Η ΜΑΧΗ ΣΤΑ ΔΕΡΒΕΝΑΚΙΑ




Της Ρούμελης οι Μπέηδες και του Μωριά οι λεβέντες
στο Ντερβενάκι κείτονται κορμιά δίχως κεφάλια


Στις αρχές Ιουλίου του 1822, ένας νέος κίνδυνος ανεφάνη για την Επανάσταση, με την κάθοδο στην Πελοπόννησο ισχυρής τουρκικής δύναμης υπό τον ικανότατο Μαχμούτ Πασά, γνωστότερο ως Δράμαλη. Ο Σουλτάνος, σε πλεονεκτική θέση μετά την εξολόθρευση του Αλή Πασά, είχε στρέψει την προσοχή του στους επαναστατημένους Έλληνες. Χωρίς να συναντήσει την παραμικρή αντίσταση στην Ανατολική Στερεά Ελλάδα, ο Δράμαλης με 25.000 άνδρες προέλασε ταχύτατα και στις 6 Ιουλίου στρατοπέδευσε στην Κόρινθο. Βασικός του στόχος ήταν η ανακατάληψη της Τριπολιτσάς και η κατάπνιξη της Επανάστασης στον Μοριά με τη βοήθεια του στόλου, που θα κατέπλεε στον Αργολικό Κόλπο.Παρακούοντας τους τοπικούς τούρκους ηγέτες, οι οποίοι τον συμβούλευσαν να κάνει ορμητήριό του την Κόρινθο κι έχοντας μεγάλη εμπιστοσύνη στις δυνάμεις του, ο Δράμαλης διέταξε τον στρατό του να προελάσει προς το Ναύπλιο για να λύσει την πολιορκία του. Αφού κατέλαβε τον Ακροκόρινθο, έφθασε ανενόχλητος στο Άργος και στρατοπέδευσε έξω από την πόλη στις 12 Ιουλίου. Οι επαναστάτες πιάστηκαν στον ύπνο και δεν μπόρεσαν να υπερασπίσουν τα μεταξύ Κορίνθου και Άργους στενά, από τα οποία διήλθε η τουρκική στρατιά.Μόλις μαθεύτηκε ότι ο Δράμαλης με τον στρατό του πλησιάζει στο Άργος, επικράτησε μεγάλη σύγχυση στους Έλληνες, ιδιαίτερα μάλιστα όταν πληροφορήθηκαν τη λύση της πολιορκίας του Ναυπλίου. Κυβέρνηση και βουλευτές αναχώρησαν πανικόβλητοι από το Άργος για τους Μύλους και από εκεί στα πλοία.Τη δύσκολη αυτή στιγμή όρθωσε το ανάστημά του ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης.  


Ο Δράμαλης δεν μπορούσε να προχωρήσει προς την Τριπολιτσά χωρίς να έχει εξασφαλισμένα τα νώτα του. Έχασε πολύτιμο χρόνο με την πολυήμερη πολιορκία του φρουρίου του Άργους και οι άνδρες του εγκλωβίστηκαν εκεί, έχοντας εξαντλήσει τα αποθέματα τροφών τους και χωρίς να έχουν δυνατότητα ανεφοδιασμού. Συνειδητοποιώντας τη δύσκολη κατάσταση, ο Δράμαλης αποφάσισε να επιστρέψει στην Κόρινθο, ελπίζοντας σε βοήθεια από τον Χουρσίτ Πασά της Λάρισας, τον Γιουσούφ Πασά της Πάτρας ή από τον στόλο.Το σχέδιο υποχώρησης του Δράμαλη έγινε αντιληπτό από τον Κολοκοτρώνη και παρά τις διαφωνίες των προκρίτων, έσπευσε να καταλάβει τις στενές διαβάσεις που οδηγούσαν από το Άργος στην Κόρινθο, με 2.500 άνδρες. Δεν θα άφηνε για δεύτερη φορά τις στενωπούς αφύλακτες, όπως είχε γίνει κατά την προέλαση του Δράμαλη.Μέσα στον πανικό που δημιούργησε η τεράστια στρατιά του Δράμαλη, κράτησε την ψυχραιμία του μαζί με τον Δημήτριο Υψηλάντη ο οποίος με 700 άντρες είχε μπεί στο φρούριο του Άργους, για ν΄ αναγκάσει τον Δράμαλη να σταματήσει και να δώσει καιρό στον Κολοκοτρώνη να μαζέψει στρατό. Ο Δράμαλης σταμάτησε μπροστά στο φρούριο κι έκαμε επιθέσεις, αλλά δεν κατόρθωσε να το πάρει.Ο Κολοκοτρώνης έπιασε τους Μύλους της Λέρνης, που βρίσκονται στον δρόμο από το Άργος προς την Τριπολιτσά. Ο Υψηλάντης, αφού εκπλήρωσε τον σκοπό του, εγκατέλειψε νύχτα το φρούριο κι ενώθηκε με τον Κολοκοτρώνη. Αυτός εφάρμοσε την τακτική της καμένης γης. Έστειλε τους άνδρες του κι έκαιγαν τα σπαρτά και τις καλλιέργειες κι έτσι οι Τούρκοι δεν μπορούσαν να έχουν προμήθειες για τους ίδιους και τα ζώα τους.Η θέση του Δράμαλης τώρα ήταν πολύ δύσκολη. Ο στρατός του άρχισε να υποφέρει από πείνα κι επιδημίες και τα ζώα του δεν είχαν τροφές. Έπρεπε ή να προχωρήσει προς το εσωτερικό της Πελοποννήσου ή να υποχωρήσει προς την Κόρινθο. Το πρώτο όμως ήταν αδύνατο, γιατί στους Μύλους βρίσκονταν μ΄ αρκετό στρατό ο Κολοκοτρώνης κι ο Υψηλάντης. Δεν του έμενε επομένως άλλη λύση, παρά να γυρίσει στην Κόρινθο, χωρίς όμως να τον πάρουν είδηση οι Έλληνες και να του κόψουν τον δρόμο. Και για να τους εξαπατήσει, έστειλε τον γραμματέα του, που ήταν χριστιανός, κι είπε στους Έλληνες, εμπιστευτικά τάχα, πως ο Δράμαλης σκόπευε να προχωρήσει προς την Τρίπολη.Οι Έλληνες οπλαρχηγοί τον πίστεψαν. Μόνο ο Κολοκοτρώνης κατάλαβε τους πραγματικούς σκοπούς του Δράμαλη και είπε :

-Αυτά που μας αράδιασε ο προδότης, τους λέει ο Γέρος του Μοριά, είν’ όλα ψέματα.

-Πού το στηρίζεις; τόνε ρωτάνε.

-Σ’ ό,τι κρένει ο νους μου. Στα χάλια που βρίσκεται τώρα ο Δράμαλης, με τόσες χιλιάδες ανθρώπους και ζα, τι θα πάει να κάνει στην Τριπολιτσά; Τι θα βρει να φάει εκεί; Δεν τ’ απομένει άλλο τίποτα, παρά να γυρίσει στην Κόρινθο.

Οι άλλοι όμως πιστεύουν στα λόγια του Μανούσου.

-Δε γίνεται να μας είπε ψέματα και να κάνει τόσους όρκους· χριστιανός είναι.

Ε, δεν κρατιέται πια ο Κολοκοτρώνης. Πετιέται πάνω και τους λέει:

-Εγώ δεν αφήνω τους Τούρκους να περάσουν αντουφέκιστοι από τα Δερβενάκια. Φεύγω. Μείνετε σεις εδώ και κάνετε ό,τι θέτε.Εγω θα πάω εστω και αν μείνω μόνος μου.

Ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης, κοροϊδεύοντάς τον για την απόφαση που πήρε, φωνάζει από πίσω του:

-Ο Κολοκοτρώνης ξαναθυμήθηκε τα παλιά· πάει να πιάσει τα κορφοβούνια και τους Αηλιάδες να ξαναγίνει κλέφτης!

Ο Γέρος θύμωσε με τη κουβέντα αυτή αλλα χάρη στην επέμβαση του Υψηλάντη η συζήτηση σταμάτησε εκεί.Ο Πετρόμπεης αποχώρησε.Τον ακολούθησαν μόνον ο Υψηλάντης, ο Παπαφλέσσας κι ο Νικηταράς και με 2500 άντρες έπιασαν τα Δερβενάκια, χωρίς να πάρουν είδηση οι Τούρκοι.

Όταν την ίδια κείνη νύχτα έφτασε ο Γέρος στον Άη Γιώργη, ακούει τραγούδια και χορούς. Τα παλικάρια είχανε βρει μπόλικο κρασί και κάτι λίγες τροφές και το είχανε ρίξει στο γλέντι. Από το παράθυρο του σπιτιού που πήγε να περάσει τη νύχτα, μπήγει ένα δυο φωνές, μα ήταν τόσο το ταβατούρι που κανείς δεν τον άκουγε. Προστάζει τότε να τρυπήσουν το ταβάνι και βγαίνει στη σκεπή. Από κει «έβαλε την βροντόφωνον φωνήν του»:

-Βρε Έλληνες γάμους έχετε; Πώς κάνετε έτσι; Σιωπή!

Γνώρισαν τη φωνή του και πάψανε με μιας τα τραγούδια και το γλέντι.

-Ο αρχηγός, ο καπετάνιος, ο αρχηγός! μουρμούριζαν.

Τους λέει έπειτα:

-Πού βρισκόσαστε; Σας στείλανε οι δικοί σας στον πόλεμο για να γλεντάτε κι αυτοί πίσω να σας προμηθεύουν τροφές και πολεμοφόδια και να είναι ήσυχοι πως έχουν εσάς να τους φυλάτε; Άιντε τώρα να ησυχάσετε και να ’ρθείτε αύριο το πρωί εδώ στ’ αλώνια να μετρηθείτε και να πάρετε το ταΐνι σας.




26 Ιουλίου 1822
Ο Γέρος μίλησε στους συγκεντρωμένους πολεμιστές, όπως συνήθιζε, πριν από κάθε μάχη :
Ελληνες, είπε : "Σήμερα γεννηθήκαμε και σήμερα θα αποθάνουμε για τη σωτηρία της πατρίδος μας και τη δική μας.Να τι πρέπει να κάμετε.Να πάτε αμέσως στα κονάκια σας να πάρετε το ταΐνι σας.Αλλά σας λέγω και τούτο.Ότι απόψε ήλθε η Τύχη της πατρίδος μας (η Θεοτόκος) και μου είπε ότι θα είμεθα αύριον νικηταί.Θα πάρετε λάφυρα πολλά τα φλωριά τα οποία έχουν οι Τούρκοι είναι χρήματα χριστιανικά. Τα είχαν ο τύραννος της Ηπείρου παρμένα από τους αδελφούς μας.
Ο Θεός είναι με ημάς.Να μην σας μέλλει τίποτα''
Ο Κολοκοτρώνης έφθασε στο Δερβενάκι στις 10.00. Επέλεξε τους 800 καλύτερα οπλισμένους άνδρες και τους έστειλε να καταλάβουν τις θέσεις τους. Γέρος για να μειώσει τις πιθανότητες αλλαγής πορείας των Τούρκων και σύγκρουσης με την ολιγάριθμη αυτή δύναμη, τοποθέτησε σε ένα ύψωμα μεταξύ των στενών του Αγίου Γεωργίου και του Δερβενακίου, ένα ψευδοστράτευμα με ζώα και με τις κάπες και τα φέσια των αγωνιστών, τα οποία από μεγάλη απόσταση έδιναν την εντύπωση συγκεντρωμένου στρατεύματος. Ακολούθησε δέηση στη Θεοτόκο υπέρ της νίκης από τον ιερέα Γ. Παπαζαφειρόπουλο και έπειτα ο Έλληνας στρατηγός έδωσε αυστηρή διαταγή προς όλα τα τμήματα να μην πυροβολήσουν αν δεν έδινε εκείνος πρώτος το σύνθημα.
Ξημερώνει η 26 Ιουλίου, η γιορτή της Αγίας Παρασκευής
Οι Τούρκοι μία πελώρια γκρίζα φάλαγγα έρχονται προς τα Δερβενάκια!Τα λεπτά αρχίζουν να κυλούν με αγωνία.Ο πυρακτωμένος ήλιος τσουρουφλίζει τους ακίνητους και πίσω από τις πέτρες Έλληνες, μα δεν το κουνούν από την θέση τους. Ο ήλιος κάνει όμως, την πορεία των Τούρκων δύσκολη και αργή. Στις 14.30 η εμπροσθοφυλακή της τουρκικής στρατιάς, αποτελούμενη από Αλβανούς ιππείς, έφθασε μπροστά στο Παληόχανο..
Και τότε ακούγεται η βροντερή φωνή του Κολοκοτρώνη: "Απάνω τους Έλληνες! Μην τους φοβάστε!"
Οι Αλβανοί αιφνιδιάστηκαν. Οι καπνοί από τους απανωτούς πυροβολισμούς, οι πολεμικές κραυγές και το θέαμα των Ελλήνων πολεμιστών που εμφανίζονταν από τους θάμνους και τα βράχια τους έκαναν να νομίζουν ότι όλα εκείνα τα στενά προς το Δερβενάκι κατέχονταν από πολλές χιλιάδες επαναστατών. Η αλλαγή πορείας τους τότε προς τον Άγιο Σώστη μετατράπηκε σε άτακτη φυγή. Άλλοι προσπαθούσαν να διαφύγουν εκμεταλλευόμενοι την ταχύτητα των αλόγων τους και άλλοι εγκαταλείποντας τα υποζύγια και τις αποσκευές τους, σε μια προσπάθεια να αποσπάσουν την προσοχή των διωκτών τους. Τα τουρκικά τμήματα που ακολουθούσαν την εμπροσθοφυλακή αναγκάστηκαν να σπεύσουν και αυτά με τη σειρά τους προς τον Άγιο Σώστη..Πολλοί πρόφθασαν τους Τούρκους και άρχισε η σφαγή.. Ο πανικός ο οποίος επικράτησε όμως ανέβασε στη φαντασία των Τούρκων τον αριθμό των επαναστατών σε δυσθεώρητα ύψη.Φοβούνται ότι χιλιάδες Έλληνες τους έχουν στήσει το φοβερό δόκανο του θανάτου μέσα στο λιοπύρι και τα στενά και το μόνο που σκέφτονται είναι η φυγή. Ελάχιστοι από αυτούς βρίσκουν την ψυχραιμία και πυροβολούν. Οι υπόλοιποι αρχίζουν να τρέχουν αλλόφρονες δεξιά κι’ αριστερά, να ξεφωνίζουν πανικόβλητοι, να παρασύρουν κι’ άλλους στη φυγή τους. Τ’ άλογα ποδοπατούν τους πεζούς, προσπαθούν να σκαρφαλώσουν σαν κατσίκια στις πλαγιές, γκρεμίζονται.Τέτοιες σκηνές πανικού και θανάτου δύσκολα μπορεί να περιγράψει κανείς.Τα βόλια των Ελλήνων βρίσκουν εύκολο στόχο.Και στο μακάβριο χορό του πολέμου μπαίνουν γρήγορα τα γιαταγάνια. Ο Κολοκοτρώνης, με τα κυάλια καρφωμένα στα μάτια, βλέπει την απέραντη σκηνή του μακελειού των Τούρκων και αγαλλιάζει η καρδιά του.Το πυκνό και πανικόβλητο τουρκικό σώμα κατευθύνεται προς τον Άγιο Σώστη για να γλυτώσει. Μα εκεί τους περιμένει η μεγάλη σφαγή. Ο Αντώνης Κολοκοτρώνης και τα παλικάρια του, τείχος ατσάλινο, τους σταματούν. Και ένας ημίθεος της επανάστασης, ο Νικηταράς, φθάνει με τους λεβέντες του στην κρίσιμη αυτή στιγμή και μπαίνει στη μάχη



Η γλαφυρή πένα του Σπύρου Μελά από το βιβλίο του "Ο Γέρος του Μωριά" γραφει :
Δεν είναι μάχη ετούτο• είναι σφαγή. Μέσα στο ρέμα η τούρκικη κολώνα, χτυπημένη,δεν πολεμάει γίνεται πηγμένη μάζα, σιδερένιος, πελώριος λοστός• που σπρώχνει με τη φυσική δύναμη του κορμιού μονάχα, ν’ ανοίξει δρόμο κατά την Κουρτέσα και την Κόρινθο. Το καταφέρνει κάποτε• μα ανάμεσα του Άη-Σώστη Και της ρεματιάς γίνεται άγριος χαλασμός. Από μπροστά χτυπάει ο Νικήτας• από πίσω τα παλικάρια του Κολοκοτρώνη. Ο Αντώνης, ο γερο- Μάρκος, που θυμήθηκε τα καλύτερα χρόνια της κλέφτικης ζωής• κι’ οι Φλεσσαίοι από τα πλάγια. Οι Τούρκοι σαστίζουν, τα χάνουν, τσακίζουν• όλα τα κοτρώνια, τα βράχια, τα σκίνα, τα θυμάρια τους φαίνονται σαν Έλληνες με γιαταγάνια. Οι καπνοί τους τυφλώνουν• ο βρόντος των αρμάτων κι’ ο φοβερός αντίλαλος στα φαράγγια τους ζαλίζει• βόλια, λιθάρια, σπαθιά κοφτερά, όλα καταπάνω τους. Άλλος γλυτωμός δεν είναι απ’ τη φυγή• αφήνοντας τα πάντα ρίχνονται σαν ποτάμι μπροστά. Μα σα φτάνουν στον Άη-Σώστη αντικρίζουν πυκνή τη φωτιά• βάζουν το χέρι στα μάτια, να μη βλέπουν και πέφτουν στο ρέμα. Και καθώς είναι απ’ τη μιά μεριά τ’ αναμμένο μολύβι των Ελλήνων κι’ απ’ την άλλη κατηφοριά και γκρεμός, κυλούν μοιραία οι περισσότεροι εκεί μέσα, με γδούπους, κρότους ξεφωνητά τρομάρας, θρήνους, άλογα σκοτωμένα μ’ ανθρώπους γερούς, νεκροί με ζωντανούς, λαβωμένοι με μουλάρια, μ’ όλα τα σαμάρια και τα φορτώματα. Κεφάλια κυλούν από τα κορμιά χωρισμένα• και παντού τρέχει το αίμα. Κι’ αυτός ο ήλιος που βυθά, σ’ ολοπόρφυρο σύγνεφο, σαν κεφάλι φαίνεται, κομμένο, μέσα στα αίματα. Είναι τέτοιο φριχτό ανακάτωμα, που οι Έλληνες την άλλη μέρα, τραβούν με σκοινιά τους ζωντανούς από τη ρεματιά. Ο σκοτωμός δεν έπαυε ούτε τη νύχτα. Κι’ όταν δεν βλέπουν πια, ρίχνουν στα στραβά, στο σωρό, στη βουή του εχθρού που ακόμα περνάει τρέχοντας να γλιτώσει κατά την Κουρτέσα. Όλη νύχτα στο μέρος τούτο ακούγονται καλπασμοί αλόγων, αφηνιασμένων, πούχαν χάσει τον καβαλάρη τους Κι’ έτρεχαν εδώ κι εκεί και χλιμιντρούσαν, βογκητά λαβωμένων και φωνές από τους χαμένους, σκόρπιους ανθρώπους.

Δεν άργησε να βασιλέψει ο ήλιος αλλά η σφαγή των Τούρκων συνεχίστηκε σχεδόν όλη την νύχτα. Την άλλη μέρα το θέαμα στη χαράδρα του Άγιου Σώστη ήταν κάτι παραπάνω από συγκλονιστικό!Εκατοντάδες οι λαβωμένοι που βογκούσαν αβοήθητοι ώσπου να βγει η ψυχή τους.Δεκάδες καμήλες και άλογα νεκρά.Παντού θάνατος.Οι τραυματίες άφηναν σπαρακτικούς στεναγμούς από τους πόνους. Άλλοι ζητούσαν ως έλεος έναν γρήγορο θάνατο και άλλοι ικέτευαν τους επαναστάτες να τους σώσουν.Και τα λάφυρα αμέτρητα, θησαυροί ανεκτίμητοι που έπεσαν στα χέρια των Ελλήνων.Μιλήσαμε για την πανωλεθρία των Τούρκων. Τι μπορούμε όμως να πούμε για τη γενναιότητα των Ελλήνων; Δεν ήταν απλοί πολεμιστές. Ο κάθε Έλληνας είχε μεταμορφωθεί σε θεό του πολέμου.Και πάνω απ’ όλους, ο γενναίος των γενναίων, ο Νικηταράς! Τέσσερα σπαθιά άλλαξε Κατά τη διάρκεια της μάχης γιατί από την πολλή χρήση έσπαζαν! Και κάθε τόσο μονολογούσε :
"Κουράγιο Νικήτα, Τούρκους σφάζεις!"
Λένε ότι στο τέλος της μάχης είχε κολλήσει η λαβή του σπαθιού του στο χέρι του από το πολύ αίμα και χρειάστηκε να το πλύνουν με ζεστό νερό για να ξεκολλήσει.Εκεί έλαβε και το προσωνύμιο Τουρκοφάγος. Ο Αντώνης και ο Μάρκος Κολοκοτρώνης, ο Δημητρακόπουλος και οι Φλεσσαίοι, ο Παπαφλέσσας με τον αδελφό του το Νικήτα, οδήγησαν μαζί με το Νικηταρά τα παλικάρια τους στον απερίγραπτο αυτό θρίαμβο των Ελλήνων. Και πάνω απ’ όλους ο ψύχραιμος, ο γεμάτος πίστη και δύναμη, ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης!


Τη νύκτα της 27ης  προς την 28η Ιουλίου ο καταπτοημένος Δράμαλης πληροφορήθηκε ότι η χαράδρα του Μπερμπατίου ήταν αφρούρητη. Αποφάσισε λοιπόν να κατευθυνθεί προς την οδό του Αγιονορίου και από εκεί διά μέσου της Κλένιας να καταφύγει στην Κόρινθο. Στο Αγιονόρι όμως έπεσε σε ενέδρα του Νικηταρά και του Νικήτα Φλέσσα. Μετά από μια σύντομη μάχη επαναλήφθηκαν οι σκηνές του Αγίου Σώστη. Οι Τούρκοι, μη υπακούοντας στους αξιωματικούς τους, άρχισαν να τρέχουν για να βγουν το γρηγορότερο από τα στενά κάτω από τα φονικά ελληνικά πυρά.Εκείνη τη νύκτα οι Τούρκοι έχασαν περισσότερους από 600 άνδρες.Τις επόμενες ημέρες οι άνδρες του Δράμαλη έφθαναν κατά ομάδες στην Κόρινθο εξαντλημένοι από τις κακουχίες και την πείνα, χωρίς άλογα, χωρίς όπλα και κυρίως χωρίς ηθικό. Η πανωλεθρία στα Δερβενάκια κατέστησε την Πελοπόννησο στα μάτια των Τούρκων μια περιοχή γεμάτη από επικίνδυνα περάσματα, στα οποία ενέδρευαν άγριοι πολεμιστές με υπερφυσικές δυνάμεις.Η τουρκική στρατιά έχασε, καθ’ όλη τη διάρκεια της εκστρατείας στην Πελοπόννησο, περίπου το ένα πέμπτο της αρχικής δύναμης, σχεδόν όλο το πολεμικό της υλικό και το μεγαλύτερο μέρος των υποζυγίων και των πολεμικών αλόγων. Οι απώλειες, αν και βαρύτατες, μπορούσαν να αναπληρωθούν με τις κατάλληλες ενέργειες του Χουρσίτ και των πασάδων της Στερεάς Ελλάδας. Τίποτα όμως δεν μπορούσε να αναπληρώσει το χαμένο θάρρος των Τούρκων στρατιωτών. Η στρατιά έπαψε ουσιαστικά να υφίσταται ως μάχιμη δύναμη κυρίως εξαιτίας του γεγονότος ότι ο τρόμος είχε φωλιάσει στις καρδιές των ανδρών της. Οι περιπέτειες για τα θλιβερά απομεινάρια της στρατιάς «που θα αιματοκυλούσε την Πελοπόννησο» δεν τελείωσαν.Ο Κολοκοτρώνης με την κατάληψη επίκαιρων θέσεων άρχισε να σφίγγει τον κλοιό γύρω από την Κορινθία. Οι απόπειρες των Τούρκων, τον Αύγουστο και τον Σεπτέμβριο, να εξασφαλίσουν επικοινωνία με τα πολιορκημένα φρούρια της Πάτρας και του Ναυπλίου απέτυχαν.


Η πανωλεθρία στα Δερβενάκια κατέστησε την Πελοπόννησο στα μάτια των Τούρκων μια περιοχή γεμάτη από επικίνδυνα περάσματα, στα οποία ενέδρευαν χιλιάδες άγριοι πολεμιστές με υπερφυσικές δυνάμεις. Η τουρκική στρατιά έχασε καθ’ όλη τη διάρκεια της εκστρατείας στην Πελοπόννησο, περίπου το ένα πέμπτο της αρχικής δύναμης, σχεδόν όλο το πολεμικό της υλικό και το μεγαλύτερο μέρος των υποζυγίων και των πολεμικών αλόγων.Οι απώλειες, αν και βαρύτατες, μπορούσαν να αναπληρωθούν Τίποτα όμως δεν μπορούσε να αναπληρώσει το χαμένο θάρρος των Τούρκων στρατιωτών.Ο τρόμος είχε φωλιάσει στις καρδιές των ανδρών της.Τον Δεκέμβριο του ίδιου χρόνου η σημαία των επαναστατών υψώθηκε στο φρούριο του Ναυπλίου.Οι αντικαταστάτες του Δράμαλη, Ερήπ Αχμέτ πασάς και Ντελή Αχμέτ, θεωρώντας ότι η παραμονή τους στην Κόρινθο δεν είχε νόημα, αποφάσισαν να αποχωρήσουν. Ο τύφος και η πείνα είχαν αποδεκατίσει τους στρατιώτες τους και δεν υπήρχε καμία ελπίδα ενίσχυσης από τη Στερεά Ελλάδα. Ούτε ο πιο απαισιόδοξος Τούρκος αξιωματούχος δεν θα μπορούσε να προβλέψει ένα τόσο τραγικό αποτέλεσμα για μια εκστρατεία που είχε αρχίσει με βάσιμες ελπίδες για την τελική νίκη.Κατά τη λαϊκή παράδοση στις 26 Οκτωβρίου ο Δράμαλης πέθανε στην Κόρινθο από την λύπη του για τη συντριβή του στρατού του. 


Mixanitouxronou







Δεν υπάρχουν σχόλια: