RENE PUAUX: ΟΜΟΡΦΗ ΚΑΙ ΔΥΣΤΥΧΗ Β.ΗΠΕΙΡΟΣ

  
Τα νέα από την Ήπειρο είναι από μέρα σε μέρα πιο ανησυχητικά. Οι Μεγάλες Δυνά­μεις, θαυμάζουν τη νέα χάραξη της μεθορια­κής γραμμής που προτείνεται από την Ιταλία αντί να υιοθε­τήσουν τη χάραξη που είχε υποβάλει η Ελλάδα στη Διά­σκεψη του Λονδίνου από το Μάρτιο του 1913, και η οποία πολύ θεμιτά δεν διεκδικούσε παρά τα εδάφη όπου το ελληνι­κό στοιχείο ήταν η συντριπτική πλειονότητα. Επειδή η Αλβανία δεν έχει καθόλου τακτικό στρατό, πρό­κειται ασφαλώς να ρίξουν ορδές ορεινών εναντίον των «Ιερών Λόχων», οι οποίοι έχουν υπέρ τους την οργάνωση και τα στελέχη, όμως είναι δυνατό να υπερκερασθούν αριθ­μητικά. Η αλβανική εκστρατεία, είναι αλήθεια ὀτι έχει την υποστήριξη της Αυστρίας και της Ιταλίας που ανακοινώνουν ανοιχτά πως θα προμηθεύσουν η μία τα κανόνια και η άλλη τα απαραίτητα όπλα.Τελικά, οι Μεγάλες Δυνάμεις, επιτρέποντας, την περασμένη εβδομά­δα, στις αυστροΐταλικές τράπεζες να δώσουν στην αλβανική κυβέρνηση μια προκαταβολή δέκα εκατομμυρίων φράγκων σε λογαριασμό του διεθνούς δανείου των 75 εκατομμυρίων, προμηθεύουν συνειδητά στον Εσσάτ-πασά την κινητήρια δύναμη του πολέμου. Ομολογώ όμως πως η τύχη του πριγκιπικού οίκου της Αλβανίας με απασχολεί λιγότερο από την τύχη των ηπει­ρωτικών πληθυσμών που θυσιάζουν τη ζωή τους για την υπεράσπιση της εθνικότητάς τους και της ελευθερίας τους. Κοιτώντας τις φωτογραφίες, που ο  Φρεντ Μπουασονά έδρεψε το περασμένο καλοκαίρι και πρόκειται να δημοσιεύσει σε ένα λεύκωμα, το ''Ήπειρος, κοιτίδα των Ελλήνων'', ξαναείδα αυτή τη χώρα, μέσα στη χαρά, τότε, της απελευθέρωσης, να ακτινοβολεί μια και ήταν η πρώτη άνοιξη που η ελληνική σημαία κυμά­τιζε επιτέλους στα χωριά της. Να το Δελβινάκι, η πιο μεγά­λη συγκέντρωση Ελλήνων στην επαρχία του Πωγωνίου, την εθνικά καθαρότερη ίσως από όλες τις επαρχίες της Ηπείρου. Και όμως η επαρχία αυτή έχει επιδικαστεί στην Αλβανία. Ξαναβλέπω εκείνο το πρωινό του περυσινού Μαΐου που, πάνω στο δρόμο, χωριάτες και χωριάτισσες με περίμεναν κάτω από δύο αψίδες θριάμβου όπου η επιγραφή: ''Ζήτω η Ελλάδα!'' κρεμόταν από τη φυλλωσιά. Ένας λεβέντης γερο-παπάς μου διάβασε έναν λόγο γεμάτο συγκινητικό πατριωτι­σμό, ο δάσκαλος έβγαλε έναν άλλο παρόμοιο λόγο, έπειτα ήταν η σειρά άλλου παπά, έπειτα ενός αντιπροσώπου κάποιου χωριού, που δεν μπορούσα να το επισκεφθώ, και το πλήθος χειροκροτούσε μέσα σε παραλήρημα ενθουσιασμού και πετούσε λουλούδια στο αμάξι μου και εκατοντάδες ελληνικές σημαίες κυμάτιζαν μέσα στην αύρα. Δύσμοιροι άνθρωποι! Με τι καρδιά τραγουδούσαν το περυσινό Πάσχα: ''Σώσον, Κύριε, τον λαόν σου καί ευλόγησον την κληρονομίαν σου Νίκας τοις βασιλεύσι κατά βαρβάρων δωρούμενος''. Είχαν την πεποίθηση πως η Ευρώπη δεν θα είχε ποτέ το θάρρος να τους χωρίσει από την πατρίδα τους την Ελλά­δα. Όταν, στην Κορυτσά, ο στρατηγός Παπούλας ανακοίνωσε την 1η Μαρτίου ότι ο στρατός έμελλε να φύγει και να ξαναδώσει την πόλη στους Αλβανούς, ακολούθησαν σπαρακτικές σκη­νές: μέσα στα σχολεία όλοι οι μαθητές, ασφυκτικά στρι­μωγμένοι, τραγουδούσαν τον ελληνικό εθνικό ύμνο κι αρνού­νταν να εγκαταλείψουν την τάξη τους, ολόκληρος ο πληθυ­σμός είχε φορέσει πένθος και στους δρόμους οι άνθρωποι έκλαιγαν. Η αγωνία κυριεύει τις καρδιές. Ποιος ποι­ητής, ποιος συγγραφέας Έλληνας θα διηγηθεί,τή συγκινητική αγωνία των δύσμοιρων ανθρώπων της Ηπείρου; Αν υπάρχει κάποια παρηγοριά στη δυστυχία που πρό­κειται να βρει τους θυσιασμένους Ηπειρώτες, αυτή είναι η σκέψη ότι τα μαρτύρια τους θα ωφελήσουν οπωσδήποτε την πολυαγαπημένη πατρίδα τους. Η Ελλάδα του μέλλοντος οφείλει να στρέψει τα μάτια της προς τα παιδιά της εκείνα, των οποίων η απελευθέρωση αποτελεί χρέος. Μετά τις νίκες στη Μακεδονία και στο αρχιπέλαγος του Αιγαίου θα μπορούσε να πάρει στάση αμυντική, που αποκαλύπτει την αδυναμία των πλουσίων. Όμως αυτή δεν είναι νοητή, ενό­σω η Ήπειρος, ολόκληρη η Ήπειρος, δεν επανέρχεται στην Ελλάδα. Συγκεντρώνοντας εδώ τα τηλεγραφήματα και τις επιστολές που είχα στείλει στην εφημερίδα Χρόνος κατά το Μάιο του 1913, θέλησα να αφήσω μια μαρτυρία, μια μαρτυρία απλή αλλά συγκινητική, για όσα είδα κατά τη διάρκεια του ταξιδιού μου. Έκτοτε, άλλοι, και ιδιαίτερα ο κ. Κάρολος Βελαίν και ο φίλος μου Ντε Γιεσσέν έκαμαν τις ίδιες διαπιστώσεις. Γι’ αυτό πιστεύω ότι, με εξαίρεση τους πρέσβεις τους επιφορτισμένους με τη λύση του ζητήματος των συνόρων της Ηπείρου και της Αλβανίας, όλη η ανθρωπότητα γνωρίζει ότι η Ήπειρος είναι ελληνική. Δίνοντας πρώτος στο μεγάλο αναγνωστικό κοινό μια ιδέα της σημερινής κατάστασης της Ηπείρου και της αξιοθαύμα­στης φιλοπατρίας των Ηπειρωτών, της αγάπης προς τη μητέρα-πατρίδα Ελλάδα, αν κατάφερα να συμβάλω έστω και ελάχιστα στην υπεράσπιση του δικαιώματος της ελευθερίας, του ωραίου μεταξύ των ωραιότερων, θα νιώσω τη βαθύτερη εσωτερική χαρά. Αλλά όποια έκβαση κι αν έχουν τα πράγ­ματα, η ανάμνηση από το ταξίδι αυτό είναι τόσο έντονη, ώστε και στην παραμικρή σκέψη να δακρύζουν τα μάτια μου.

Από τον πρόλογο του βιβλίου: 

Δυστυχισμένη Βόρειος Ήπειρος (Χρονικό: Αχ. Γ. Λαζάρου Μετάφραση: Α. Αχ. Λαζάρου)




Ο PENE PUAUX ( 1878- 1937) ήταν Γάλλος ιστορικός και δημοσιογράφος, με την ιδιότητα του δημοσιογράφου εργάστηκε για την γαλλική εφημερίδα Temps και επισκέφτηκε αρκετές χώρες ιδιαίτερα κατά την περίοδο των Βαλκανικών πολέμων. Στο βιβλίο του ''Δυστυχισμένη Βόρειος Ήπειρος'' υπεραμύνεται της ελληνικότητας του τόπου, καταγγέλει την αδικία της μη ενσωμάτωσής της στην Ελλάδα, καταγγέλει την πολιτική των μεγάλων δυνάμεων που πράττουν ανάλογα με τα συμφέροντά τους. Και πάνω από όλα καταγγέλει την παραπλάνηση του κοινού από την μεγάλη εξουσία της δημοσιογραφίας. Στην περίπτωση της Βορείου Ηπείρου ο Πυώ επισημαίνει την απουσία Ιταλών και Αυστριακών δημοσιογράφων, καταγγέλει την πολιτική των μεγάλων δυνάμεων που μέσα σε λίγες ημέρες άλλαξαν την ροή της ιστορίας. Ο Ρενέ Πυώ στην σύγχρονη Ελλάδα αγάπησε το πείσμα, την υπέρμετρη αγάπη για την φτωχή και όμορφη πατρίδα, για την θρησκεία που κρατήθηκε ενωμένη, για τις αγριοελιές που φύτρωναν και συνεχίζουν να φυτρώνουν, την υπερασπίστηκε όσο μπορούσε με τα άρθρα του, με τα βιβλία του, έζησε σε ταραγμένες εποχές και προσπάθησε μέσα από τα γραπτά του να είναι ουδέτερος, να είναι απλός παρατηρητής των γεγονότων. Σε όλη του την ζωή συνέλεξε λιθογραφίες, γκραβούρες, πίνακες, αντικείμενα που αφορούσαν την Ελλάδα και ιδιαίτερα τον αγώνα της απελευθέρωσης από την τουρκοκρατία. Οι γκραβούρες αυτές παριστάνουν τον απλό Έλληνα πολίτη εκείνης της περιόδου, τους αγωνιστές, τους φιλέλληνες, τις γελοιογραφίες των Ευρωπαίων σκιτσογράφων της εποχής, τον Καποδίστρια και τον Όθωνα, τους στρατηγούς και τους ναυάρχους, όλα τα πρόσωπα που έπαιξαν κάποιο ρόλο στον απελευθερωτικό αγώνα. Ο Ρενέ Πυώ δώρισε την συλλογή του αυτή στο ελληνικό κράτος και σήμερα φιλοξενείται στην οικία του Ολυμπιονίκη Κωνσταντίνου Τσικλητήρα στην Πύλο. Ο Ρενέ Πυώ είχε πει το περίφημο ''Θα μείνω πιστός στην Ελλάδα'', ας πούμε κι εμείς το ίδιο.



Δεν υπάρχουν σχόλια: