Αρχαία Φοινίκη
Η ουσία των ειδήσεων για ενέργειες κατά του ελληνικού πολιτισμού στην Αλβανία Ο θόρυβος που έκαναν οι γκρεμισμένοι πριν από κάμποσο καιρό κίονες στο νυμφαίο της αρχαίας ελληνικής πόλης της Απολλωνίας στην Αλβανία, ακούστηκε στην Ελλάδα ως ενέργεια κατά του ελληνικού πολιτισμού στη γείτονα. Η εκδοχή δεν αποκλείστηκε ούτε στην Αλβανία. Η αντίδραση στην Ελλάδα αφορούσε περισσότερο την αναζήτηση της είδησης για «τους κακούς Αλβανούς», παρά την πραγματική ουσία, που αφορά στο ενδιαφέρον της ελληνικής πολιτείας και της Ελλάδας γενικότερα για την τύχη του διαχρονικού, από την αρχαιότητα ελληνικού πολιτισμού στην αλβανική επικράτεια, αλλά και την αλβανική στάση απέναντί του, από την άλλη. Το στίγμα για το τελευταίο ήρθε στην αλβανική επικαιρότητα με την συλλογική απορριπτική αντίδραση στη δήλωση του Ιταλού ανθρώπου των γραμμάτων Ζγκάρμπι για την ελληνικότητα, μιας γειτονικής με την Απολλωνία αρχαίας πόλης, της Βυλίδας. Οι Αλβανοί ισχυρίζονται ότι πρόκειται για Ιλλυρική, όταν τα πάντα μέχρι και η γλώσσα είναι ελληνικά.
Τμήμα θεάτρου στη Βυλίδα
Αναφορικά με την παρουσία του ελληνικού διαχρονικού πολιτισμού από την αρχαιότητα στη σημερινή αλβανική επικράτεια, είναι γεγονός ότι πρόκειται για έναν πυκνότατο χάρτη δεκάδων αρχαίων ελληνικών πόλεων ή και βυζαντινών και μεταβυζαντινών θρησκευτικών μνημείων που μιλούν ελληνικά. Εντοπίζονται στο Βόρειο Τμήμα της Ηπείρου και στην ευρύτερη περιοχή της. Διαφορετικά από τα θρησκευτικά πολιτιστικά μνημεία, τα οποία γενικώς ανήκουν στον ντόπιο αυτόχθονο ηπειρωτικό πληθυσμό, ο αρχαίος ελληνικός πολιτισμός παρουσιάζει μια διαφορετικότητα όσον αφορά την καταγωγή. Μπορούμε να τον κατατάξουμε σε αρχαίες ελληνικές πόλεις, ως αποικίες Ελλήνων και σε επέκταση του αρχαίου Ελληνισμού στην Ήπειρο, όπως η Επίδαμνος, η Απολλωνία, το Ωρικό, η Αμάντια κλπ. Θα πρέπει όμως εδώ να προσέξουμε ότι εσκεμμένα στην Αλβανία, ο όρος «ελληνική αποικία» στα γεωγραφικά αυτά όρια δεν ερμηνεύεται ως την γνωστή πολιτιστική εκστρατεία των Ελλήνων σε ομοιογενές περιβάλλον, διαφορετικού, ή κατώτερου πολιτισμικού επιπέδου, αλλά χρησιμοποιείται με τη σημερινή έννοια, ως «επιβεβαίωση» του άλλου λαού, των Ιλλυριών, απόγονοι των οποίων θεωρούνται.
Η Πύλη του Λέοντος στο Βουθρωτό
Η δεύτερη μεγάλη κατάταξη αφορά τις δεκάδες άλλες πόλεις, χτισμένες από τους Ηπειρώτες, στα ίδια πρότυπα με εκείνες των ελληνικών αποικιών και με ιδιαίτερες σχέσεις και συνεισφορά στον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό, όπως η φημισμένη Φοινίκη, το Βουθρωτό, η Αντιγόνεια, η Δρυινούπολη, η Μέλιανη. Μόνο στη στενή κοιλάδα της Δρόπολης αριθμούνται πάνω από 15 αδιερεύνητες αρχαίες ελληνικές πόλεις, μνημεία που συνδέονται μάλιστα άμεσα με μια από τις εκδοχές προέλευσης του εθνώνυμου του Έλληνα, όπως το κάστρο του Σελλειού. Εδώ εντοπίζεται και το τοπωνύμιο Ίλιον, ή η προγενέστερη πόλη της Τροίας. Η δράση μυθικών ηρώων, θεών και θεοτήτων. Εδώ, στη Φοινίκη η θεά Αθηνά, είχε τον ομώνυμο με το ιερό της Ακρόπολη ναό, της Αθηνάς Πολιάδος, χτισμένο πριν αρχίσουν οι ελληνιστικές κτιριακές υποδομές στη Δωδώνη.
Τα τείχη του Σελλειού δίπλα στα ελληνοαλβανικά σύνορα
Ποια είναι όμως η κατάστασή τους; Αρκετά απ΄ αυτά τα μνημεία είναι ξεχασμένα και υπό την καταστρεπτική μανία του χρόνου και του ανθρώπου, αρκετά λεηλατημένα με υφαρπαγμένα από διάφορους αρχαιοκάπηλους (ακόμα και από το ίδιο το κράτος). Αρκετά με παραποιημένη ιστορία. Όπως συνέβη με την αρχαία ελληνική πόλη στο κάμπο της Δρόπολης, μέρος του αρχαιολογικού τριγώνου που απαρτίζουν μαζί με την Αντιγόνεια και τη Μέλιανη. Την πόλη αυτή με ελληνικό θέατρο, με ελληνικούς ναούς και κατοικίες, με 70 στρέμματα νεκρόπολη ελληνιστικής περιόδου, την βάφτισαν ρωμαϊκή. Ρωμαϊκά και περισσότερο Ιλλυρικά βαφτίζονται και άλλα αρχαιοελληνικά μνημεία και πόλεις. Συχνά μάλιστα, χρησιμοποιούν λατινικούς όρους για να αποδώσουν ελληνικά μνημεία. Αρκετά βρίσκονται (ίσως καλύτερα) κάτω από το χώμα, για να μη μιλήσουν ελληνικά. Γι΄αυτό τον αμύθητο ελληνικό θησαυρό δεν ενδιαφέρεται κανένας ελληνικός φορέας. Μάλιστα δείχνουν μια συμπεριφορά που δηλώνει ότι θέλουν να απαλλαγούν απ΄ αυτόν, όταν το ενδιαφέρον των Ευρωπαίων και κυρίως των Ιταλών, είναι αμείωτο και υποδειγματικό.Υπάρχει και ένας ακόμα ελληνικός πολιτισμός, ή που μιλάει ελληνικά και έχει ίσως μια από τις ένδοξες ιστορίες και συνεισφορές στον Ελληνισμό. Πρόκειται για τα μνημεία του ορθόδοξου κλήρου: παλαιοχριστιανικά, βυζαντινά, και μεταβυζαντινά. Εδώ πρωτάπλωσε τις φτερούγες του ο ορθόδοξος κλήρος της ανατολικής ρωμαϊκής αυτοκρατορίας για να διαδεχτεί στους μεταγενέστερους αιώνες τον αναντικατάστατο ρόλο υπέρ του Γένους. « Ένα δεύτερο Άγιο Όρος, αλλά με γκρεμισμένα μοναστήρια», χαρακτηρίζεται από τους βυζαντινολόγους η περιοχή της Δρόπολης της Ι.Μ Αργυροκάστρου. Ο συνολικός αριθμός των ορθόδοξων πολιτιστικών μνημείων, σύμφωνα με στοιχεία του Ινστιτούτου Πολιτιστικών Μνημείων της Αλβανίας ανέρχεται στα 350. Από το 2008 το κράτος κατάργησε το θεσμό προστασίας τους, ενώ κράτος και εκκλησία επικαλούνται τα δικά τους επιχειρήματα για να αδιαφορήσουν για την καταστροφή τους, κυρίως σε εκείνο το κομμάτι των μνημείων αυτών που μιλάει ελληνικά (εικόνες, αγιογραφίες, τέμπλα, αρχιτεκτονική). Οι ειδήσεις για την κλοπή, την καταστροφή, την βεβήλωση, ιεροσυλίας τους είναι συχνότατες. Στο ίδιο μήκος και οι προσπάθειες για «την απόδειξη» του αντιαλβανικού ρόλου του ορθόδοξου κλήρου που μιλάει ελληνικά, προκαλώντας συχνά σκληρές δημόσιες αντιπαραθέσεις, όπως τελευταία για την Μοσχόπολη, την τριπλή καταστροφή της οποίας (της Αγίας Σοφιάς των Βαλκανίων) μουσουλμανικοί κύκλοι την αποδίδουν στους ίδιους τους χριστιανούς αντί των αλβανικών μουσουλμανικών ορδών. Στην Αλβανία καταγγέλλουν ακόμα και τις παραποιήσεις που ευνοούνται τελευταία, κυρίως στα θρησκευτικά πολιτιστικά μνημεία με τα ευρωπαϊκά προγράμματα που διαχειρίζεται το ίδιο το Υπουργείο Πολιτισμού.
Aργυρόκαστρο Ναός Γένεσης της Θεοτόκου. Χτισμένος επί Ιουστινιανού και προικισμένος με ξύλο από τον Τίμιο Σταυρό
Υπάρχει και ένας ακόμα ελληνικός πολιτισμός, ή που μιλάει ελληνικά και έχει ίσως μια από τις ένδοξες ιστορίες και συνεισφορές στον Ελληνισμό. Πρόκειται για τα μνημεία του ορθόδοξου κλήρου: παλαιοχριστιανικά, βυζαντινά, και μεταβυζαντινά. Εδώ πρωτάπλωσε τις φτερούγες του ο ορθόδοξος κλήρος της ανατολικής ρωμαϊκής αυτοκρατορίας για να διαδεχτεί στους μεταγενέστερους αιώνες τον αναντικατάστατο ρόλο υπέρ του Γένους. « Ένα δεύτερο Άγιο Όρος, αλλά με γκρεμισμένα μοναστήρια», χαρακτηρίζεται από τους βυζαντινολόγους η περιοχή της Δρόπολης της Ι.Μ Αργυροκάστρου. Ο συνολικός αριθμός των ορθόδοξων πολιτιστικών μνημείων, σύμφωνα με στοιχεία του Ινστιτούτου Πολιτιστικών Μνημείων της Αλβανίας ανέρχεται στα 350. Από το 2008 το κράτος κατάργησε το θεσμό προστασίας τους, ενώ κράτος και εκκλησία επικαλούνται τα δικά τους επιχειρήματα για να αδιαφορήσουν για την καταστροφή τους, κυρίως σε εκείνο το κομμάτι των μνημείων αυτών που μιλάει ελληνικά (εικόνες, αγιογραφίες, τέμπλα, αρχιτεκτονική). Οι ειδήσεις για την κλοπή, την καταστροφή, την βεβήλωση, ιεροσυλίας τους είναι συχνότατες. Στο ίδιο μήκος και οι προσπάθειες για «την απόδειξη» του αντιαλβανικού ρόλου του ορθόδοξου κλήρου που μιλάει ελληνικά, προκαλώντας συχνά σκληρές δημόσιες αντιπαραθέσεις, όπως τελευταία για την Μοσχόπολη, την τριπλή καταστροφή της οποίας (της Αγίας Σοφιάς των Βαλκανίων) μουσουλμανικοί κύκλοι την αποδίδουν στους ίδιους τους χριστιανούς αντί των αλβανικών μουσουλμανικών ορδών. Στην Αλβανία καταγγέλλουν ακόμα και τις παραποιήσεις που ευνοούνται τελευταία, κυρίως στα θρησκευτικά πολιτιστικά μνημεία με τα ευρωπαϊκά προγράμματα που διαχειρίζεται το ίδιο το Υπουργείο Πολιτισμού.
Αντιγόνεια: η πόλη του Πύρρου της Ηπείρου
Είναι επίσης γεγονός ότι ο μοναδικός ενεργός πολιτισμός που αποφασίζει για την δυτική ταυτότητα του αλβανικού λαού και αποτελεί τον πλούτο του πολιτιστικού τουρισμού, είναι ο ελληνικός πολιτισμός, ο πολιτισμός που μιλάει ελληνικά. Γι΄αυτό όμως το λόγο, την ελληνικότητά του, στην Αλβανία προτιμούν την εξουδετέρωσή του, ως γεγονός που τρέφει τον ιδιόμορφο αλβανικό εθνικισμό, ως ανθελληνισμό! Η Αλβανία αποτελεί μια σπάνια περίπτωση στον κόσμο. Γνωρίζει ότι η Ελλάδα κατέκτησε πολιτισμικά τη Ρώμη και μετά, κατέκτησε πολιτισμικά και πολιτικά και το Βυζάντιο. Γνωρίζει ότι ο ελληνικός πολιτισμό στέκει στη βάση του παγκόσμιου πολιτιστικού επιτεύγματος. Όμως, η αλβανική νοοτροπία, η εθνική πολιτική και βιβλιογραφία τους δεν αποδέχονται το ρόλο του ελληνικού πολιτισμού στο αλβανικό γίγνεσθαι, ότι ορίζει τη διαχρονική συλλογική συμπεριφορά και ταυτότητά του. Απεναντίας, πασχίζει την άρνησή του ελληνικού πολιτισμού, καταβάλλοντας προσπάθειες οικειοποίησης μέσω παραχάραξης, ή ισχυριζόμενοι (αλβανική) ανωτερότητα και καθοδήγηση στον ελληνικό πολιτισμό μέσω ρομαντικής αυταπάτης. Δανειζόμενοι τις αρχές του Φαλμεραϋερισμού επιδιώκει την άρνηση στον Ελληνισμό της Αλβανίας το δικαίωμα του αυθεντικού κληρονόμου του ελληνικού πολιτισμού στην Αλβανία, όπως και γενικότερα τη συνέχεια του ελληνικού λαού από τους αρχαίους Έλληνες. Προσπαθούν να αποβάλουν από τη δικοί τους ταυτότητα τον Ελληνικό πολιτισμό, υλικό ή πνευματικό. Ταυτόχρονα όμως, όσο περισσότερο θέλει να τον αποβάλλει, τόσο το περισσότερο δυσκολεύεται να απαλλαγεί από την ελληνική επιρροή.
Μοναστήρι Αγίων Σαράντα
Τελευταία χρησιμοποιείται συχνά ο όρος «Μεγάλη Αλβανία». Εκ΄ των έσω δικαιολογείται με τον ισχυρισμό ιστορικής δικαίωσης, ή ως η εποχή των Αλβανών. Ο εξωτερικός παράγοντας αντιμετωπίζει την «ιδέα» αυτή με το ευρύ φάσμα αντιδράσεων, από απλώς εθνικιστικό παραλήρημα για εσωτερική κατανάλωση, μέχρι την έντονη ανησυχία για αλλαγή κατά συρροή συνόρων που μπορεί να οδηγήσει σε απρόσμενες δραματικές ανακατατάξεις και όχι μόνο στα Βαλκάνια! Μοναστήρι Αγίων Σαράντα. Σπάνια όμως προσέχουμε ότι η ιδέα της «Μεγάλης Αλβανίας» ως «ιστορική δικαίωση» δεν αφορμάται απλώς από την παρουσία του αλβανικού στοιχείου σε «τέσσερα οθωμανικά βιλαέτια» στη γεωγραφία των σημερινών δυτικών Βαλκανίων. Δεν προσέχουμε ότι η παρουσία τους εδώ είναι αποτέλεσμα της προώθησης από την Πύλη του μουσουλμανικού (ή εξισλαμισμένου) αλβανικού στοιχείου, στο οποίο εμπιστεύτηκε την πραγματική της ισχύ και εξουσία. Ούτε από την άλλη τον εξαλβανισμό, λόγω της αυτοκρατορικής τους εξουσίας, του ντόπιου στοιχείου, κυρίως στην Ήπειρο. Όταν δεν υπήρχαν αποθέματα αντίστασης για τη διατήρηση της εθνικής ταυτότητας, ως ορθοδοξία και ελληνισμός, ο Ηπειρώτης επέλεγε τη διατήρηση της ορθόδοξης πίστης, υιοθετώντας τον αλβανισμό. Δεν προσέχουμε ότι αποτελεί επαναφορά και των συμφερόντων των τότε μεγάλων δυνάμεων στην περιοχή, με πρώτη και κύρια την Τουρκία, η οποία αποχωρώντας από την Ευρώπη είδε στο αλβανικό στοιχείο τον διάδοχο των δικών της συμφερόντων στην περιοχή και σήμερα στηρίζει την σύσταση του νέο-οθωμανισμού. Αλλά και της Ιταλίας η οποία φαίνεται ότι δεν παραιτείται από το να βλέπει διαχρονικά την Ήπειρο το γερό πάτημα προώθησης των συμφερόντων της στην ευρύτερη περιοχή των ανατολικών ακτών της Αδριατικής. (Στο ίδιο επίπεδο και σε σχέση με τον Ελληνισμό, φαίνεται ότι οι δύο βρίσκουν κοινή γλώσσα συνεργασίας)
Σημαντικό ωστόσο είναι ότι αποφεύγουμε να προσέξουμε πως στη βάση της σημερινής «ιδέας για τη Μεγάλη Αλβανία» επανέρχεται το ίδιο δόγμα της αλβανικής εθνικής ιδεολογίας του δεύτερου μισού του ΧΙΧ αιώνα, που αναπτύσσεται ως αλβανικός εθνικισμός με σημείο αναφοράς τον ανθελληνισμό, ο οποίος αποτελεί τη βασική συνιστώσα του αλβανικού εθνικού αυτοπροσδιορισμού. Η διαπίστωση δεν είναι σχήμα λόγου, αλλά μια πολύπλοκη πραγματικότητα, όπου είναι έκδηλη η αλβανική προσπάθεια για την αποβολή από μέσα του τον Ελληνισμό. Η Νεοελληνική ιδεολογία, που οδήγησε στην επανάσταση του 1821 και την ίδρυση του νέου ελληνικού εθνικού κράτους, διαφορετικά από τις διαφωτιστικές ιδεολογικές αρχές στην ίδρυση των νέων αστικών εθνικών κρατών της Δύσης, κατάφερε να συνδυάσει τα δύο αντίρροπα ρεύματα της εποχής. Την τάση για την οριοθέτηση προς τα έξω, τη Δύση (τον διαφωτισμό) και την τάση για εσωτερική συνοχή που προϋπόθετε την οριοθέτηση και τυποποίηση μιας ιδιαίτερης εθνικής παράδοσης, για την καλλιέργεια του μύθου μιας λαμπρής κοινής καταγωγής, εθνογέννησης, (ρομαντισμός). «Ο λαμπρός μύθος» για τους Έλληνες υπήρχε η πραγματικότητα του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού και ο Έλληνας λόγιος όφειλε με τα τεκμήρια του διαφωτισμού να επιβεβαιώσει ότι ο ελληνικός λαός ήταν ο απαρέγκλιτος και άξιος συνεχιστής του. Οι δύο τάσεις ενίσχυαν τη διαμόρφωση μιας κοινής εθνικής συνείδησης, που τροφοδοτούσε το εθνικό ΕΜΕΙΣ σ αντιπαράθεση με τους ΞΕΝΟΥΣ την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Ταυτόχρονα, δήλωνε τη διαρκή, αδιάλειπτη και αδιαμφισβήτητη παρουσία των Ελλήνων στη δεδομένη γεωγραφική περιοχή που αποτελούσε την ελληνική εθνική επικράτεια. Όπως είναι γνωστό, τα Ιωάννινα και η Ήπειρος υπήρξαν η κεντρομόλος δύναμη στην Νεοελληνική ιδεολογία, υπό τη γνωστή πραγματικότητα, ότι υπήρξε «πρώτη στα γράμματα στα γρόσια και τ’ άρματα». Έναν περίπου αιώνα αργότερα θα καλλιεργηθεί στα Ιωάννινα επίσης και στα ίδια πρότυπα, η αλβανική εθνική ιδεολογία. Ιδρυτές της ήταν ελληνομαθείς λόγιοι στα λαμπρά σχολεία της πρωτεύουσας της Ηπείρου, κυρίως ορθόδοξοι και ελληνικής καταγωγής. Οι Ηπειρώτες λόγιοι, με μπούσουλα τις αρχές του Ελληνισμού όσον αφορά την εθνική και θρησκευτική πραγματικότητα και καταγωγή των κατοίκων στην Ήπειρο και με πολιτική σκοπιμότητα τη σύσταση αντιοθωμανικής συμμαχίας με το αλβανικό στοιχείο, λόγω του ότι το τότε Αθηναϊκό κράτος αδιαφορούσε για την απελευθέρωση και ενσωμάτωση της Ηπείρου στην επικράτειά του, προσέφεραν στο νέο εθνικό ιδεολόγημα, απλόχερα και με ρομαντική προσέγγιση της ιστορίας, πολιτισμικά στοιχεία, «επιχειρήματα» εξίσου αρχαίας κοινής καταγωγής, γλώσσας κλπ.
Όλα εξελίσσονταν ομαλά, μέχρι που η Ιταλία ως Αδριατική δύναμη, αμέσως μετά από το Συνέδριο του Βερολίνου, θα γύριζε τις πλάτες στην σύμμαχο Ελλάδα και για την επίτευξη των στόχων στην Βαλκανική θα ενωθεί με την Αυστροουγγαρία. Και η Οθωμανική Αυτοκρατορία θα δει στη λύση της Ανατολικής κρίσης το ευρωπαϊκό της τέλος και θα εντοπίσει ως διαδόχους των συμφερόντων της στην περιοχή τους Αλβανούς με τους οποίους είχε αναπτύξει στους αιώνες κατοχής ισχυρή κοινότητα συμφερόντων. Οι ήρωες στα αλβανικά ακριτικά τραγούδια, διαφορετικά από όλους τους λαούς της Βαλκανικής και της Ευρώπης, είναι μωαμεθανοί και υπερασπίζονται τα σύνορα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας κατά των Χριστιανών αντιπάλων της. Γνωστό είναι επίσης ότι η ικανοποίηση των δικών της ξεχωριστών συμφερόντων συνέπεσαν με την ίδρυση του αλβανικού κράτους, με βασική γεωγραφική κοιτίδα και πολιτισμό για τη σύσταση και επικράτησή του, την Ήπειρο. Έτσι, στην αρχαία ελληνική Ήπειρο, οι Αλβανοί, οι οποίοι προωθήθηκαν εδώ με προνόμια εξουσίας από την Πύλη και εκπροσωπούσαν την οθωμανική κατοχή, διεκδίκησαν, όπως διεκδικούν, την εθνογέννησή τους, στον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό και ως διεκδικούμενη εθνική επικράτεια την Ήπειρο! Με τη ολόπλευρη στήριξη των ίδιων δυνάμεων, οι Αλβανοί λόγιοι με την μέθοδο των ανεπιβεβαίωτων αληθειών,μετέτρεψαν σε «επιστημονικά» επιχειρήματα τα ρομαντικά κατασκευάσματα που τους προσέφεραν οι Έλληνες λόγιοι και έθεσαν στη βάση του εθνικού τους ιδεολογήματος. Εσωστρεφικά και για εσωτερικούς εθνικούς λόγους διεκδικούν, παραχαράσσοντας την αλήθεια και διαστρεβλώνοντας τις παγκοσμίως αναγνωρισμένες θέσεις, όλον τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό, – την μυθολογία και τη γεωγραφία της, την αρχαία τραγωδία, την μουσική και γλώσσα. Θεωρούν τους σύγχρονους Αλβανούς απόγονους των Ιλλυριών, αλλά επειδή γνωρίζουν ότι με εκείνους δεν μπορούν να δικαιολογήσουν την οικειοποίηση του ελληνικού πολιτισμού, αναζητούν την εθνογέννησή τους σε ευθεία γραμμή από τους Πελασγούς, διότι πιστεύουν ότι ο αδιερεύνητος και ομιχλώδης μύθος τους, θα τους προσφέρει, πάντα σε ρομαντικό επίπεδο περισσότερα από τους περιφερειακούς Ιλλυριούς. Τουλάχιστον θα τους τοποθετήσει προγενέστερων των Ελλήνων και στην ίδια κοιτίδα που μεγαλούργησε ο Ελληνικός πολιτισμός.
Ταυτόχρονα, με την ολόπλευρη στήριξη των παραπάνω δυνάμεων η αλβανική εθνική ιδεολογία στην αντιπαράθεση εθνικής ανάδειξης «εμείς «και «ξένοι», είδε ως «ξένους» δηλαδή εχθρούς, όχι την Οθωμανική Αυτοκρατορία, όπως όλοι οι λαοί των Βαλκανίων και της Ανατολικής Ευρώπης υπό τουρκική κατοχή, αλλά τους Έλληνες. Το δόγμα αυτό, με σύμμαχο τους Ιταλούς, έγινε κυρίαρχο κατά τη χάραξη των ελληνοαλβανικών συνόρων και τη στερέωση του νεοσύστατου αλβανικού κράτους σε όλο τον Μεσοπόλεμο. Επί κομμουνιστικού καθεστώτος, το συγκεκριμένο δόγμα καθιερώθηκε ως ανθελληνισμός και τέθηκε στην υπηρεσία του αλβανικού εθνοσοσιαλισμού για την ενίσχυση της εθνοσοσιαλιστικής συνοχής των Αλβανών και τη σύσφιξη και συσπείρωσή τους γύρω από τον κομμουνιστή ηγέτη.Για το σκοπό αυτό παρήχθη σε μορφή προπαγάνδας μια πολύπλευρη και ογκώδη βιβλιογραφία, η οποία αποτελεί σήμερα τη βάση άνθισης της πολύκεντρης ανθελληνικής αλβανικής εθνικιστικής ιδεολογίας. Σε πρώτη όψη φαίνεται ότι τίθεται στην υπηρεσία της ιδέας της Μεγάλης Αλβανίας και προς το Νότο της ή το βορά της Ελλάδας, (εφόσον προς Βορά και Ανατολή ο άλλος αιώνιος ορθόδοξος εχθρός ηττήθηκε ή κάμφθηκε). Στη ουσία, μετά την απαίτηση της Τουρκίας για αλλαγή της ιστορίας της Αλβανίας σύμφωνα με την αρχή ότι οι Αλβανοί αποτέλεσαν το αναφαίρετο μέρος της αυτοκρατορίας στη Βαλκανική, με ότι αυτό συνεπάγεται, το δόγμα αυτό εξυπηρετεί άμεσα και την ανάκαμψη του Νεοθωμανισμού στην περιοχή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δεν επιτρέπονται νέα σχόλια.