21 Σεπτεμβρίου 1944: Η ελληνική σημαία στο Ρίμινι

 

Αφιερωμένο, ως ελάχιστο φόρο τιμής, στους ένδοξους ήρωες πεσόντες αξιωματικούς και οπλίτες της μάχης του Ρίμινι στις 21 Σεπτεμβρίου 1944, οι οποίοι με την ανδρεία τους στα πεδία των μαχών έγραψαν χρυσές σελίδες δόξας στην πολεμική Ιστορία του Έθνους μας κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.


Ο διοικητής της 3ης Ορεινής Ταξιαρχίας Ρίμινι Ταξίαρχος Θρασύβουλος Τσακαλώτος με καταγωγή απο τήν Πρέβεζα μετά του Επιτελάρχου της Ταξιαρχίας Συνταγματάρχου Γερασίμου Λάμαρη


Το ημερολόγιο έγραφε 21 Σεπτεμβρίου του 1944, όταν ένα μικρό ελληνικό εκστρατευτικό σώμα η 3η Ελληνική Ορεινή Ταξιαρχία, έπειτα από σκληρές μάχες με τους Ναζί καταλαμβάνει την ιταλική πόλη Ρίμινι και υψώνει την Ελληνική σημαία στο δημαρχείο.

Στις 9 Ιουνίου του 1944 είχε εκδοθεί διαταγή συγκρότησης της 3ης Ορεινής Ταξιαρχίας, από τα ''υγιή υπολείμματα των διαλυθεισών Ταξιαρχιών''. Διοικητής της Ταξιαρχίας ορίστηκε ο συνταγματάρχης Θρασύβουλος Τσακαλώτος. Η ελληνική ταξιαρχία αποβιβάστηκε στο λιμάνι του Τάραντα. Στις 8 Σεπτεμβρίου οι Έλληνες ανέλαβαν τον παραλιακό τομέα με αποστολή κάλυψης του δεξιού πλευρού της 1ης καναδικής Μεραρχίας στη σχεδιαζόμενη επίθεση εναντίον του Ρίμινι και την κατάληψή του.

Παράδοση άνευ όρων

Η Ελληνική Ταξιαρχία μπήκε στη ζώνη του πυρός με απώλειες 15 νεκρούς και 34 τραυματίες. Την νύχτα της 14ης Σεπτεμβρίου άρχισε η γενική επίθεση. Τρεις μέρες αργότερα, έπειτα από σκληρές μάχες με την γερμανική Μεραρχίας Αλεξιπτωτιστών, οι Έλληνες στρατιώτες κατέλαβαν το αεροδρόμιο του Ρίμινι και συνέχισαν την επιθετική τους προσπάθεια προς την πόλη. Τις πρωινές ώρες της 21ης Σεπτεμβρίου το 2ο Τάγμα Πεζικού μπήκε στην εγκαταλελειμμένη πόλη όπου υπεγράφη Πρωτόκολλο Παράδοσης του Ρίμινι άνευ όρων στις ελληνικές δυνάμεις. Οι συνολικές απώλειες της Ταξιαρχίας στην Ιταλία ανήλθαν σε 116 νεκρούς (10 αξιωματικοί και 106 οπλίτες) και 316 τραυματίες (23 αξιωματικοί και 293 οπλίτες).


Ο Διοικητής των Συμμαχικών Στρατευμάτων στην Ιταλία, βρετανός στρατάρχης Χάρολντ Αλεξάντερ, σε έκθεση του σημειώνει για τη δράση της 3ης Ελληνικής Ορεινής Ταξιαρχίας τα εξής: «Στις 20 Σεπτεμβρίου, έπειτα από πάλη χωρίς ελπίδα, εκκαθαρίσθηκε το Σαν Φορτουνάτο και στη διάρκεια της νύχτας οι Έλληνες, υπό τη διοίκηση της 1ης Καναδικής Μεραρχίας, εισήλθαν στο Ρίμινι. Ήμουν ευτυχής, γιατί η επιτυχία αυτή είχε τόσο έγκαιρα λαμπρύνει τα πεπρωμένα της ηρωικής αυτής χώρας, που ήταν η μόνη μαχόμενη σύμμαχος στο πλευρό μας, σε στιγμές ζοφερές και γιατί μία νέα νίκη στην Ιταλία είχε προστεθεί στη δόξα που αποκτήθηκε στα βουνά της Αλβανίας».


https://www.ethnos.gr/istoria/




Ο Θρασύβουλος Τσακαλώτος υπήρξε διακεκριμένος έλληνας στρατιωτικός. Συμμετείχε στους δύο Παγκοσμίους Πολέμους και έπαιξε σημαντικό ρόλο στον Εμφύλιο Πόλεμο. Διετέλεσε αρχηγός του ΓΕΣ, ενώ μετά την αποστρατεία του διορίστηκε πρεσβευτής της Ελλάδας στην Γιουγκοσλαβία. Υπήρξε ικανός ηγήτορας, με δυνατότητα να εμπνέει και να συνεγείρει τους στρατιώτες του. Ευφυής, μεθοδικός και φιλόδοξος επιτελικός αξιωματικός, διπλωματικά επιδέξιος και θιασώτης των ευρέων οργανωτικών μέτρων.

Ο Θρασύβουλος Τσακαλώτος γεννήθηκε στις 3 Απριλίου 1897 στην τότε τουρκοκρατούμενη Πρέβεζα. Το 1914 έγινε δεκτός στην Σχολή Ευελπίδων, από την οποία αποφοίτησε το 1916 ως ανθυπολοχαγός Πεζικού.Το 1946 προήχθη σε υποστράτηγο και ανέλαβε την αναδιοργάνωση του στρατού στο αρχικό στάδιο του Εμφυλίου Πολέμου. Συμμετείχε στις επιχειρήσεις του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου (Μακεδονικό Μέτωπο) και της Μικρασιατικής Εκστρατείας. Κατά τον ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940-1941 ήταν διοικητής με τον βαθμό του συνταγματάρχη του 3/40 Συντάγματος Ευζώνων και διακρίθηκε στην κατάληψη του στρατηγικής σημασίας αυχένα Κούτσι από τους Ιταλούς (15-20 Δεκεμβρίου 1940) εντός του Αλβανικού εδάφους. Από τον Μάρτιο του 1941 ανέλαβε επιτελάρχης του Β' Σώματος Στρατού.

Κατά την Κατοχή διετέλεσε γενικός διευθυντής του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας στην κυβέρνηση Τσολάκογλου,ενώ παράλληλα ήταν μέλος της Διοικούσας Επιτροπής της αντιστασιακής οργάνωσης «Θέρος» υπό τον συνταγματάρχη Παναγιώτη Σπηλιωτόπουλο. Το 1943 διέφυγε στην Μέση Ανατολή και υπηρέτησε αρχικά ως διοικητής του Κέντρου Εκπαιδεύσεως Ισμαηλίας. Από τον Απρίλιο του 1944 ανέλαβε διοικητής της 3ης Ελαφράς Ορεινής Ταξιαρχίας, η οποία διακρίθηκε στην Μάχη του Ρίμινι (Σεπτέμβριος 1944) στο ιταλικό μέτωπο. Επικεφαλής της ταξιαρχίας επανήλθε στην Ελλάδα και συνέβαλε στην καταστολή του κομμουνιστικού κινήματος τον Δεκέμβριο του ίδιου χρόνου («Δεκεμβριανά»). Στα τέλη του 1948 με τον βαθμό του αντιστρατήγου και στο πλαίσιο του σχεδίου «Περιστερά» ανέλαβε να εκκαθαρίσει την Πελοπόννησο από τους αντάρτες του «Δημοκρατικού Στρατού» (ΔΣΕ), επικεφαλής δύναμης 45.000 ανδρών του Εθνικού Στρατού. Τον Αύγουστο του 1949, συμμετείχε στις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις του Γράμμου, που σηματοδότησαν την ήττα του ΔΣΕ και την λήξη του Εμφυλίου Πολέμου. Στις 31 Μαϊου 1951, ανέλαβε αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Στρατού ΓΕΣ, λίγες ώρες μετά τον τερματισμό του στρατιωτικού κινήματος που αποδόθηκε στον ΙΔΕΑ, και αποστρατεύτηκε τη αιτήσει του στις 20 Νοεμβρίου 1952. Από το 1957 έως το 1960 διορίστηκε πρεσβευτής της Ελλάδας στην Γιουγκοσλαβία από την κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Στα τέλη του 1966 προτάθηκε από τον βασιλιά Κωνσταντίνο για την ανάληψη της πρωθυπουργίας στις μυστικές συναντήσεις που είχε με τους Γεώργιο Παπανδρέου και Παναγιώτη Κανελλόπουλο για την άρση του πολιτικού αδιεξόδου που είχε προκύψει από την λεγόμενη «Αποστασία» τον Ιούλιο του 1965. Η πρόταση του βασιλιά δεν έγινε αποδεκτή από τον Γεώργιο Παπανδρέου

Τιμήθηκε με τον Ταξιάρχη τού Τάγματος του Σωτήρος για την νίκη του Ρίμινι και τον Μεγαλόσταυρο του Τάγματος του Γεωργίου Α’ για την συμβολή του στην νίκη των ετών 1948-1949. Στον Τσακαλώτο οφείλεται η μεταφορά τών οστών τού Οδυσσέα Ανδρούτσου από το Α’ Νεκροταφείο Αθηνών στην Πρέβεζα.

Το συγγραφικό του έργο περιλαμβάνει τα βιβλία: «40 χρόνια στρατιώτης της Ελλάδος (1960), «Η Μάχη των Αθηνών» (1969), «Γράμμος» (1970), «Η Μάχη των Ολίγων» (1971), «Πώς εσώθη η Ελλάς. Δεκέμβριος 1944» (1979), «1946-1949. Δημοκρατία και Ολοκληρωτισμός: Το Χρονικό τού Συμμοριτοπολέμου (1979).
\
Ο Θρασύβουλος Τσακαλώτος πέθανε στην Αθήνα στις 15 Αυγούστου 1989, σε ηλικία 92 ετών. Φυσικά εδὠ στήν Πρέβεζα τόν γνωρίζουν ελάχιστοι καί δεν υπάρχει μνημείο πλατεία ή δρόμος πού να φέρει το ονομά του.


https://www.sansimera.gr/



Δεν υπάρχουν σχόλια: