ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΘΡΑΚΗΣ πριν από 100 έτη (1920-2020)


Λίγο πριν αλλά κυρίως μετά την έναρξη του Α΄ Βαλκανικού Πολέμου οι Βούλγαροι εισέρχονται σταδιακά στη ενδοχώρα του σημερινού Ν. Ροδόπης (τότε Καζάς Γκιουμουλτζίνας) όπως και στους δύο όμορους νομούς Ξάνθης και Έβρου, προβαίνοντες σε κάθε είδους βαρβαρότητες εναντίον του χριστιανικού και μουσουλμανικού στοιχείου της περιοχής. Έτσι συντελείται η Α΄ Βουλγαρική κατοχή της Θράκης, η οποία όμως διήρκησε ελάχιστους μήνες (τέλη 1912-Ιούλιος 1913). Τα ξημερώματα της 14ης Μαΐου του 1913 και αφού από την προηγούμενη ημέρα οι Βούλγαροι είχαν αρχίσει εγκαταλείπουν την Κομοτηνή και τις πέριξ περιοχές του Νομού Ροδόπης, το 1ο τάγμα του Συντάγματος Κρητών υπό τον ίλαρχο Κατεχάκη εισέρχεται στην πόλη της Κομοτηνής όπου οι κάτοικοί της « …χριστιανοί και μουσουλμάνοι, υποδέχθησαν μετ’ απεριγράπτου ενθουσιασμού τον απελευθερωτήν Ελληνικόν Στρατόν. Οι άνδρες, συν γυναιξί και τέκνοις, ανεξαρτήτως θρησκεύματος εξήλθον μετά Ελληνικών σημαιών, όπως υποδεχθώσι τον προελαύνοντα στρατόν». Το όνειρο έξι αιώνων για την απελευθέρωση της Θράκης ήταν πλέον πραγματικότητα, που όμως δεν επρόκειτο να κρατήσει για πολύ και ο εφιάλτης της Βουλγαρικής κατοχής έμελλε τάχιστα να επιστρέψει και να επισκιάσει την πολύπαθη θρακική γη. Οι διαπραγματεύσεις ειρήνης στο Βουκουρέστι θα αποδεικνυόταν οδυνηρές για τη Θράκη. Τούτο συνέβη με την υπογραφή της Συνθήκης του Βουκουρεστίου σύμφωνα με την οποία η Θράκη περνούσε υπό το κράτος της Βουλγαρίας. Χαρακτηριστική εν προκειμένω είναι η σημείωση στο προσωπικό ημερολόγιο του αδερφού του Ίωνος Δραγούμη, ο οποίος έγραφε: «Λυπούμε για την Θράκη και για τόσα άλλα ελληνικά μέρη που τα ποτίσαμε με τόσο αίμα, για να αφήσουμε στους Σέρβους και τούτοι να τα χαρίσουν με την πρώτη ευκαιρία στους Βουλγάρους» Οι κάτοικοι της Κομοτηνής, χριστιανοί και μουσουλμάνοι, όταν πληροφορήθηκαν ότι η πατρίδα τους παραχωρήθηκε στους Βουλγάρους, κατελήφθησαν από άφατη απελπισία και τρόμο. Το άκουγαν και δεν το πίστευαν. Και όταν πείστηκαν, απέστειλαν τηλεγράφημα στις Μεγάλες Δυνάμεις, υπογεγραμμένο από τους τοπικούς θρησκευτικούς ηγέτες και των δύο θρησκευτικών κοινοτήτων, ζητώντας την απόδοση και ενσωμάτωση της Θράκης στον εθνικό κορμό της Ελλάδας. Μάταια όμως. Η Θράκη άνηκε πλέον στην Βουλγαρία και έτσι από τον Οκτώβριο του 1913 άρχισε η Β΄ Βουλγαρική κατοχή, η οποία διήρκησε έξι συναπτά έτη και έμελλε να αποδειχτεί χειρότερη και βαναυσότερη από την πρώτη, τόσο για τους χριστιανούς όσο και για τους μουσουλμάνους της περιοχής.

Ο αείμνηστος φημισμένος Κομοτηναίος πανεπιστημιακός Στίλπων Κυριακίδης στο αξιόπιστο ιστορικό πόνημά του: «Η Δυτική Θράκη και οι Βούλγαροι», που εκδόθηκε το έτος 1919, αναφέρεται στους εξευτελισμούς και τις βαναυσότητες που υπέστησαν αρχικά οι μουσουλμάνοι τους οποίους οι Βούλγαροι εβάπτιζαν βιαίως ενώ τα τεμένη τους τα είχαν μετατρέψει σε στάβλους, αχυρώνες και στρατώνες. Οι δε κλοπές, καταστροφές, βιασμοί και πάσης φύσεως ατιμώσεις ήταν καθημερινό μαρτύριο. Ο Στίλπων Κυριακίδης ανάλογες λεπτομερείς αναφορές κάνει στο ιστορικό πόνημά του και για τα πάθη και τα μαρτύρια που υπέμειναν και οι χριστιανοί της Κομοτηνής και του Ν. Ροδόπης καθώς και των όμορων Νομών Ξάνθης και Έβρου. Το μένος μάλιστα των Βουλγάρων ήταν μεγαλύτερο εναντίον των Ελλήνων χριστιανών σε σχέση με τους αλλόθρησκους μουσουλμάνους. Ειδικότερα όμως για τα μαρτύρια των Χριστιανών του Ν. Ροδόπης κρίνω λίαν αναγκαίο και σκόπιμο να αναφέρω τα όσα λεπτομερώς καταγράφει σε δύο επιστολές του ο τότε Μητροπολίτης Μαρωνείας Νικόλαος (1902-1914), ο οποίος σε αυτές διατραγωδεί τα πάθη του ποιμνίου του στην Μητρόπολη Μαρωνείας και μεταξύ των άλλων αναφέρει υπηρεσιακά στον Οικουμενικό Πατριάρχη Γερμανό Ε΄ και την Αγία και Ιερά Σύνοδο του Οικουμενικού Πατριαρχείου τα εξής: «οι Βούλγαροι απαγορεύουν τη βάπτιση των ελληνοπαίδων ή τη τέλεση εξοδίου ακολουθίας για τους νεκρούς Έλληνες, εάν οι συγγενείς τους δεν απαρνηθούν το Οικουμενικό Πατριαρχείο και δεν προσχωρήσουν στην σχισματική και αντικανονική Βουλγάρικη Εξαρχία. Η προς τον εκβιασμό τούτο άρνηση των συγγενών έχει ως συνέπεια τα νήπια να παραμένουν αβάπτιστα και οι νεκροί να θάπτονται άνευ της νενομισμένης εξοδίου ακολουθίας και άνευ συνοδείας ιερέως. Δέχονται να τελέσουν τα ιερά μυστήρια και τις ιεροπραξίες στις εκκλησίες μας, τις οποίες, όπως και τα σχολεία μας, έχουν καταλάβει με τη βία των όπλων, εάν παρίσταται μόνο βουλγαροεξαρχικός και όχι Έλληνας πατριαρχικός ιερέας. Οι διδάσκαλοι και οι ιερείς μας έχουν εκτοπιστεί βιαίως και όσοι παραμένουν υπομένουν τα πάνδεινα. Αλλάσουν τα ονόματα των Ελλήνων για να τους εκβουλγαρίσουν, τελούν τις Θείες. Λειτουργίες στην βουλγαρική γλώσσα, χωρίς να μνημονεύουν το όνομα του Οικουμενικού Πατριάρχου και γενικότερα πιέζουν τους Έλληνες με απειλές, ξυλοδαρμούς και άλλα μέσα να ομιλούν την βουλγάρικη γλώσσα για να τους εκβουλγαρίσουν. Έφτασαν μάλιστα μέχρι του σημείου να απαλείψουν τις ελληνικές επιγραφές από τις εικόνες των Αγίων και από τους σταυρούς των τάφων στα χριστιανικά κοιμητήρια και να τις αντικαταστήσουν με βουλγάρικες. Βιασμοί, κλοπές, πυρπολήσεις, καταστροφές, ξυλοδαρμοί, απειλές, ατιμώσεις και εξευτελισμοί είναι το καθημερινό μαρτύριο του πατριαρχικού ποιμνίου της επαρχίας Μαρωνείας…» Τα παραπάνω φρικτά και πρωτοφανή μαρτύρια που υπέμειναν οι χριστιανοί κάτοικοι του Νομού Ροδόπης από τους ομόδοξους Βουλγαροεξαρχικούς συνεχίστηκαν μέχρι και τον Οκτώβριο του 1919, οπότε η Δυτική Θράκη βρέθηκε υπό Διασυμμαχική Διοικητική κατοχή με επικεφαλής τον αρχιστράτηγο Φρανσαί ντε Εσπεραί. Εν τω μεταξύ η Ξάνθη είχε ήδη απελευθερωθεί τον Οκτώβριο του 1919 και σε λίγους μήνες επρόκειτο και οι όμοροι νομοί Ροδόπης και Έβρου να γευθούν τη χαρά και να αναπνεύσουν τον ζωογόνο αέρα της ελευθερίας.


Την περίοδο εκείνη εστάλη στην έδρα της Διασυμμαχικής διοίκησης, την Κομοτηνή, ως εκπρόσωπος της ελληνικής κυβερνήσεως ο έµπιστος άνθρωπος του Ελευθερίου Βενιζέλου, ο Χαρίσιος Βαµβακάς, ο οποίος συνεργάστηκε µε τον Μαρωνείτη στην καταγωγή Αρχιµ. Μιχαήλ Κωνσταντινίδη, ο οποίος υπήρξε εκπρόσωπος του Οικουµενικού Πατριαρχείου στην χηρεύουσα τότε Μητροπολίτη Μαρωνείας. Και οι δύο αυτοί ευφυείς και ικανοί άνδρες επέτυχαν το ακατόρθωτο, την παλιννόστηση και αποκατάσταση των χιλιάδων εκτοπισµένων από τους Βουλγάρους Ελλήνων, την επιστροφή και απόδοση εκκλησιών και τω σχολείων στους χριστιανούς καθώς και των τεµένων στους µουσουλµάνους, που είχαν καταλάβει βιαίως οι Βούλγαροι. Ο Χ. Βαµβακάς σε άριστη συνεννόηση µε τον Ελευθέριο Βενιζέλο επέτυχε τελικώς να αποδοθεί και να ενσωµατωθεί η ∆υτική Θράκη στην Ελλάδα. Έτσι την 13η Μαΐου του 1920 ο ελληνικός στρατός υπό τον διοικητή Ζυµβρακάκη έλαβε την διαταγή να κατευθυνθεί στην πόλη της Κοµοτηνής ώστε την 14η Μαΐου να βρίσκεται στην πρωτεύουσα του Ν. Ροδόπης. Εν προκειµένω, χαρακτηριστική είναι η καταγραφή και περιγραφή των όσων συνέβησαν στην Κοµοτηνή εκείνη την νύκτα της 13ης ξηµερώµατα 14ης Μαΐου 1920, όπως µας τα διασώζει µε την γραφίδα του ο αείµνηστος Αντώνιος Ρωσσίδης στο «Χρονικό της απελευθερώσεως», όπου γράφει «Η ευφρόσυνη είδηση της αποφάσεως των συµµάχων µας για την κατάληψη της ∆υτικής Θράκης από τον ελληνικό στρατό έκανε φτερά και έγινε αµέσως γνωστή στους κατοίκους της. Στην Κοµοτηνή, κατά την παραµονή της εισόδου του στρατού µας, όλοι ήξεραν ότι πλησιάζει η ώρα και µια ανείπωτη συγκίνηση και λαχτάρα ήταν ζωγραφισµένη στα πρόσωπα όλων. Οι παλαιοί Κοµοτηναίοι συγκλονίζονται όταν αναπολούν τις αξέχαστες εκείνες ώρες. Εκείνη την αξέχαστη νύχτα κανένας δεν κοιµήθηκε. Όλη η πόλη έµοιαζε σαν να αγρυπνά σε ολονύκτια ακολουθία. Από βραδύς και όλη τη νύκτα, άνδρες και γυναίκες πηγαινοέρχονταν και µε επικεφαλής τον δηµαρχεύοντα Απόστολο Σούζο, προετοίµαζαν την υποδοχή του στρατού,τα συνεργεία που στήθηκαν σε κεντρικά σπίτια, έκοβαν και έραβαν ασταµάτητα ελληνικές σηµαίες. Και άκουγες παντού γέλια, ευχές και χαρούµενα τραγούδια. Και όταν οι πρώτες ηλιαχτίδες της 14ης Μαΐου του 1920 φώτισαν τον καταγάλανο ουρανό όλη η πόλη βρέθηκε να πλέει στα γαλανόλευκα. Και ο λαός της Κοµοτηνής ξεχύθηκε να προϋπαντήσει τους ελευθερωτές µε αλαλαγµούς και επιφωνήµατα χαράς»
Η ιστορία της Θράκης, της λεγοµένης Ροδοπαίας ή Αιγιακής Θράκης, είναι µία Οδύσσεια που έφθασε στο αίσιο τέλος της την 14η Μαΐου 1920. Στην Οδύσσεια αυτή οι Ελληνοθράκες πολλές φορές υπέµειναν διὠξεις, καταστροφές, κατακτήσεις και εκπατρισµούς, αλλά και επίµονες και επίπονες απόπειρες από Οθωµανούς και Βούλγαρους ν’ απαρνηθούν και να αποκηρύξουν την αυτοσυνειδησία, την ιδιοπροσωπία και την εθνική τους ταυτότητα. Ο λαός όµως αυτός άντεξε και αντιστάθηκε. Έτσι και σώθηκε. ∆ιατήρησε την ρωµιοσύνη και την ορθόδοξη πίστη του, τα ακατάβλητα φιλοπατριαρχικά του αισθήµατα και εν γένει τα ζώπυρα του γένους. Οι Θράκες τάχθηκαν από την ιστορία να είναι ακρίτες διγενείς της Ελλάδος, πρόµαχοι της πατρώας ελληνικής γης. Το γνωρίζουν και σήµερα καλά οι Ελληνοθράκες και « ουδ’ επ’ ελάχιστον κινούν από του χρέους ». Πορεύονται στο διάβα του χρόνου και στα γυρίσµατα της ιστορίας έτοιµοι πάντα για νέους Θρακικούς αγώνες. Παρήλθαν 88 συναπτά έτη από την ανοιξιάτικη εκείνη Πέµπτη, της 14ης Μαΐου του 1920, και το τραγούδι: « ξηµέρωσε η χαραυγή και πήραµε την Θράκη », που τραγουδούσε ο προελαύνων ελληνικός στρατός στους δρόµους της Κοµοτηνής ακόµη αντηχεί. Όντως ξηµέρωσε η χαραυγή της ελευθερίας και σώθηκε η Θράκη. Χρέος όλων ηµών των επιγενοµένων είναι τώρα και πάντοτε να µην επιτρέψουµε σε κανέναν και έναντι οιουδήποτε τιµήµατος να µετατρέψει αυτή τη χαραυγή της ελευθερίας σε νύκτα δουλείας και τυραννίας για τους Θράκες.


http://www.astynomia.gr/images/stories/


Η Θράκη υποδουλώθηκε στους Οθωμανούς το 1360, ενώ την ταφόπλακα της σκλαβιάς, σφράγισε η πτώση της τελευταίας ελεύθερης κοιτίδας, της άλλοτε μεγάλης Βυζαντινής αυτοκρατορίας η πτώση του τελευταίου Θρακικού κομματιού, αυτού της Κωνσταντινούπολης. Μετά την πτώση της Θράκης, το Διδυμότειχο η 2η πόλη του Βυζαντίου με τα ισχυρότερα διπλά τείχη ορίστηκε ως η πρωτεύουσα της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, έως την πτώση της Κωνσταντινούπολης. Μετά όμως λίγο καιρο την θέση του Διδυμοτειχου πήρε η Ανδριανούπολη, που μετονομάστηκε σε Edirne.Η πρώτη όμως απελευθέρωση ήρθε στις 12/5/1913, όταν οι Βούλγαροι έβαλαν φωτιά στις αποθήκες της πόλης κατά την αποχώρηση τους και η φωτιά επεκτάθηκε σε όλη την μικρή πόλη που τότε λεγότανε Δεδέαγατς ( πόλη του γέροντα ή πόλη του ερημίτη). Τότε κατέφθασε το πολεμικό πλοίο του Ελληνικού πολεμικού στόλου το Ιέραξ που ήτανε ανιχνευτικό για να βοηθήσει στην κατάσβεση της φωτιάς.Η μικρή πόλη του Δεδέαγατς ήτανε πολύ μικρή, αλλά πόλη εμπορίου και προξενείων. καθώς από αυτήν. εκτός από το λιμάνι, περνούσε και ο σιδηρόδρομος με το οριαν εξπρές να κάνει στάση στην πόλη στον δρόμο για Κωνσταντινούπολη.Το 1871 αποφασίζεται με την στήριξη της Οθωμανικής αυτοκρατορίας να περάσει ο σιδηρόδρομος από την μικρή πόλη και να συνδεθεί με την Θεσσαλονίκη και την Κωνσταντινούπολη. Τότε άρχισαν να έρχονται στην πόλη, Έλληνες, Εβραίοι, Φράγκοι, Γάλλοι, Ρώσοι, Βούλγαροι και πολλοί άλλοι, ενώ η πόλη γίνεται κέντρο εμπορίου.Κατά τον Ρώσο-Τουρκικό πόλεμο και το 1878 η πόλη δίνεται στην Ρωσία, με την συνθήκη του Αγ. Στεφάνου. Οι νέοι κηδεμόνες έχουν άλλη αντίληψη. Αρχίζουν να ανακαινίζουν τα κτήρια, να φτιάχνουν ένα σύγχρονο ρυμοτομικό σχέδιο, πρωτοποριακό για την εποχή, με μεγάλους δρόμους, πλατείες, άλση, αλλά και με την ευθυγράμμιση προς την θάλασσα όλων των δρόμων. Να φτιάχνουν καινούργια κτήρια και η πόλη να αναπτύσσεται. Στο ρυμοτομικό σχέδιο που αναπτύχθηκε και διατηρήθηκε ευτυχώς, οφείλεται και η καλή ρυμοτομία της πόλης.Επίσης χτίζεται και ο φάρος που έμελε να είναι και μέχρι σήμερα ο υψηλότερος των Βαλκανίων και φυσικά γίνεται και σύμβολο της πόλης.Στην μικρή πόλη με το όνομα Δεδέαγατς υπάρχουν 8 προξενεία.Η βίαιη προσάρτηση στους Βούλγαρους δεν πτοεί την πόλη, που αναπτύσσεται στο ρυμοτομικό σχέδιο των Ρώσων και φυσικά πολλά κτήρια και καταστήματα χτίζονται, όπως και σχολεία και νοσοκομείο.Έτσι το 1912 έχουμε στην πόλη σαν πρόξενο τον Ίωννα Δραγούμη μια ξεχωριστή προσωπικότητα της εποχής.Το 1912 η πόλη καταλαμβάνεται από τους Βούλγαρους και τους παραχωρείται επίσημα το 1913με την συνθήκη του Βουκουρεστίου. Η εγκατάλειψη του Δεδέαγατς (μετέπειτα Αλεξανδρούπολης) από το Ελληνικό στοιχείο εμφανής αφού οι Βούλγαροι καταστρέφουν ότι βρίσκουν μπροστά τους όπως σχολεία, αρχεία, μνημεία ενώ βάζουν φωτιά στις αποθήκες του λιμανιού της πόλης που επεκτείνεται μέχρι την πόλη από τους ανέμους. Οι ναυτικοί παρομοίαζαν την φωτιά που φαινότανε από μακριά σαν την φωτιά που κατέκαιγε την Ρώμη, όταν ο Νέρωνας την πυρπόλησε.Τότε έσπευσαν τα Ελληνικά πολεμικά πλοία προς βοήθεια και είχαμε την πρώτη απελευθέρωση που κράτησε λίγο αφού η πόλη ξαναδόθηκε στους Βούλγαρους.
Μετά τον 1ο παγκόσμιο πόλεμο με την συνθήκη της Νεϊγύς, το 1919 πανηγυρίζεται η ένωση της Θράκης με την υπόλοιπη Ελλάδα, αν και την διοίκηση αναλαμβάνει διασυμμαχική κυβέρνηση με διοικητή τον Χαρίσιο Βαμβακά, προσωπικό φίλο του Ε. Βενιζέλου που κατορθώνει με ένα πρωτοποριακό σχέδιο την ενσωμάτωση της με την Ελλάδα. Και φτάνει η 14/5/1920, που 9Η Μεραρχία Σερρών αποβιβάζεται στο λιμάνι της Αλεξανδρούπολης με διοικητή τον κο Εμαν. Ζυμβρακάκη, υποστέλλεται η Γαλλική σημαία και αναστέλλεται Ελληνική. Η πόλη και με την συνθήκη της Λωζάννης κατοχυρώνεται στην Ελλάδα και έτσι επέρχεται η πολυπόθητη ελευθερία.Στην πόλη όμως γράφεται και μια άλλη μεγάλη ιστορία που αποτελεί μοναδικότητα στην ιστορία του προσκοπισμού, αφού πρόσκοποι της πόλης μια μέρα πριν την απόβαση και με τον φόβο να πιαστούν ανέστειλαν στην παραλία την Ελληνική σημαία.Και το πρώτο όνομα αυτής Νεάπολη, που κράτησε λίγο για να γίνει Αλεξανδρούπολη, προς τιμήν του Βασιλέως Αλεξάνδρου, που πέρασε από την πόλη κατά τη απελευθέρωση της.Κατά την Μικρασιατική καταστροφή υποδέχεται πλήθος προσφύγων, αλλά και Θρακιωτών που εκδιώχτηκαν από την Αν. Θράκη, χωρίς αιτία και φυσικά ενώ ήμασταν οι νικητές του πολέμου υποχρεωθήκαμε από τους συμμάχους να εκκενώσουμε την Αν. Θράκη από τους έλληνες και να παραδώσουμε αυτήν στην Τουρκική κυριαρχία καθορίζοντας τα σημερινά σύνορα της Ελλάδος στον ποταμό Έβρο.Αλλά κατά τους αγώνες για την ελευθερία της Ελλάδος, πλήθος Θρακιωτών έδωσαν το παρόν, αλλά η γειτνίαση με την Κωνσταντινούπολη και το πεδινό της μορφολογίας του εδάφους της κατέπνιξαν τις επαναστάσεις αυτές στο αίμα.Η Ελληνική επανάσταση του 1821 δεν θα υπήρχε αν δεν θα υπήρχε η Φιλική εταιρεία που ιδρύθηκε από τους Εμ. Ξάνθο, Νικ, Σκουφά, Αθ. Τσακάλοφ αλλά και τον Θρακιώτη Αντώνη Κομιζόπουλο από την Φιλιππούπολη της Θράκης, σήμερα στην Βόρεια Θράκη, στην εδαφική επικράτεια ης Βουλγαρίας.Και μην ξεχνάμε ότι λέγοντας Θράκη εννοούμε την γεωγραφική περιοχή από τον Δούναβη, έως τον Νέστο ποταμό και τέλος έως και την Κωνσταντινούπολη, με πολλές πόλεις σήμερα ακόμα, σε άλλα χέρια.Οι ιστορικοί της εποχής διασώζουν 31 ονόματα Θρακών που συμμετείχαν ενεργά στην Φιλική εταιρεία και ένας εξ αυτών ο δήμαρχος της Οδησσού ο Γρηγόρης Μαρασλής από την Φιλιππούπολη.Εκτός αυτού μεγάλος ήταν και ο ρόλος των Φαναριωτών της Κωνσταντινούπολης της Αν. Θράκης, στην μεγάλη του γένους επανάσταση.Κατά τους διωγμούς της Κωνσταντινούπολης τα αδέρφια Σταμάτης και Αλέξανδρος Κουμπάρης φυγάδευσαν με τα πλοία τους πολλούς Έλληνες της Κωνσταντινούπολης.Ο Χατζηαντώνης με την γυναίκα του την Δόμνα Βυζβύζη, με καταγωγή από την Αίνο το μεγαλύτερο βυζαντινό λιμάνι απέναντι από την Αλεξανδρούπολη, σήμερα στην Τουρκική επικράτεια, έδωσαν τα πλοία τους για τον αγώνα της επανάστασης. Και μάλιστα ενώ σε μια ναυμαχία ο Χταζηαντώνης σκοτώνεται η καπετάνισσα παίρνει το τιμόνι και με τις διαταγές της κερδίζει την ναυμαχία. Το πλοίο τους λεγόταν Καλομοίρα.Στην Σωζόπολη της Βόρειας Θράκης στις 17/4/1821 ο Μητροπολίτης Παϊσιος Πρίκαλος κήρυξε ένοπλη εξέγερση ευλογώντας τους επαναστάτες. Πολλά Οθωμανικά στρατεύματα κατέφθασαν και έπνιξαν την επανάσταση στο αίμα στις 25/4/1821, ενώ ο Μητροπολίτης και οι επαναστάτες κρεμάστηκαν στην πλατεία.Στα Λάβαρα του Έβρου 300 επαναστάτες διέλυσαν ένα Τουρκικό ασκέρι στην θέση Κουρί. Μέχρι και σήμερα ανευρίσκονται οστά Τούρκων και σπασμένα γιαταγάνια και καρυοφύλλια. Για σημαία είχαν μια γαλάζια σημαία με μαύρο σταυρό, εξ ου και η ονομασία του χωριού Λάβαρα ενώ στην θέση ανεγέρθηκε ναός στο όνομα του Αγ. Αθανασίου την μέρα που έγινε το γεγονός, στις 2/5/1821.Ακολουθήθηκε διωγμός και πλήθος Μητροπολιτών και Θρακιωτών απαγχονίστηκαν και βασανίστηκαν. Ο Μητροπολίτης Ανδριανουπόλεως πρώην πατριάρχης Κύριλλος ο ΣΤ, δεν αποδέχτηκε να αποκηρύξει την επανάσταση και μαζί με άλλους 32 προύχοντες της περιοχής βασανίστηκε και κρεμάστηκε από το παράθυρο της Μητρόπολης. Ο θρύλος λέει ότι τρείς φορές κόπηκε το σχοινί του βρόγχου μέχρι να τον κρεμάσουν. Οι υπόλοιποι σφαγιάστηκαν έξω από τα σπίτια τους ενώ τα πτώματα τους πετάχτηκαν στον Έβρο ποταμό.Άλλοι μάρτυρες είναι οι 5 νεομάρτυρες από την Σαμοθράκη που σφαγιάστηκαν, μάλιστα ένας τους τεμαχίστηκε ζωντανός, όταν δεν αποδέχτηκαν να αποκηρύξουν την επανάσταση και να απαρνηθούν την πίστη τους, ενώ ο Σουλτάνους τους έδινε μυθικά πλούτη. Ο τόπος μαρτυρίου είναι έξω από την Μάκρη Αλεξανδρούπολης, σε ένα μικρό παρεκκλήσι.

Π. ΜΑΝΔΑΛΟΣ