, είναι άλλο ένα δείγμα και σημείο των καιρών και φανερή ένδειξη ότι η πανάρχαια φλόγα της ελληνοορθοδοξίας δεν έχει σβήσει ποτέ σε αυτή την ιστορική μεριά του ελληνισμού.Μέσα από τις σελίδες του βιβλίου αυτού αναδύεται όλα το δράμα του Ποντιακού Ελληνισμού, από την αρχή έως τις μέρες μας. Η «Ταμάμα» είναι η ιστορία ενός κοριτσιού που χάθηκε στο διωγμό του ποντιακού ελληνισμού. Κουρελιασμένα και νηστικά προσφυγόπουλα που τριγυρνούσανε χαμένα, έβρισκαν να φωλιάσουν σε σπλαχνικά τούρκικα σπίτια. Οι τούρκικες οικογένειες που τα έκαναν δικά τους και οι ελληνικές που τα είχαν χάσει, δεν μιλούσαν για το περιστατικό. Έτσι και η Ταμάμα, το 1916 βρήκε καταφύγιο σε μια τουρκική οικογένεια, αλλά στα γεράματα της άρχισα να μιλάει τη μητρική της γλώσσα και να ζητάει να πάει στο χωριό της, γεγονός που σηματοδοτεί την περίτρανη απόδειξη ότι η ταυτότητα δεν χάνεται ως το τέλος της ζωής.Η ιστορία του βιβλίου, η οποία καταγράφηκε ύστερα από μαρτυρίες και επεξεργασία ιστορικών πηγών, καταδεικνύει την τραγική μοίρα των ανθρώπων στον Πόντο, με μεγάλη τρυφερότητα για τη φιλία των λαών, όπως αυτή εκφράζεται στους απλούς ανθρώπους.Η ιστορία της ηρωίδας μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο στην Τουρκία, το 2004, από τη Yesim Ustaoglu, στην ταινία με τίτλο «Περιμένοντας τα σύννεφα» ("Bulutlari beklerken"), μια κοινή τουρκική, γαλλική, γερμανική και ελληνική παραγωγή που κέρδισε το ειδικό βραβείο της κριτικής επιτροπής στο Φεστιβάλ Κωνσταντινούπολης και προβλήθηκε στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης.



Σοφία Ντρέκου


ΔΕΙΤΕ ΤΗΝ ΤΑΙΝΙΑ ΕΔΩ 




Ask Your Heart -(2010) Yüreğine Sor (ταινία του 2010 για τους Κρυπτοχριστιανούς του Πόντου στην Τραπεζούντα )




Συγκλονιστική Τουρκική ταινία με ελληνικούς υποτίτλους, που αποκαλύπτει για πρώτη φορά στην Τουρκική γλώσσα το δράμα και την πίστη των Κρυπτοχριστιανών του Πόντου σπάζοντας τη σιωπή αιώνων. Πρόκειται για μία ταινία του 2010 με τίτλο «Ρώτα την καρδιά σου» (Yuregine Sor) που πραγματεύεται ένα θέμα ταμπού για την Τουρκία: τους κρυπτοχριστιανούς και πιο συγκεκριμένα αυτούς του Πόντου! Για το θέμα των κρυπτοχριστιανών έχουν γραφτεί και έχουν ακουστεί πολλά. Πρώτη φορά αυτό το θέμα έγινε ταινία, από τον σκηνοθέτη Υusuf Kurcenli. Ο σκηνοθέτης γεννήθηκε το 1947 στη Μαύπαρη της Ριζούντας του Πόντου.Μία τραγική ιστορία αγάπης, ανάμεσα σε μία Μουσουλμάνα, την Esma και έναν κρυπτοχριστιανό, τον Mustafa. Πώς αντιδρά μητέρα του Μουσταφά, όταν μαθαίνει ότι ὁ γιος της θέλει να «κλέψει» την μουσουλμάνα Esma; Πώς ο μικρός της οικογένειας, μαθαίνει ότι ἡ ομοιογένειά του δεν είναι μουσουλμάνοι όπως νόμιζε, αλλά κάτι άλλο; Πώς ὁ παππούς ενώ πηγαίνουν να των κηδέψουν ως μουσουλμάνο, τελικά καταλήγει σε χριστιανικό νεκροταφείο;Η ταινία αναδεικνύει ένα βαθιά ιστορικό φαινόμενο που θα συγκινήσει όσους είναι απ’ εκείνα τα μέρη αλλά και όσους έχουν ακούσει από τους παππούδες και τις γιαγιάδες τους ιστορίες και μαρτυρίες.

Η συγκεκριμένη ταινία είναι γυρισμένη το 2010 και πραγματεύεται το ζήτημα των κρυπτοχριστιανών στην Τραπεζούντα την δεκαετία του 1870. Πιστεύεται ότι είναι η πρώτη ταινία που γυρίστηκε με αυτό το θέμα στη γείτονα χώρα, μιας και η ύπαρξη των κρυπτοχριστιανών θεωρείται ταμπού. Ο σκηνοθέτης της ταινίας Γιουσούφ Κουρσενλί γεννήθηκε το 1947 στην Μαυπαρή της Ριζούντας του Πόντου (τυχαίο άραγε;) και πέθανε τον Φεβρουάριο του 2012. Από όσο γνωρίζουμε ουδέποτε παίχτηκε στην Ελλάδα.Η ταινία είναι ένα λαϊκό δράμα (στα όρια του βουκολικού) και στην υπόθεσή του ο κρυπτοχριστιανός Μουσταφά ερωτεύεται μία μουσουλμάνα Εσμά, με τις πληροφορίες της ταινίας να αναφέρουν ότι πρόκειται για αληθινή ιστορία. Είναι γνωστό ότι κατά τον 17ο αιώνα ένα σημαντικό μέρος του χριστιανικού πληθυσμού του Πόντου αναγκάστηκε να ασπαστεί το Ισλάμ (κρατώντας την πίστη τους στο χριστιανισμό κρυφά) σε μια προσπάθεια να αποφύγουν την εθνική και κοινωνική καταπίεση αλλά και τη βαριά φορολογία που είχε επιβληθεί στους χριστιανούς ως ένα μέτρο περαιτέρω πίεσης. Στην Τουρκία μέχρι πρόσφατα απαγορευόταν η πρόσβαση στο απόρρητο μητρώο του πληθυσμού στο οποίο υπήρχαν γενεαλογικές πληροφορίες που φθάνουν μέχρι την οθωμανική περίοδο μιας και τα αρχεία ξεκινούν από το 1882. Έτσι μόλις στις 8 Φεβρουαρίου του 2018 δόθηκε η δυνατότητα σε όσους το επιθυμούσαν, να ενημερωθούν διαδικτυακά για την εθνική και θρησκευτική ταυτότητα των προγόνων τους. Σε δύο μόλις ημέρες, πάνω από 5.000.000 Τούρκοι ενδιαφέρθηκαν για τις ρίζες τους με αποτέλεσμα το σάιτ να καταρρεύσει και η κυβέρνηση να αναγκαστεί να απενεργοποιήσει την υπηρεσία για αρκετές ημέρες. Τα όσα ακολούθησαν ήταν συγκλονιστικά. Τούρκοι έμαθαν ότι οι πρόγονοι τους ήταν Έλληνες, Κούρδοι ακόμη και Εβραίοι. Ο μύθος του καθαρού φυλετισμού της Τουρκίας, μύθος που καλλιεργήθηκε με ολοκληρωτικό τρόπο για αιώνες, κατέρρευσε μέσα σε δύο ημέρες.Πολύ σημαντικό είναι το άρθρο του Τούρκου δημοσιογράφου Καγιά Γκενσκ που γράφτηκε την 1η Απριλίου του 2018 πάνω στο συγκεκριμένο θέμα και τιτλοφορείται «Ποιος είναι Τούρκος; είναι μπερδεμένο». Σε αυτό, ανάμεσα στα άλλα, αναφέρει ότι «Μάλιστα, μια μελέτη του 2012 στο περιοδικό Annals of Human Genetics διαπίστωσε ότι η πατρική καταγωγή των κατοίκων της Τουρκίας ήταν 38% ευρωπαϊκή, 35% από τη Μέση Ανατολή, 18% από τη Νότια Ασία και 9% από την Κεντρική Ασία», ενώ ασκεί κριτική στην πολιτική της καθαρής τουρκικότητας που επέβαλε για χρόνια το τουρκικό καθεστώς.Ο
Χραμ Ντικ συντάκτης της αρμενικής εφημερίδας Agos το 2004,έγραψε ότι η Σαμπιχά Γκοκτσέν ήταν αρμενικής καταγωγής. Το άρθρο αυτό ήταν το πρώτο μιας σειράς που έγραψε για το θέμα της απόκρυψης της αληθινής καταγωγής ενός σημαντικού τμήματος του πληθυσμού στην Τουρκία, με αποτέλεσμα το τουρκικό υπουργείο Δικαιοσύνης να ξεκινήσει έρευνα για τις δραστηριότητες του.Δολοφονήθηκε το 2007. Όπως έγραψε κατόπιν ο Αρμένιος δημοσιογράφος Χάϊκο Μπαγκνάτ στο Al Monitor: «οι καταγραφές πληθυσμών είναι επικίνδυνες.Για αυτό δολοφονήθηκε ο Χραμ Ντικ».


Η ταινία προβλήθηκε για πρώτη φορά στην Ελλάδα στις 15 Δεκεμβρίου το 2011, παρουσία του εκλιπόντος, στο Πνευματικό Κέντρο Κωνσταντινουπολιτών, στο πλαίσιο εκδήλωσης που οργανώθηκε από τον Νέο Κύκλο Κωνσταντινουπολιτών (Ν.Κ.Κ) και τον Πανελλήνιο Σύνδεσμο Ποντίων Εκπαιδευτικών (Π.Σ.Π.Ε), με θέμα «Kρυπτοχριστιανικό ζήτημα και ανθρώπινα δικαιώματα»Οι δύο φορείς σε αναγνώριση της παρουσίασης στην Τουρκία ενός ιδιαίτερα ευαίσθητου ζητήματος όπως αυτό των Κρυπτοχριστιανών, είχαν τιμήσει τον εκλιπόντα και την παραγωγό της ταινίας Νεστερέν Νταβούντογλου.



πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ


ΔΕΙΤΕ ΤΗΝ ΕΔΩ



* Σημ.: Στις 25 Φεβρουαρίου 2012 απεβίωσε ο σκηνοθέτης της ταινίας
«Ρώτα την καρδιά σου», Γιουσούφ Κουρτσενλή

Οι βίαιες απαγωγές γυναικών επί τουρκοκρατίας



«A Slave for Sale» Ca. 1897. Πίνακας του
Ισπανού ζωγράφου José Jiménez Aranda.
Βρίσκεται στο Museo National del Prado


Το Μουσείο τέχνης του Πράδο βρίσκεται στη Μαδρίτη. Κατέχει μια από τις σπουδαιότερες συλλογές τέχνης του κόσμου από τον 14ο ως τις αρχές του 19ου αιώνα.Ο Πίνακας με την Κοπέλα «A Slave for Sale» (Ελληνίδα σκλάβα προς πώληση σε αγορά της Ανατολής), είναι εντελώς γυμνή, πάνω σε ένα χαλί. Η επιγραφή που κρέμεται στο λαιμό της αναφέρει στα Ελληνικά «Τριαντάφυλλο, 18 ετών, προς πώληση για 800 νομίσματα». Η Κοπέλα στρέφει το κεφάλι της προς το έδαφος για να κρύψει τη ντροπή της, η στάση των χεριών και των ποδιών της υποδηλώνουν το ίδιο. Τα πόδια των πιθανών αγοραστών είναι ορατά πίσω από το γυμνό σώμα της κοπέλας.Αυτή ήταν η σκληρή μοίρα πολλών γυναικών και παιδιών που απήχθησαν σε λεηλασίες και επιθέσεις από τους Οθωμανούς τα περίπου 400 χρόνια κατοχής του Ελλαδικού χώρου καθώς και του απανταχού Ελληνισμού στην Μικρά Ασία, στον Πόντο, τη Μέση Ανατολή και την Αίγυπτο.Οι βίαιες απαγωγές γυναικών δεν είχαν προηγούμενο. «Ο Μπραΐμης μεθυσμένος, πίνει ρούμι και κρασί μποτίλιες. Μπεκρής πολύ και παραλυμένος εις γυναίκες και παιδιά»: (Μακρυγιάννη, Απομνημονεύματα, εκδ. Ζαχαρόπουλος, σ. 396).Μαρτυρεί και ο Κολοκοτρώνης: «Επήγε ο Ιμπραΐμης εις το Χελμό και εσκλάβωσε περίπου δύο χιλιάδες γυναίκες και παιδιά» (βλ. Θ. Κολοκοτρώνη, Διήγηση Συμβάντων, εκδ. ΙΔΕΒ, σ.207). Ο παιδόφιλος Ιμπραήμ έστελνε συνεχώς μικρά παιδιά από το Μοριά και το Μεσολόγγι στον πατριό του Πασά Μωχάμετ Αλή στην Αίγυπτο.




Λεπτ. πίνακα: Ρόδο ετών 18 Πωλείται 800 μνες.
Rose 18 years old For sale 800 minas

Αυτός ο πίνακας είναι ένας από τους πιο εμβληματικούς του José Jiménez Aranda (1837-1903). Είναι επίσης μια πραγματικά μοναδική δουλειά στο έργο αυτού του σπουδαίου Ισπανού Σεβιλλιάνου καλλιτέχνη.Οι βίαιες απαγωγές γυναικών δεν είχαν προηγούμενο. «Ο Μπραΐμης μεθυσμένος, πίνει ρούμι και κρασί μποτίλιες. Μπεκρής πολύ και παραλυμένος εις γυναίκες και παιδιά»: (Μακρυγιάννη, Απομνημονεύματα, εκδ. Ζαχαρόπουλος, σ. 396).Μαρτυρεί και ο Κολοκοτρώνης: «Επήγε ο Ιμπραΐμης εις το Χελμό και εσκλάβωσε περίπου δύο χιλιάδες γυναίκες και παιδιά» (βλ. Θ. Κολοκοτρώνη, Διήγηση Συμβάντων, εκδ. ΙΔΕΒ, σ.207). Ο παιδόφιλος Ιμπραήμ έστελνε συνεχώς μικρά παιδιά από το Μοριά και το Μεσολόγγι στον πατριό του Πασά Μωχάμετ Αλή στην Αίγυπτο.Οι γυναίκες καταδικάζονταν να χορεύουν ημίγυμνες πάνω σε ρόβι ή στα σκάγια ή στα περιχυμένα με λάδι σανίδια των οντάδων, για να μη μπορούν να σταθούν όρθιες. Πολλές φορές βιάζονταν από τους Τούρκους θαμώνες. Πόσες κοπέλες βιάστηκαν μπροστά στους γονείς των, που αν τολμούσαν να διαμαρτυρηθούν να κλάψουν ή να αναστενάξουν καν, αυτοί και η κόρη τους σφάζονταν. Πόσες έβγαιναν με κομμένα στήθη από τα κονάκια των Αγάδων επειδή δεν υπέκυπταν στις ορέξεις των και πέθαιναν από την αιμορραγία. Τις υποχρέωναν να βάλλουν τα στήθη τους στην κόψη της κασέλας και τον αράπη να χορεύει πάνω στο καπάκι μέχρι να κοπούν.Σε πόσες νεαρές μητέρες δεν έστειλε ο Γενίτσαρος δώρο πάνω στο δίσκο το κεφάλι του μοναχογιού τους, επειδή δεν ενέδιδαν. Προσπαθούσαν να είναι αποκρουστικές στους τυράννους για να αποφύγουν την ατίμωση. Τις πουλούσαν σαν ζώα στα σκλαβοπάζαρα, 100 γρόσια ή 3 λίρες ή όσο ένα άλογο, το κεφάλι. Να γιατί προτιμούσαν να πέφτουν στον Ζάλογγο και στην Αραπίτσα της Νάουσας και να τινάζονται στο Αρκάδι και στο Κούγκι. Τα Σφακιά καταστρέφονται στην επανάσταση του Δασκαλογιάννη και επαναστάτες σκοτώνουν τα ίδια τα γυναικόπαιδά τους, για να γλυτώσουν την ατίμωση, το παιδομάζωμα και το πούλημα στα σκλαβοπάζαρα.Όταν ο πρώτος κυβερνήτης της Ελλάδος Ιωάννης Καποδίστριας, θέλησε να ελευθερώσει κάποιες Ελληνίδες, πληρώνοντας για την εξαγορά τους, πολλές αρνήθηκαν, είτε από ντροπή είτε γιατί είχαν κάνει παιδιά με τουρκοαιγύπτιους.


Σοφία Ντρέκου


Δέσπω Σέχου - Μπότση





Οι ορδές του Αλή Πασά αφού εξόντωσαν τους Σουλιώτες από τα περισσότερα χωριά τους στις 23 Δεκεμβρίου 1803 στράφηκαν στη Ρηνιάσα. Η Ρηνιάσα είναι ένα μικρό χωριό σε μια πετρώδη περιοχή μεταξύ Πρέβεζας και Αρτας.Εκεί είχαν καταφύγει μετά τη συνθηκολόγηση είκοσι εφτά σουλιώτικες οικογένειες χωρίς αρχηγό και κατά πλείστον γυναικόπαιδα. Οι Τουρκαλβανοί αποφάσισαν να τους εξοντώσουν και αυτούς. Η Ρηνιάσα δεν είχε ούτε άντρες να παρατάξει ούτε τείχη να αντιτάξει. Όμως το εχθρικό λεφούσι που την έζωσε βρήκε μια μόνη αντίσταση, όχι βέβαια αρκετή να τους αναχαιτίσει, αλλʼ ικανή για να σταθεί σύμβολο ηρωισμού στην ιστορία ενός υπόδουλου έθνους, με ηρωίδα τη Σουλιώτισσα Δέσπω Σέχου-Μπότση.

Η Δέσπω καταγόταν από τη φάρα των Σεχαίων κιʼ ήταν γυναίκα του Γιωργάκη Μπότση που σκοτώθηκε στο Σούλι. Απορφανεμένη και ξεσπιτωμένη καθώς βρέθηκε μετά τη συνθηκολόγηση η Δέσπω, πήρε τη φαμίλια της και τʼ άρματά της και τράβηξε κιʼ αυτή τον δρόμο της φυγής. Σαν έφτασε στη Ρηνιάσα κατέφυγε σε ένα παλιό πύργο που βρισκόταν στην άκρη του χωριού τον πύργο του Δημουλά, όπως τον έλεγαν. Εκεί η Δέσπω αποφάσισε νʼ αντισταθεί. Να πέσει σκλάβα στα χέρια τους αμαχητί η καρδιά της δεν τοʼ λεγε. Σαν τους είδε από μακριά αρματώθηκε κιʼ αυτή και οι θυγατέρες της κιʼ οι νυφάδες της, έφραξαν γερά τη σιδερόπορτα του πύργου και πιάσανε από ψηλά τʼ ανοίγματα, μετατρέποντας έτσι τα παράθυρα του πύργου σε πολεμίστρες. Οι Τούρκοι προσπαθούν να παραβιάσουν την εξώπορτα, οι γυναίκες από πάνω τους ρίχνουν. Σε λίγο όμως ένα άνοιγμα του μαντρότοιχου τους αφήνει και μπαίνουν στον αυλόγυρο.Οι γυναίκες εξακολουθούν να τους ρίχνουν. Αυτοί ορμούν με κραυγές προς τη σκάλα για νʼ ανεβούν στα πάνω δωμάτια, μα πριν προλάβουν να τις πιάσουν ζωντανές, όπως έλπιζαν, μια θεόρατη λάμψη κιʼ ένας κρότος τρομερός αντήχησε ολόγυρα. Ο κουρνιαχτός τους σώριασε κατάχαμα. Τι είχε γίνει. Η Δέσπω αφού αντιστάθηκε ως την τελευταία στιγμή, σύναξε γύρω τις κόρες, νυφάδες κι εγγόνια, έριξε χάμω όσο μπαρούτι τους είχε απομείνει κι αφού έστειλε από μακριά χαιρετισμό στο Σούλι, έβαλε φωτιά και κάηκαν όλοι.


Τη δράση της Δέσπως Τζαβέλλα τραγούδησε ο ποιητής λαός το οποίο κατά τους Ακαδημαϊκούς είναι το καλύτερο του Σουλιώτικου κύκλου. Το τραγούδι αναφέρεται σε μια από τις παρασπονδίες τον Αλή Πασά σε βάρος των Σουλιωτών, 25 Δεκεμβρίου 1803.

Αχός βαρύς ακούεται, πολλά τουφέκια πέφτουν.
Μήνα σε γάμο ρίχνονται, μήνα σε χαροκόπι;
Ουδέ σε γάμο ρίχνονται, ουδέ σε χαροκόπι,
η Δέσπω κάνει πόλεμο με νύφες και μ' αγγόνια.
Αρβανιτιά την πλάκωσε στου Δημουλά τον πύργο.

«Γιώργαινα, ρίξε τ' άρματα, δεν είν' εδώ το Σούλι.
Εδώ είσαι σκλάβα του πασά, σκλάβα των Αρβανίτων.
- Το Σούλι κι αν προσκύνησε, κι αν τούρκεψεν η Κιάφα,
η Δέσπω αφέντες Λιάπηδες δεν έκανε, δεν κάνει»,
Δαυλί στο χέρι νάρπαξε, κόρες και νύφες κράζει:

«Σκλάβες Τούρκων μη ζήσομε, παιδιά μ', μαζί μου ελάτε».
Και τα φυσέκια ανάψανε κι όλοι φωτιά γενήκαν.



Tην εποχή που οι Τούρκοι πολιορκούσαν το Μεσολόγγι, χιλιάδες έμειναν αδύνατες ψυχές όλα τα χρόνια τής Επανάστασης, φευγάτες από τα σπίτια τους, για να γλυτώσουν. Οι Σουλιώτες είχανε βγάλει από μέσα τις οικογένειές τους και τις είχανε ασφαλίσει στον Κάλαμο, στο μικρό νησί κοντά στην Ιθάκη. Μαζί ήτανε και οι οικογένειες των Τζαβελλαίων με αρχηγό τη Δέσπω Τζαβέλλα, η ξακουστή από τούς πολέμους τού Σουλίου με τον Αλί - πασά πριν από το 1821.Τώρα όμως άλλος εγίνετο πόλεμος, ίσα σκληρός μα πιό μεγάλος. Οι Σουλιώτες πέρασαν απὸ τα Επτάνησα κατά το 1823 και πολεμούν μαζί μὲ τόσα άλλα αδέλφια τους· μαζί τους ήσαν και τής Τζαβέλαινας οἱ γυιοί, ὁ Κίτσος κι ὁ Ζυγούρης, και τόσοι άλλοι.Το Μεγάλο Σάββατο έφτασε στον Κάλαμο, ένα μικρό νησί κοντά στην Ιθάκη, το τρομερό μαντάτο. Σε κάποια μάχη που γίνηκε στο Μεσολόγγι σκοτώθηκαν και τα δυο παιδιά της Δέσπως, ο Κίτσος και ο Ζυγούρης. Οι άλλες γυναίκες μόλις έμαθαν την είδηση, άρχισαν τους θρήνους και τα μοιρολόγια. Σε μια στιγμή όμως βλέπουν έκπληκτες την ηρωική μητέρα να σηκώνεται και να τους λέει επιτακτικά:

«Πάψτε μωρές τα κλάματα. Τα παιδιά μου πήγανε συνοδεία στο Χριστό, που θα τα πάει στον Παράδεισο, γιατί πέσαμε για την Πατρίδα! Σηκωθείτε να βάψουμε τα αυγά μη μας οργιστεί ο Θεός.»

Κι η ηρωική μητέρα άρχισε να ετοιμάζει τις βαφές και τα τσουκάλια. Οι άλλες Σουλιώτισσες σηκώθηκαν ντροπιασμένες και άρχισαν να την βοηθούν. Αλλά καθώς οι γυναίκες ήτανε απασχολημένες με τη βαφή των αυγών, φτάνει κάποιος μαντατοφόρος από το Μεσολόγγι. Στάθηκε μια στιγμή, σκούπισε τον ιδρώτα από το μέτωπό του και γυρίζοντας στη Δέσπω:

«Δεν είναι τίποτε καπετάνισσα, φώναξε. Τα παιδιά είναι καλά με τη δύναμη του Θεού. Μονάχα ο Ζυγούρης λαβώθηκε στο χέρι. Μα δεν είναι τίποτα σοβαρό». Οι γυναίκες τριγύρισαν χαρούμενες τη Δέσπω.

Κι εκείνη, σοβαρή, γονάτισε μπροστά στο εικόνισμα της Παναγιάς, σήκωσε τα χέρια της και ακούστηκε να ψιθυρίζει:

- Σ’ ευχαριστώ, Παρθένα μου, που τους γλίτωσες κι αυτή τη φορά.Μα εγώ πάντα ξεγραμμένους τους έχω!»


Γιάννης Βλαχογιάννης - «Ἱστορικὴ ἀνθολογία»
Αναγνωστικό Ε' Δημοτικού 1957