Ο Ρήγας Φεραίος θεωρείται από τους βασικούς εκπροσώπους του ελληνικού επαναστατικού διαφωτισμού. Γεννήθηκε στο Βελεστίνο της Θεσσαλίας το 1757. Το πραγματικό του όνομα ήταν Αντώνιος Κυριαζής.Το αρχαίο όνομα της πόλης ήταν Φέρες, απ’ όπου και προέκυψε το όνομα «Φεραίος». Σπούδασε στην Ελλάδα, αλλά αναγκάστηκε να φύγει στο εξωτερικό, αναζητώντας ένα καλύτερο μέλλον. Διέπρεψε ως έμπορος στη Κωνσταντινούπολη, μέχρι που ανέλαβε χρέη γραμματέα για τον Αλέξανδρο Υψηλάντη. Το 1786 προσέφερε τις υπηρεσίες του στον ηγεμόνα της Βλαχίας, Νικόλαο Μαυρογένη, ο οποίος τον διόρισε έπαρχο της Κραϊόβας, μιας περιοχής στα νοτιοδυτικά της Βλαχίας.Υπήρξε πρόδρομος της ελληνικής επανάστασης του 1821. Ειχε κι ένα αδελφό, τον Κωστή, ο οποίος συμμετείχε στην επανάσταση του 1821. Η οικογένεια του υπήρξε από τα θύματα της τουρκικής μανίας. Από αυτούς διασώθηκαν μόνο η μητέρα του με τον αδερφό του και μεταφέρθηκαν στη Βλαχία, όπου συντηρούνταν από τον Ρήγα.Τα νεανικά χρόνια του Ρήγα Βελεστινλή είναι δύσκολο να ανιχνευθούν κι αυτό οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι τα άτομα με τα οποία συνεργαζόταν συνελήφθησαν και εκτελέστηκαν, αλλά και οι περισσότερες από τις προκηρύξεις του καταστράφηκαν.Οι απόψεις του περί ανεξιθρησκείας, τον έφεραν σε σύγκρουση με την εκκλησία, η οποία τον χαρακτήρισε «εχθρό». Όταν το πατριαρχείο, το 1797, ανακάλυψε το επαναστατικό σχέδιο του Φεραίου, καθώς και το έντυπο «Νέα Πολιτική Διοίκησις των κατοίκων της Ρούμελης, της Μικράς Ασίας, των Μεσογείων Νήσων και της Βλαχομπογδανίας», υπέγραψε την καταδίκη του. Μέσω του εντύπου, καλούνταν προς ξεσηκωμό «όλοι, χριστιανοί και Τούρκοι χωρίς κανέναν διαχωρισμόν θρησκείας, που στενάζουν υπό τη δυσφορωτάτην τυραννία του Οθωμανικού βδελυρωτάτου δεσποτισμού» Τις βασικότερες πληροφορίες για τον ίδιο και την οικογένειά του παρέχει ο Χριστόφορος Περραιβός,που υπήρξε συνεργάτης και συναγωνιστής του.Σύμφωνα με τον Περραιβὀ λοιπόν, ο Ρήγας Βελεστινλής διδάχθηκε τα πρώτα του γράμματα από ιερέα στο Βελεστίνο και κατόπιν στη Ζαγορά. Καθώς διψούσε για μάθηση, ο πατέρας του τον έστειλε στα Αμπελάκια για περαιτέρω μόρφωση. Όταν επέστρεψε, έγινε δάσκαλος στην κοινότητα Κισσού Πηλίου. Στην ηλικία των 20 ετων σκότωσε στο Βελεστίνο έναν τουρκο πρόκριτο, επειδή του είχε συμπεριφερθεί δεσποτικά, και κατέφυγε στο Λιτόχωρο του Ολύμπου, όπου κατατάχθηκε στο σώμα των αρματολών του θείου του, Σπύρου Ζήρα. Αργότερα βρίσκεται στο Άγιο Όρος, φιλοξενούμενος του ηγουμένου της μονής Βατοπεδίου, Κοσμά με τον οποίο και ανέπτυξε στενή φιλία. Στην ίδια μονή συνδέθηκε φιλικά με τον συμπατριώτη του μοναχό Νικόδημο (τον Αγιορείτη) ο οποίος του είχε παραχωρήσει τα κλειδιά της βιβλιοθήκης της φημισμένης Αθωνιάδας Σχολής,για να εμπλουτίσει τις γνώσεις του.Στο Άγιο Όρος έμεινε πολύ λίγο. Ταξίδεψε στην Πόλη,μετά από πρόσκληση του Πρέσβη της Ρωσίας για σπουδές, στην οικία του οποίου γνώρισε τον Πρίγκιπα Αλέξανδρο Υψηλάντη (1726-1806). Διεύρυνε τις σπουδές του στη Γαλλική, στην Ιταλική και τη Γερμανική γλώσσα. Όταν ο Υψηλάντης έφυγε για το Ιάσιο, προκειμένου να γίνει ηγεμόνας της Μολδαβίας, ο Ρήγας τον ακολούθησε.Διαφωνώντας με τον Υψηλάντη έγινε γραμματέας του ηγεμόνα της Βλαχίας Νικόλαου Μαυρογένη, αδερφό του παππού της Μαυρογένους και ταξίδεψε για το Βουκουρέστι έδρα της ηγεμονίας, όντας πλέον στην ηλικία των 30 χρόνων. Μετά τον Ρωσοτουρκικό πόλεμο και την ήττα της Τουρκίας (1790) ο Μαυρογένης αποκεφαλίστηκε ως υπαίτιος της ήττας και ο Ρήγας κατέφυγε στη Βιέννη, την οποία έκανε έδρα της επαναστατικής δράσης του.Στη Βιέννη ταξίδεψε μαζί με τον Αυστριακό βαρώνο Ελληνικής καταγωγής Χριστόδουλο Λάνγκενφελτ-Κιρλιανό, ο οποίος τον έφερε σε επαφή με άλλους ομογενείς.Στη Βιέννη συνεργάτες του ήταν κυρίως Έλληνες έμποροι ή σπουδαστές, αλλά οι σημαντικότεροι από αυτούς ήταν οι αδελφοί Παύλιου,τυπογράφοι. Στο τυπογραφείο τους τύπωσε τον Θούριο και την Χαρτα που φιλοτεχνήθηκε από τον Αυστριακό λιθογράφο Φρανσουά Μίλλερ, την επαναστατική του προκήρυξη σε χιλιάδες αντίτυπα, προκειμένου να μοιραστούν στους Έλληνες των υπόλοιπων φιλελεύθερων περιοχών των Βαλκανίων. Ο Ρήγας απέβλεπε στην απελευθέρωση και ενοποίηση όλων των Βαλκανικών λαών και φυσικά όλου του ελληνικού στοιχείου που ήταν διασκορπισμένο στην Ανατολή και τα ευρωπαϊκά κέντρα.Η σύλληψη του Ρήγα συνδέεται με δύο επαναστατικές προκηρύξεις, το Επαναστατικό Μανιφέστο και την Προκήρυξη, που τυπώθηκαν σε μεγάλο αριθμό αντιτύπων.Οι δύο προκηρύξεις στάλθηκαν στον Αντώνη Νιώτη στην Τεργέστη, για να τις παραλάβει ο Ρήγας μαζί με τον αφοσιωμένο του φίλο Περραιβὀ και να τις προωθήσει στην Ελλάδα.Η επιστολή όμως, με την οποία ενημέρωνε ο Ρήγας για την αποστολή των εντύπων του, έπεσε στα χέρια του Δημητρίου Οικονόμου, εμπορικού συνεργάτη ή προϊστάμενου του Αντωνίου Κορωνιού (λόγω απουσίας του τελευταίου), προς τον οποίο απευθυνόταν η επιστολή.Ο Οικονόμου, παρότι και αυτός ήταν μέλος της οργάνωσης (ο Κορδάτος έχει την άποψη ότι είχε παρεισφρύσει σε αυτήν ως πράκτορας του Πατριαρχείου) πρόδωσε από δολιότητα ή φόβο το επαναστατικό σχέδιο του Ρήγα, καταδίδοντας τα πάντα στην αυστριακή αστυνομία και συγκεκριμένα στον νομάρχη, βαρώνο Πιττόνι, διοικητή της αστυνομίας στη Τεργέστη, ζητώντας επιπλέον, προστασία από αυτόν.Ο Πιττόνι με τη σειρά του ενημέρωσε το κυβερνήτη της πόλης Κόντε Πομπήιο Μπριγκίντο κι αυτός τον διέταξε να συλλάβει τους συνωμότες.
Ο Ρήγας συνελήφθη στην Τεργέστη, σε ξενοδοχείο που είχε καταλύσει μαζί με τον Περραιβό από έναν Αυστριακό αξιωματικό στις 19 Δεκεμβρίου 1797.Σκόπευε την ίδια εκείνη ημέρα να επισκεφθεί τον Γάλλο πρόξενο της πόλης Brechet, από τον οποίο θα ζητούσε προστασία, αλλά δεν πρόλαβε. Ακολούθως, ο Ρήγας υποβλήθηκε σε ανάκριση που διήρκεσε περίπου ένα 10ήμερο, με την ολοκλήρωση δε της οποίας θα οδηγούνταν σιδηροδέσμιος στη Βιέννη, κατόπιν εντολής του αστυνομικού διοικητή της.Μόλις μαθεύτηκε η σύλληψη του Ρήγα πολλοί έκαναν έκκληση, στο σουλτάνο Σελίμ Γ΄, για την απελευθέρωση του.Ωστόσο, οι εχθροί του Βελεστινλή έπεισαν το Σουλτάνο πως έπρεπε να θανατωθεί χωρίς διαδικασία, πριν οι επαναστατικές ενέργειές του οδηγήσουν σε εξέγερση στα Βαλκάνια. Σύμφωνα με τον Κορδάτο, οι εχθροί αυτοί του Ρήγα, οι οποίοι με αυτό τον τρόπο τον εκδικήθηκαν για την επαπειλούμενη ανατροπή της κρατούσας κατάστασης, που πιθανότατα θα προέκυπτε εάν υλοποιούνταν οι επαναστατικές του προετοιμασίες, ήταν τόσο ο τότε οικουμενικός πατριάρχης Γρηγόριος Ε΄ όσο και οι Φαναριώτες της Πόλης, με πρώτο το διερμηνέα της Πύλης Κ. Υψηλάντη.Ο ηγεμόνας του Βιδινίου, Οσμάν Πασβάνογλου, που ήταν φίλος του Ρήγα προσπάθησε να πετύχει την απελευθέρωσή του αλλά μάταια.Μόλις μαθεύτηκε η σύλληψη του Ρήγα πολλοί έκαναν έκκληση, στο σουλτάνο Σελίμ Γ΄, για την απελευθέρωση του.Ωστόσο, οι εχθροί του Βελεστινλή έπεισαν το Σουλτάνο πως έπρεπε να θανατωθεί χωρίς διαδικασία, πριν οι επαναστατικές ενέργειές του οδηγήσουν σε εξέγερση στα Βαλκάνια. Ο Φεραίος, προβλέποντας τι επρόκειτο να του συμβεί, επιχείρησε να δώσει τέλος στη ζωή του, καρφώνοντας ένα μικρό μαχαίρι, που είχε κρύψει στα ρούχα του, στη κοιλιά του. Ωστόσο, επειδή ήταν ευτραφής και το μήκος του μαχαιριδίου ήταν πολύ μικρό, το μόνο που κατάφερε ήταν να τραυματιστεί ελαφρά. Τελικά παραδόθηκε στους Τούρκους με την προοπτική να μεταφερθεί μαζί με τα παλικάρια του στην Κωνσταντινούπολη. Όταν όμως, οι Τούρκοι πληροφορήθηκαν ότι ο ηγεμόνας του Βιδινιού Οσμάν Πασβάνογλου, προετοιμαζόταν να τους απελευθερώσει, έδωσαν εντολή να εκτελεστούν στο Βελιγράδι. Οι σύντροφοι αποκεφαλίστηκαν και τα πτώματά τους ρίχτηκαν στον ποταμό Δούναβη. Όταν ήρθε η σειρά του Φεραίου, ο δεσμοφύλακας του έλυσε το ένα χέρι. Εκείνος βρήκε την ευκαιρία. Τον χτύπησε με τη γροθιά του τόσο δυνατά, που τον σκότωσε. Τότε, οι στρατιώτες τον πυροβόλησαν. Λίγο πριν ξεψυχήσει ο Φεραίος φώναξε: «Έτσι πεθαίνουν οι γενναίοι. Εγώ έσπειρα, άλλοι έρχονται να θερίσουν». Το πτώμα του έπεσε πάνω στο σώμα του Τούρκου που είχε σκοτώσει λίγο πριν, σχηματίζοντας σταυρό. Οι Τούρκοι το θεώρησαν κακό οιωνό. Για να τον αποτρέψουν από το να βγει αληθινός, οργισμένοι έκοψαν το άψυχο σώμα του σε κομμάτια και στη συνέχεια τα πέταξαν στο Δούναβη. Ο Ρήγας Φεραίος εκτελέστηκε στις 24 Ιουνίου του 1798.
Αξίζει να αναφέρουμε εδώ μερικές χαρακτηριστικές απόψεις για το ξεχωριστό έργο του Ρήγα.
- Ο Γάλλος ιστορικός (François Pouqeville) είχε γράψει: «Οι Έλληνες πολεμούσαν έχοντας στα χείλη τους τις τρομερές στροφές του Ρήγα»
- Ο αγωνιστής του 1821, δικαστής και ιστορικός Γεώργιος Τερτσέτης, το χαρακτήρισε ως «Το ιερότερο άσμα της φυλής μας»
- Ο συγγραφέας Δημήτριος Φωτιάδης, είχε γράψει ότι: «Όσοι από τους Ιερολοχίτες στο Δραγατσάνι δεν βρήκαν το θάνατο στη μάχη παρά πέσανε στα χέρια των τυράννων, τραγουδάγανε το Θούριο όταν τους οδηγούσαν να τους σφάξουν...»
- Ο ιστορικός Ιωάννης Κορδάτος τον ονόμασε «Παμβαλκανικό εμβατήριο».
- Ενώ τέλος για τον ίδιο τον Ρήγα, ο θρυλικός Γέρος του Μωριά, Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, είχε πει: «Εστάθη ο μεγαλύτερος ευεργέτης της φυλής μας. Το μελάνι του θα είναι πολύτιμο ενώπιον του Θεού, όσο το αίμα του άγιο.»
Τα ολοκληρωμένα ΑΠΑΝΤΑ του Ρήγα επανεκδόθηκαν για πρώτη φορά με ευρετήρια και σχόλια επιμ. Δρ. Δημητρίου Καραμπερόπουλου από την Επιστημονική Εταιρεία Μελέτης Φερών-Βελεστίνου-Ρήγα και σε ψηφιακό δίσκο (CD-ROM)το 2007
Βικιπαιδεια
Η Μηχανή του χρόνου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δεν επιτρέπονται νέα σχόλια.