ΤΟ ΑΣΧΗΜΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΟΔΥΣΣΕΑ ΑΝΔΡΟΥΤΣΟΥ



ΤΟ ΑΓΑΛΜΑ ΤΟΥ ΟΔΥΣΣΕΑ ΑΝΔΡΟΥΤΣΟΥ ΣΤΗ ΠΛΑΤΕΙΑ ΤΗΣ ΠΡΕΒΕΖΑΣ

Από τους επιφανέστερους στρατιωτικούς ηγέτες της Επανάστασης του ‘21. Έπεσε θύμα των εμφύλιων διαμαχών κατά τη διάρκεια του Αγώνα και σκοτώθηκε από χέρι ελληνικό.Ο Οδυσσέας Ανδρούτσος ήταν ο μονάκριβος γιος του ξακουστού αρβανίτη αρματολού της Ρούμελης Αντρέα Βερούση ή Καπετάν Ανδρούτσου και της Ακριβής Τσαρλαμπά, κόρης προεστού της Πρέβεζας. Η σωματική του δύναμη ήταν παροιμιώδης και διηγούνται αναρίθμητα κατορθώματά του. Κάποιος βιογράφος του γράφει, ότι «επήδα ως έλαφος, έτρεχεν ως ίππος και ίππευεν ως Κένταυρος»Απ το 1818 ήταν μέλος της Φιλικής Εταιρείας και ένθερμος υποστηρικτής του Αγώνα.Μόλις ξέσπασε η Επανάσταση βρέθηκε αμέσως στις πρώτες γραμμές του Αγώνα και ανέλαβε να ξεσηκώσει τους Έλληνες της Ανατολικής Ρούμελης. Στις 8 Μαΐου του 1821 κλείνεται με άλλους 117 πολεμιστές στο Χάνι της Γραβιάς και χαρίζει στον Αγώνα μία από τις πιο δοξασμένες μάχες, που τον επέβαλε ως τον στρατιωτικό αρχηγό της Ρούμελης. Η νίκη του Ανδρούτσου στη Γραβιά έσωσε την επανάσταση από βέβαιο κίνδυνο, καθώς ο Ομέρ Βρυώνης με 8.000 άνδρες βάδιζε ακάθεκτος προς την εξεγερμένη Πελοπόννησο.Το 1822 φθάνει στην Αθήνα και αναλαμβάνει τη διοίκηση του κάστρου της Ακρόπολης, με φρούραρχο τον Γιάννη Γκούρα. Στην Ακρόπολη έκανε διάφορα οχυρωματικά έργα και την εξασφάλισε με νερό που δεν είχε. Στο μεταξύ, νέα εχθρικά σώματα πλημμύρισαν τη Ρούμελη. Κι επειδή ο Οδυσσέας δεν είχε αρκετές δυνάμεις να αντισταθεί, αναγκάσθηκε να συνθηκολογήσει μαζί τους. Ήταν τα λεγόμενα «καπάκια» (προφορικές συμφωνίες), ένα τέχνασμα για να κερδίσει χρόνο, το οποίο όμως παρεξηγήθηκε από τους εχθρούς του (κοτσαμπάσηδες της Ανατολικής Ρούμελης και Ιωάννης Κωλέττης), που δεν τον συμπαθούσαν, λόγω της μεγάλης επιρροής που ασκούσε στο λαό.Ο Ανδρούτσος, οργισμένος από τη συμπεριφορά των πολιτικών, παραιτείται και η κυβέρνηση στέλνει τον Νούτσο και τον Παλάσκα να τον αντικαταστήσουν. Υποψιαζόμενος ότι οι δύο απεσταλμένοι της κυβέρνησης έρχονται να τον σκοτώσουν, χάνει την ψυχραιμία του και με την ανοχή του οι άνδρες του τους σκοτώνουν. Ο Κωλέττης τον επικηρύσσει για 5.000 γρόσια και ο Υπουργός Εκκλησιαστικών επίσκοπος Ανδρούσης Ιωσήφ τον αφορίζει. Όμως, η κάθοδος του Δράμαλη αναγκάζει την κυβέρνηση να ανακαλέσει την επικήρυξη και τον αφορισμό του Ανδρούτσου, ο οποίος αναλαμβάνει ξανά δράση. Δεν κατορθώνει να εμποδίσει την κάθοδο του Οθωμανού πολέμαρχου στην Πελοπόννησο, αλλά δεν αφήνει να περάσουν εφοδιοπομπές και ενισχύσεις για τη στρατιά του.Μετά την καταστροφή του Δράμαλη, ο Ανδρούτσος επέστρεψε στην Αθήνα και ίδρυσε δύο σχολεία στην Αθήνα και κάλεσε τον Κοραή από την Ευρώπη και τον Βάμβα από την Κεφαλλονιά να έρθουν να διδάξουν, χωρίς να εισακουσθεί. Γρήγορα, νέες στρατιωτικές επιχειρήσεις τον έκαναν να φύγει από την Αθήνα για την Ανατολική Ρούμελη. Τον Νοέμβριο του 1822 ηττάται από τον Κιοσέ Μεχμέτ στο Δαδί και παραλίγο να αιχμαλωτισθεί, ενώ τον Ιούλιο του 1823 ανακόπτει στη Βοιωτία την εκστρατεία του Γιουσούφ Περκόφτσαλη Πασά.Ο ηρωισμός του, το προοδευτικό του πνεύμα και το ομηρικό του όνομα, στάθηκαν αφορμή να θέλουν να τον γνωρίσουν όλοι οι Ευρωπαίοι φιλέλληνες που κατέβηκαν στην επαναστατημένη Ελλάδα. Με πολλούς από αυτούς συνεργάστηκε για διάφορα κοινωφελή έργα και τον φίλο του λόρδου Βύρωνα, τον Άγγλο Έντουαρντ Τρελόνι, τον έκανε γαμπρό του, δίνοντάς του την ετεροθαλή αδελφή του Ταρσίτσα.

Η αποκαλούμενη «Ντάπια του νερού ή του Δυσσέα» χτίστηκε από τον Οδυσσέα Ανδρούτσο στην Ακρόπολη για να προστατευτεί η πηγή και το πηγάδι που ξεδίψαγε τους αγωνιστές. Η αναμνηστική επιγραφή με τον σταυρό (δεξιά) το μαρτυρά. Στην ίδια περιοχή ο γενναίος οπλαρχηγός είχε λίγα χρόνια αργότερα ο τραγικό τέλος από «αδελφικά» χέρια.


Η διαμάχη του και ο παραγκωνισμός του από τους αντιπάλους του ανάγκασαν τον πεισματάρη και οξύθυμο πολέμαρχο να πάρει τους άνδρες του και να έλθει στη Βοιωτία στις αρχές του 1825. Εκεί προέβη σε νέα «καπάκια» με τους Τούρκους, με σκοπό να εκβιάσει την κυβέρνηση, χωρίς όμως να προδώσει την επανάσταση. Οι εχθροί του βρήκαν μία ακόμη ευκαιρία να χαρακτηρίσουν την πράξη του αντεθνική και τον ίδιο προδότη. Η κυβέρνηση έστειλε εναντίον του ισχυρή στρατιωτική δύναμη, με αρχηγό τον παλαιό του φίλο Γιάννη Γκούρα, που από καιρό είχε γίνει ο προσωπικός του εχθρός.Ο Οδυσσέας, αποφεύγοντας συστηματικά κάθε συμπλοκή με τα κυβερνητικά σώματα για να μη χυθεί πολύτιμο αδελφικό αίμα, αποτραβήχτηκε στις Λιβανάτες. Ύστερα από μερικές μικροσυμπλοκές στις αρχές Απριλίου παραδόθηκε στον Γκούρα (7 Απριλίου1825), με τη ρητή υπόσχεση ότι θα τον έστελνε στην Πελοπόννησο για να δικαστεί από τη Διοίκηση.Ωστόσο, ο Γκούρας τον οδήγησε στις φυλακές του πύργου Γούλα, που βρισκόταν στα προπύλαια της Ακρόπολης.Όταν ο Καραϊσκάκης το έμαθε, προσπάθησε να τον απελευθερώσει χωρίς επιτυχία.Η δολοφονία του διατάχθηκε με την εξής αποκρυπτογραφημένη φράση: ‘’πούλα το λάδι γιατί θα πέσει η τιμή του’’. Το βράδυ της 4ης Ιουνίου οι Μαμούρης, Τριανταφυλλίνας, Τζαμάλας και Θεοχάρης εισήλθαν στο κελί του Ανδρούτσου, ο οποίος σηκώθηκε και έβρισε τους υποψήφιους δολοφόνους του. Χαρακτηριστικά τους είπε: «Ξέρω καλά ποιος σας έστειλε και γιατί ήρθατε στο κελί μου. Αν μου λύνατε το ένα χέρι θα βλέπατε ποιος είμαι και εγώ». Σύμφωνα με τον αυτόπτη μάρτυρα, τον φύλακα του κελιού, Κωνσταντίνο Καλατζή, τον βασάνισαν στρίβοντας του τα γεννητικά του όργανα ή κατ’άλλους του τα συνέθλιψαν με μια πέτρα. Αφού τον ξυλοκόπησαν άγρια στο πρόσωπο και στο σώμα, τον στραγγάλισαν. Στη συνέχεια πέταξαν το άψυχο σώμα του στα βράχια της Ακρόπολης, για να φανεί ως αυτοκτονία. Ηταν 5 Ιουνίου του 1825.Για να καλύψουν το έγκλημά τους πέταξαν το πτώμα του στο λιθόστρωτου του Ναού της Απτέρου Νίκης και διέδωσαν πως ο φυλακισμένος προσπάθησε να αποδράσει και σκοτώθηκε. Τον έθαψαν προσωρινά στην εκκλησία της Σωτήρας στο Ριζόκαστρο. Η αλήθεια δεν άργησε να αποκαλυφθεί και η ιστορία τον αποκατέστησε ηθικά, τοποθετώντας τον ανάμεσα στους κορυφαίους ήρωες του της Ελληνικής Επανάστασης.Το 1865 έγινε με μεγάλη επισημότητα και στρατιωτικές τιμές η μετακομιδή των οστών του στο Α' Νεκροταφείο Αθηνών, όπου σήμερα υπάρχει ο τάφος του

Ο Γκούρας έστειλε επιστολή στην κυβέρνηση, στην οποία μιλούσε για τους ανθρώπους του Ανδρούτσου, τον Βρετανό ακόλουθό του, Τρελώνυ και τον Καπετάν Ιωάννη και για τον θάνατο του πρώην φίλου του. Το περιεχόμενο του γράμματος διασώθηκε από τον γραμματικό του Αντώνιο Γεωργαντά:

“Σεβαστή Διοίκησις!

Διά της από 30 Απριλίου αναφοράς μου, επληροφορήθη το περιστατικόν εις την υποψίαν του οποίου μ’ έκαμον να μετακομίσω τον Οδυσσέα από την μονήν του Δομπού εις το φρούριον των Αθηνών διά να φυλαχθή ασφαλέστερα προσώρας. Η καταστροφή των Σαλώνων μετά ταύτα παρά του άσπονδου εχθρού της Ελλάδος, η οποία θλίβει την ψυχήν μου, μ’ έκαμεν να πέσω εις την συλλογήν της και εις το στρατόπεδον τούτο, όπου έξαφνα χθες μοι παρρησιάσθη γράμμα από τον Αντιφρούραρχον Ιωάννη Μαμούρη 5 τρέχοντος, το οποίον μοι φανερώνει τας πανουργίας και μηχανάς όπου μεταχειρίσθη και εκεί ο Οδυσεύς διά να φύγει και αποτυχών καθ’ όλας τους τρόπους εσκοτώθη αφού εμηχανεύθη να φύγει από την Γούλιαν κρεμασμένος με σχοινιά και έπεσεν. αντίγραφον του γράμματος τούτου το περικλείω προς πληροφορίαν σας. Ούτως εστάθη το συμβεβηκός αυτού του ανθρώπου και ο θάνατός του από τας ιδίας του χείρας. Πληροφορείται προς τούτοις η σεβαστή Διοίκησις, ότι κατάρα του Θεού και του έθνους, έφθασε και εις το Σπήλαιον αυτού του ανθρώπου,εστάθη άλλο συμβεβηκός εκεί. Άγνωστον διά ποίας αιτίας, εκτυπήθησαν ο Τρελώνυ με τους λοιπούς. Ένας κάποιος καπ. Ιωάννης το όνομα, εφονεύθη παρά του Τρελώνυ. Ο δε Τρελώνυ έλαβε δύο πληγάς και ευρίσκεται μέσα όπου ευρίσκονται και πέντε έξι ασήμαντοι άνθρωποι και δύο Τούρκοι κάποιος μπαμπαχμέντης και μουσταφάς. Μένω με βαθύτατο σέβας Εκ του στρατοπέδου της Μονής του Προφ. Ηλίου την 11 Ιουνίου 1825 Γιάννης Γκούρα» Ο Γιάννης Γκούρας έμεινε στην ιστορία ως προδότης και «δολοφόνος» του αγωνιστή Οδυσσέα Ανδρούτσου, ο οποίος άφησε την τελευταία του πνοή εκεί που μερικά χρόνια πριν οι Αθηναίοι τον είχαν υποδεχτεί με ενθουσιασμό ως φρούραρχο της Ακρόπολης. Ο Ανδρούτσος τιμήθηκε αρκετά χρόνια αργότερα από το ελληνικό κράτος. Τιμήθηκε όμως και ο δολοφόνος του, ο οποίος απέκτησε τον «δικό» του δρόμο στην Πλάκα. Ισως δεν είναι το μοναδικό παράδοξο στην ελληνική ιστορία.



 

Η φωτογραφία είναι μοναδική, καθώς απεικονίζει τον Ιερό Βράχο διαφορετικό από ότι είναι σήμερα. Ανάμεσα στα αρχαία κτίσματα διακρίνεται ένας ψηλός τετράγωνος πύργος, ο οποίος βρισκόταν απέναντι από το ναό της Αθηνάς Νίκης

Ο πύργος ανήκε στη διάσημη οικογένεια της Φλωρεντίας, Ατσαγιόλι, η οποία πήρε το όνομά της επειδή ασχολήθηκε με το εμπόριο ατσαλιού και βασίλεψε στο Δουκάτο των Αθηνών για 73 χρόνια. Την περίοδο της κυριαρχίας τους στην Αθήνα μετέτρεψαν τα Προπύλαια σε παλάτι και η αρχαία είσοδος σφραγίστηκε.Μέσα στο παλάτι είχε χτιστεί και ένα καθολικό εκκλησάκι. Ο Πύργος βρισκόταν δεξιά από τα Προπύλαια και είχε ύψος είκοσι έξι μέτρα. Μια εσωτερική ξύλινη σκάλα οδηγούσε στο πιο ψηλό σημείο, απ’όπου είχε πανοραμική θέα στο λεκανοπέδιο της Αττικής. Ήταν πανομοιότυπος με τους πύργους της Βενετίας και οικοδομήθηκε με πεντελικό μάρμαρο και μάρμαρα από τα μνημεία της Ακρόπολης.Δίπλα του υπήρχε ένας μικρότερος οδοντωτός πυργίσκος και πάνω από τα Προπύλαια υπήρχαν τα διαμερίσματα του διοικητή. Μετά την επικράτηση των Οθωμανών, οι Ατσαγιόλι αποχώρησαν από την Αθήνα. Την περίοδο εκείνη ο Πύργος μετατράπηκε σε αποθήκη αλατιού και ονομαζόταν Γουλάς ή Κουλάς από την τουρκική λέξη kule που σημαίνει «πύργος». Στην ελληνική επανάσταση μετατράπηκε σε φυλακή. Ανάμεσα σε αυτούς που αιχμαλωτίστηκαν ήταν 12 επιφανείς Αθηναίοι πολίτες που συμμετείχαν στον αγώνα. Κατά την πολιορκία της Ακρόπολης οι εννιά από τους 12 εκτελέστηκαν. Ο Πύργος έμελλε να είναι η φυλακή που σημάδεψε το τέλος του γενναίου Οδυσσέα Ανδρούτσου. Ο Έλληνας οπλαρχηγός δεν φυλακίστηκε από τους Τούρκους αλλά από τους πολιτικούς του αντιπάλους.Μετά τη σύσταση του νεοελληνικού κράτους αποφασίστηκε η κατεδάφιση των μετα-κλασικών κτισμάτων που βρίσκονταν στον Ιερό Βράχο. Την περίοδο εκείνη επικρατούσε το ρεύμα του νεοκλασικισμού και οτιδήποτε δεν είχε σχέση με την Αρχαία Ελλάδα κρίθηκε ότι ήταν περιττό. Το 1874 ο Ερρίκος Σλήμαν, ο Γερμανός αρχαιολόγος που ανέσκαψε την Τροία χρηματοδότησε την κατεδάφιση του πύργου και από τότε τα Προπύλαια πήραν τη σημερινή τους μορφή. Μια ενέργεια που κατά καιρούς επικρίθηκε έντονα γιατί αφαίρεσε ένα μνημείο από τον αρχαιολογικό χώρο.



Wikimedia Commons
ΜΗΧΑΝΗ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ



Δεν υπάρχουν σχόλια: